Ρηχότητα στις απόψεις ή βαθύτατα συνειδητοποιημένη; Αυτή η ερώτηση προκύπτει έπειτα από το ρεζουμέ της καριέρας της και, πραγματικά, είναι δύσκολο να απαντηθεί – τουλάχιστον όχι ακόμα. Αλλά ας δούμε πώς έχουν τα πράγματα…
Η Μπιγιόνσε είναι η πρώτη τραγουδίστρια με εννέα υποψηφιότητες στα μουσικά βραβεία Γκράμι, σύμφωνα με τον κατάλογο των υποψηφιοτήτων που δημοσιεύθηκε στις 6 Δεκεμβρίου από την αμερικανική ακαδημία δίσκων, τη Recording Academy. Με φόντο το άλμπουμ «Lemonade», η Μπιγιόνσε προηγείται του Καναδού Ντρέικ, της -εκ Μπαρμπέιντος ορμώμενης- Ριάνα και του ράπερ Κάνιε-Καρντάσιαν-Ουέστ – έχουν από oκτώ υποψηφιότητες. Η απονομή θα γίνει την Κυριακή 12 Φεβρουαρίου 2017, στο Στέιπλς Σέντερ, στο Λος Αντζελες.
Οι εννέα υποψηφιότητες Grammy, αν μη τι άλλο, αποτελούν ρεκόρ για την Μπιγιόνσε, η οποία θα περπατήσει στην τελετή των βραβείων πιο λαμπερή από ποτέ. Για την ακρίβεια, η βραδιά της απονομής θα είναι άλλος ένας μικρός θρίαμβος για τη σύζυγο του Τζέι Ζι και, εννοείται, άλλος ένας λόγος για να τη ζηλεύουν οι συνυποψήφιοί της.
Οι εν λόγω, βέβαια, έχουν πολλούς λόγους για να βράζουν από τη ζήλεια τους. Είναι νέα, έχει σημειώσει αμέτρητες επιτυχίες στα charts, έχει πουλήσει εκατομμύρια δίσκους, έχει αμέτρητα χρήματα, έχει έναν άντρα δίπλα της που γεννά επιτυχίες, είναι μαμά ενός χαριτωμένου παιδιού. Ολα αυτά ισχύουν, αλλά η ίδια θέλει να τη μνημονεύουν και για άλλον έναν λόγο: ότι έχει βαθύτατα πολιτική άποψη και, με κάθε ευκαιρία, τη διακηρύττει όχι μόνο στους θαυμαστές της, αλλά σε κάθε πολίτη αυτού του πλανήτη.
Είναι γεγονός ότι οι περισσότεροι δεν θεωρούν απαραίτητο να μιλάνε και να τοποθετούνται απέναντι σε κοινωνικά ζητήματα οι επαγγελματίες της βιομηχανίας του υπερθεάματος. Τους προτιμούν να ερμηνεύουν επιτυχίες και να λικνίζουν ηδυπαθώς το ημίγυμνο κορμί τους. Μέχρι εκεί. Η Μπιγιόνσε, όμως, θεωρεί ότι μπορεί και να μιλά λέγοντας εκκωφαντικές αλήθειες και να υποστηρίζει ό,τι πιστεύει ως σωστό σε συνεντεύξεις της, αλλά και επάνω στη σκηνή. Εχει δύναμη, έχει επιρροή στις μάζες και τώρα πια μπορεί να θερίζει τη σοδειά της αναγνωρισιμότητάς της, έχοντας κερδίσει το δικαίωμα στον ακτιβισμό.
Πώς έχει συμβεί αυτό; Με διάφορους τρόπους. Διαμαρτυρήθηκε έντονα, και πολλές φορές, για τους θανάτους των μαύρων από την αμερικάνικη αστυνομία, ενώ με τον σύζυγο -και μέντορά της- Τζέι Ζι έχουν δωρίσει εκατομμύρια δολάρια στο κίνημα «Black Lives Matter». Εχουν, επίσης, επιβεβαιωμένα πληρώσει εγγυήσεις για αποφυλακίσεις έπειτα από άδικες συλλήψεις μαύρων στις διαμαρτυρίες κατά του ένοπλου ρατσισμού. Πολλοί θεωρούν ότι, πλέον, θέλει να απασχολεί τα μίντια και τα σόσιαλ μίντια όχι με τις εμφανίσεις της, τα τερτίπια της, την κόρη της Blue Ivy, τα κόκκινα χαλιά και όλη αυτή τη λάμψη που από την αρχή της καριέρας της τη συνοδεύει, αλλά και με τη θέση που παίρνει απέναντι σε κοινωνικά ζητήματα.
