Βρυξέλλες, Nίκαια, Μόναχο, Ανσμπαχ. Πού θα συμβεί το επόμενο «χτύπημα»; Μέσα σε λιγότερο από δύο εβδομάδες οι χώρες της Δυτικής Ευρώπης κατάλαβαν πως η δεδομένη κανονικότητα που βίωναν μέχρι πρότινος οι πολίτες τους δεν μπορεί να θεωρείται και τόσο… δεδομένη. Η βία και οι εξτρεμιστικές ενέργειες τείνουν να γίνουν η νέα πραγματικότητα.
Μπορεί τα κίνητρα και οι συνθήκες κάτω από τις οποίες έγιναν τα «χτυπήματα» να παρουσιάζουν σημαντικές διαφοροποιήσεις, εντούτοις ήταν ικανά για να βάλουν στο κάδρο της βίας τη Γερμανία που μέχρι πρότινος είχε μείνει ανέγγιχτη, ενώ την ίδια στιγμή η Γαλλία παρατείνει κι άλλο την κατάσταση συναγερμού υπό το φόβο και τρίτου χτυπήματος ύστερα από το Μπαταλκάν και τη Νίκαια. Προφανώς και η συζήτηση γύρω από την ασφάλεια των χωρών και την προσφυγική κρίση θα ενταθεί το αμέσως επόμενο διάστημα.
Μέχρι τώρα, οι περισσότερες, αν όχι όλες, οι επιθέσεις συνδέονταν με τον ένα ή τον άλλο τρόπο με το Ισλαμικό Κράτος. Είτε οι δράστες ήταν όργανα του ISIS, άρα δρούσαν κατόπιν οργανωμένου σχεδίου, είτε ήταν συμπαθούντες της οργάνωσης και ήθελαν να προσφέρουν τις… υπηρεσίες τους σε αυτήν. Η μοναδική εξαίρεση είναι η περίπτωση του 18χρονου στο Μόναχο. Μια ψυχοπαθολογική περίπτωση νεαρού που ως άλλος Αντερς Μπρέιβικ αποφάσισε να πάρει το… αίμα του πίσω για όσες ταπεινώσεις θεωρούσε ότι είχε υποστεί και να διακηρύξει την ταυτότητά του με αυτό τον βίαιο και δολοφονικό τρόπο.
Αυτό βέβαια δεν αλλάζει το… βασικό σενάριο, το οποίο έχει πρωταγωνιστή το Ισλαμικό Κράτος και την απόφασή του να αιματοκυλίσει την Ευρώπη και να μετατρέψει την καθημερινότητα των πολιτών της σε μια επίφοβη πλεύση προς το άγνωστο.
Η νέα τρομοκρατία
Τι διαφοροποιεί, άραγε, την τωρινή βία από εκείνη που εμφανίστηκε τη δεκαετία του ’70 και ’80, οπότε και έδρασαν οι Ερυθρές Ταξιαρχίες στην Ιταλία, η Μπάαντερ-Μάινχοφ στη Γερμανία ή η ΕΤΑ στην Ισπανία;
Οπως αναφέρει στην αμερικανική εφημερίδα Wall Street Journal ο ειδικός σε θέματα ασφάλειας, Ραφαέλο Παντούτσι, «εκείνες οι οργανώσεις μπορούσαν να κάνουν μια αεροπειρατεία και να ζητήσουν να ανταλλάξουν τους ομήρους με φυλακισμένους συντρόφους τους. Τώρα η δήλωση των τρομοκρατών γίνεται μέσω του αριθμού των νεκρών που αφήνουν πίσω τους». Οι εμπειρογνώμονες αναφέρουν πως υπάρχει σημαντική διαφορά ανάμεσα στην τρομοκρατία και τις μαζικές δολοφονίες που πραγματοποιούνται από μεμονωμένα άτομα.
Ο Μπρις Ντε Ρουιβέρ, καθηγητής Εγκληματολογίας στο Πανεπιστήμιο της Γάνδης στο Βέλγιο, σημειώνει ότι οι δολοφόνοι μπορούν να είναι παθολογικά απόμακροι από τη βία και το θυμό αυτών που προκαλούν και αυτό μπορεί να τους οδηγήσει σε ακραίες μορφές σκληρότητας. «Το πλέον εκφοβιστικό είναι ότι ζούσε σε μια κοινωνία που θεωρούσε κάποια πράγματα δεδομένα και πλέον δεν τα θεωρεί. Αυτό έχει να κάνει με την τρομοκρατία, αλλά και με το πώς τα άτομα ξεχωριστά αντιλαμβάνονται την έννοια της βίας και των εγκληματικών ενεργειών».
