Την Κυριακή του Πάσχα σε πολλά χωριά συνηθίζεται το έθιμο του Ιούδα. Μια ομάδα νέων, κυρίως αγοριών, με μπούσουλα τα ήθη και τα έθιμα καίνε τσουβάλια – σώμα. Σε κάποια μέρη ο Προδότης φοράει σακάκι, παντελόνι, παπούτσια, καπέλο, έχει μύτη, μάτια, στόμα κι ετοιμάζεται να πεθάνει δημοσία θέα. Της τιμωρίας έχει προηγηθεί περίγελως.
Σε ένα αγροτικό – η καρότσα βοηθά στον χλευασμό – περιφέρουν τον μελλοθάνατο. Αφού πανηγυρικά με κόρνες, φωνές, χειροκροτήματα, κάνει τον γύρο του χωριού, καταλήγουν σε μια απόμερη πλαγιά ή αλάνα, τον στήνουν απέναντι ή τον κρεμούν και παίρνουν θέση. Έφηβοι και μπαμπάδες, θείοι – πρότυπα, φασκιωμένοι οπλίτες με τις κυνηγετικές καραμπίνες παραμάσχαλα, γονατίζουν στο ένα πόδι, κλείνουν το άλλο μάτι και στοχεύουν. Πυροβολούν. Καταμέτρηση φυσιγγιών. Ο καλύτερος ξοδεύει τα λιγότερα.
Όταν το τσουβάλι τρυπήσει, επέρχεται η νίκη. Του καλού, του δυνατού, του άντρα.
Μερικά από τα παιδιά που παρακολουθούν κάθε χρονιά την διαδικασία δεν είναι σε θέση να διαχωρίσουν την έννοια της παράδοσης και το πώς αυτή εξελίσσεται και περνά από γενιά σε γενιά. Κάποιοι μεγαλύτεροι μπορεί να έχουν κι αυτοί ήδη ξεχάσει το παλιό νόημα. Τα παιδιά αυτά δεν έχουν κάποιον να τους εξηγήσει το μήνυμα της τελετής. Αυτό που βλέπουν είναι η προβεβλημένη και αποδεκτή βία. Ούτε να τους συμβουλεύσει ότι η καραμπίνα όρθια δεν είναι κίνηση θάρρους. Θράσους μπορεί.
Αυτά τα παιδιά συνήθως δεν είναι καλοί μαθητές, πριν τελειώσουν το γυμνάσιο έχουν καβαλήσει παπάκι, έχουν βγάλει την εξάτμιση, συχνάζουν στην πλατεία του χωριού κι όταν κλείσουν τα 16 έχουν χρήματα στην τσέπη (από δικό τους μεροκάματο) και κάνουν τα βράδια «ζημιές». Μπαργούμεν και λουλουδούδες το επιβεβαιώνουν.
Στην ενηλικίωσή τους ξεκινά η περίοδος της μοναξιάς τους. Βαρέθηκαν τη μαγκιά της πλατείας, τις κόντρες, τις μπύρες στα καφενεία, την κερκίδα βράδυ Κυριακής, τ' ακριβά γοητιλίκια. Το προαύλιο άδειασε, οι γονείς βούλιαξαν στην δική τους καρέκλα και οι φίλοι πίνουν καφέ αλλού.
Όταν το μυαλό μεγαλώνει, η ανάγκη αποδοχής φουντώνει, η κοινωνικοποίηση γίνεται επιταγή και η ομάδα, η παρέα, το σύνολο μονόδρομος.
Πώς ένα παιδί που μαθαίνει την αγριάδα καταξίωση, την σκληρότητα ανάγκη, την επιβολή κανόνα μπορεί να μοιραστεί για να ενταχθεί; Ποιος θα τον πλευρίσει για να τον αρπάξει;
Το βαθύτερο συναίσθημα του νεοενταχθέντα χρυσαυγίτη είναι η μοναξιά και το κόμμα του αυτό του καλύπτει. Η κοινωνία με την θεωρία της απέτυχε να τον διδάξει, δεν κατάφερε να του ωριμάσει την επιλογή.
Η αρχή της συμμορίας είναι η αποδοχή. Ακολουθεί η δοκιμασία και η ένταξη. Όπως στους κολλητούς που δίνεις τεστ εχεμύθειας.
Ο σημερινός 25άρης που χαίρεται για τον τσαμπουκά του χρυσαυγίτη, αναγνωρίζει την δύναμη που χει ο άντρας στο μυαλό του, καμαρώνει για τον φόβο που προκαλεί στους γύρω του αλλά πρωτίστως ανακαλύπτει ένα μέρος για να κρυφτεί.
Η Χρυσή Αυγή για το μεγάλο της ποσοστό είναι ο (απατηλός) κώδικας τιμής που του έλειπε. Για το ποσοστό αυτό που της δίνει πόντους και δεν αποτελεί τον βασικό της πυρήνα, ο υγιής κοινωνικός ιστός οφείλει να δουλέψει για να την αποκαλύψει και να αποδείξει ότι η χρήση βίας βλάπτει πρώτα από όλους τον χρήστη της.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News