Αυτό, είναι τεράστιο λάθος, επειδή δεν της συμβαίνει τελευταία, δεν πρόκειται για τελευταία φλασιά-πετριά. Το κορίτσι που ξεκίνησε με τo συγκρότημα Destiny’s Child να κατακτήσει τους πίνακες επιτυχιών και να κάνει καριέρα, αρκετές φορές έχει απεκδυθεί τον μανδύα της εύπεπτης σταρ και έχει κεράσει ακτιβισμό και άποψη. Για όποιον τα είδε όλα αυτά.
Θυμηθείτε, για παράδειγμα, το κομμάτι «Single Ladies», που αποτέλεσε μία από τις πρώτες θρυλικές κινήσεις της Μπιγιόνσε για να πλάσει τον εαυτό της ως είδωλο του μοντέρνου φεμινισμού. Στο βίντεο κλιπ του τραγουδιού βλέπουμε την ίδια και άλλες όμορφες, δυνατές, μαύρες γυναίκες να εκτελούν άριστα τη χορογραφία, ενώ η ίδια -φορώντας ένα σιδερένιο γάντι- δηλώνει πως δεν είναι κτήμα κανενός. Το κομμάτι «***Flawless» συμπεριλαμβάνει μεγάλο μέρος του λόγου τής συγγραφέως Τσιμαμάντα Αντίτσι με επίκεντρο τον όρο «φεμινιστής» και τις διαφορές μεταξύ ανδρών και γυναικών που επιβάλλονται από την κοινωνία. Καταλήγει με την ανάλυση της λέξης λέγοντας: «φεμινιστής: εκείνος που υποστηρίζει την κοινωνική, πολιτική και οικονομική ισότητα των δύο φύλων». Κατά την έναρξη της τελετής των βραβείων ΜTV το 2014, η τραγουδίστρια εμφανίστηκε στη σκηνή για να τραγουδήσει μπροστά σε ένα γιγαντιαίο κατασκεύασμα που σχημάτιζε τη λέξη «feminist» με φωτεινά γράμματα. Tο τραγούδι «Run The World (Girls)» είναι ένας από τους απόλυτους ύμνους του «girl power» και δηλώνει περήφανα πως τα κορίτσια κάνουν τον κόσμο να κινείται και αλίμονο σε όσους δεν τις σεβαστούν – «Η επιμονή μου μπορεί να χτίσει ένα έθνος».
Στη Γλασκώβη διέκοψε τη συναυλία της και ζήτησε από όλους να τηρήσουν ενός λεπτού σιγή για τους δύο Αφροαμερικανούς, τον Αλτον Στέρλινγκ και Φιλάντο Καστίλε, οι οποίοι σκοτώθηκαν από πυρά αστυνομικών. Ταυτόχρονα, όλα τα ονόματα όσων έχουν πέσει θύματα αστυνομικής βίας στις ΗΠΑ εμφανίστηκαν πίσω της γραμμένα με ροζ χρώμα. Την ίδια ημέρα, η σταρ είχε ποστάρει στην ιστοσελίδα της μια ανοικτή επιστολή στην οποία τόνιζε, μεταξύ άλλων: «Δεν χρειαζόμαστε τη συμπάθειά σας. Αυτό που θέλουμε είναι όλοι να σέβονται τη ζωή μας». Λίγο αργότερα, βρέθηκε στο πλευρό της Χίλαρι Κλίντον. «Θέλω η κόρη μου να μεγαλώσει βλέποντας μία γυναίκα να οδηγεί τη χώρα μας», δήλωσε η διάσημη τραγουδίστρια.