Οι υπεύθυνοι ασφάλειας επιμένουν ότι χρειάζεται περαιτέρω προσπάθεια να αναζητηθούν οι πιθανοί ένοχοι, κάτι που σημαίνει ότι οι μυστικές υπηρεσίες πρέπει να εντείνουν τη δουλειά τους.
«Ζούμε πλέον με το φόβο, ανεξάρτητα αν τον προκαλούν τρομοκράτες ή διαταραγμένοι άνθρωποι. Ανεξάρτητα αν αποφασίζουν από μόνοι τους να δράσουν επειδή αποφάσισαν να γίνουν ριζοσπάστες ή επειδή το μυαλό τους κάπου χάθηκε. Πρέπει να αντιμετωπίσουμε και τις δύο εκδοχές με αποτελεσματικό τρόπο», αναφέρει ένας αμερικανός αξιωματούχος που εργάζεται στην Ευρώπη.
Οι μοναχικοί λύκοι
Ωστόσο, οι ευρωπαίοι ομόλογοί του παραδέχονται πως είναι μακράν πιο εύκολο να ξηλωθεί ένα δίκτυο τρομοκρατών από να βρεθεί ο «μοναχικός λύκος» που θα αναλάβει μόνος του ένα χτύπημα. Στην πρώτη περίπτωση οι μυστικές υπηρεσίες μπορούν να κάνουν ουσιαστική δουλειά. Στην δεύτερη περίπτωση παλεύει κανείς με το τυχαίο. Πώς μπορούν να γνωρίζουν οι Αρχές ποιος θα είναι ο επόμενος δολοφόνος; Μια λύση θα ήταν να μετατρέψουν τις ευρωπαϊκές πόλεις σε φρούρια, αλλά κάτι τέτοιο δεν είναι εύκολο να αποφασιστεί.
Η Europol παρέδωσε πρόσφατα μια έκθεση που δείχνει ότι το τελευταίο διάστημα έχουν αυξηθεί οι συλλήψεις πιθανών δραστών ή ανθρώπων που είναι επίφοβοι για τέλεση αξιόποινων πράξεων. Κάτι που δείχνει ότι αυξάνεται ο κίνδυνος σε όλη την Ευρώπη οδηγώντας τις μυστικές υπηρεσίες σε αυστηροποίηση των ενεργειών τους. Μάλιστα, οι συλλήψεις δεν έχουν να κάνουν μόνο με πιθανούς τζιχαντιστές, αλλά και με μέλη ακροδεξιών οργανώσεων.
Οι Αμερικανοί ζητούν από τους Ευρωπαίους να βρίσκουν άμεσα το μηχανισμό επέκτασης των πληροφοριών τους με άμεσο τρόπο, έτσι ώστε να μπορεί να υπάρξει συνεργασία όλων των μυστικών υπηρεσιών. Επιπλέον, οι ΗΠΑ ζητούν να έχουν μεγαλύτερη πρόσβαση σε μια σειρά πληροφοριών που μέχρι τώρα οι ευρωπαϊκές μυστικές υπηρεσίες αρνούνται να προσφέρουν. Οι αμερικανοί αξιωματούχοι θεωρούν πως αν υπήρχε αυτού του είδους η συνεργασία θα ήταν πιο πιθανή η σύλληψη κάποιων «μοναχικών λύκων». Ωστόσο, η Ευρώπη εξακολουθεί να αντιστέκεται σθεναρά στα αιτήματα των ΗΠΑ. Κατά τον Τζέρι Ψέντρικ, αναλυτή ασφαλείας μιας οργάνωσης στη Ν. Υόρκη, «η Ευρώπη και το ΝΑΤΟ πρέπει να δουλέψουν από κοινού. Να επενδύσουν στις μυστικές υπηρεσίες και στη διάχυση των πληροφοριών. Αλλιώς θα πρέπει να επιστρέψουν σε καταστάσεις παλαιότερων εποχών με κλειστά σύνορα και μικρότερο αριθμό μεταναστών».
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News