Και, εννοείται, ως επιστέγασμα όλων των παραπάνω, ήρθε το album «Lemonade». Η τελευταία δουλειά της Μπιγιόνσε θεωρείται ως ένα από τα πιο επαναστατικά άλμπουμ του 21ου αιώνα. Οταν υπάρχουν τόσοι ροκ δίσκοι, επαναστατικοί μέχρι την τελευταία αυλακιά του βινυλίου τους, θεωρείται ύβρις να μιλάμε για επαναστατικότητα που εκφράζεται από μια γυναίκα που εκθέτει τα μπούτια της σε κοινή θέα; «Μιλάμε για άλλο πράγμα» είναι η απάντηση, αφού στη μουσική λεμονάδα της η Μπιγιόνσε αναφέρεται στη μάχη κάθε γυναίκας μέσα σε μία σχέση ζωής, στην προσπάθεια να βρει τον εαυτό της και να αντιληφθεί την αξία της, δηλώνοντας απερίφραστα πως «ο πιο υποτιμημένος άνθρωπος στη δυτική κοινωνία είναι η μαύρη γυναίκα».
Το τραγούδι που συμπυκνώνει ένα μέρος από τη νέα της πολιτική-ακτιβιστική πλεύση είναι το «Formation» – το λες και μανιφέστο γεμάτο από αναφορές στη ζωή της. Είναι ο νέος ύμνος της αφροαμερικανικής κοινότητας, χρησιμοποιεί συνθήματα από τις διαμαρτυρίες κατά της ένοπλης βίας στην επέτειο του θανάτου του άοπλου εφήβου που γεννήθηκε με το λάθος χρώμα στο δέρμα. «Χέρια ψηλά», «μην πυροβολείτε» και «Παρακαλούμε σταματήστε να μας σκοτώνετε». Σε ένα πλάνο του βίντεο κλιπ ένας μαύρος κρατάει στα χέρια του μια εφημερίδα. Επάνω σε αυτή το πορτρέτο του Μάρτιν Λούθερ Κινγκ με τη λεζάντα «Περισσότερα από ένας ονειροπαρμένος». Σε μια άλλη σκηνή ένα πιτσιρίκι με κουκούλα χορεύει με τις αστυνομικές δυνάμεις παραταγμένες μπροστά του – οι αστυνομικοί σηκώνουν τα χέρια ψηλά, καταφανής αναφορά στον άδικο θάνατο του Μάικλ Μπράουν.
Η Μπιγιονσέ, γεννημένη στο Τέξας από κρεολή μητέρα και αφροαμερικανό πατέρα, απαιτεί από την Αμερική πολλά: να φροντίσει να μη συμβεί ποτέ μια ανάλογη καταστροφή σαν αυτή στην Κατρίνα. Να μην πυροβολεί τη φυλή της. Να δέχεται ότι μια γυναίκα μπορεί να είναι ο κύριος του εαυτού της. Χρησιμοποιώντας το χρήμα και την επιρροή που έχει συλλέξει τόσα χρόνια γίνεται ακτιβίστρια και απευθύνεται στο κοινό της σαν Σειρήνα που, αν και το σαγηνεύει, το καλεί σε αγωνιστική επαγρύπνηση με το φεμινιστικό μανιφέστο ανά χείρας και ζητά -και όχι μόνο από τη μαύρη κοινότητα- αφύπνιση. Πολλοί θα της βγάλουν το καπέλο για αυτή τη νέα της στόχευση, κάποιοι άλλοι θα πουν ότι η ιδιοφυΐα του μάρκετινγκ την υποχρέωσε να φορέσει το ακτιβιστικό της κοστούμι για να πουλήσει και στους «ψαγμένους». Ενώ, βέβαια, θα συνεχιστεί, εδώ στην Ελλάδα, ένα καθαρά πολιτικό ντιμπέιτ: το όνομά της προφέρεται «Μπιγιόνσε» ή «Μπιγιονσέ»;
Πείτε την όπως θέλετε. Η «Βασίλισσα Μπέι» όπως τη φωνάζουν πλέον χαϊδευτικά, ακόμα και έγκριτοι μουσικοκριτικοί, υψώνει το μεσαίο δάχτυλο και επιστρέφει πανηγυρικά στη «νεγροσύνη» της, τυλίγοντας την απροκάλυπτα ποπ μουσική της με τη μαύρη περηφάνια της. Και το βέβαιο είναι ότι μόνο ο χρόνος θα δείξει το αν η κυρία Μπιγιόνσε είναι τόσο… έντεχνη, όσο θέλει να πλασάρεται εσχάτως.
Σε κάθε περίπτωση, και μόνο που μας κάνει να ασχολούμαστε με το τι πιστεύει, είναι από μόνο του ιδιοφυές.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News