Με πρόσφατη ανακοίνωσή του το Γραφείο Τύπου της ΚΕ του ΚΚΕ, σχετικά με την πραγματοποίηση της πανελλαδικής συνδιάσκεψης για το Δοκίμιο Ιστορίας του Κόμματος 1918-1949, μας ενημέρωσε πως η συνδιάσκεψη ενέκρινε τη μεθοδολογία, τις κατευθύνσεις έρευνας των ιστορικών γεγονότων της ταξικής πάλης και, επίσης, ενέκρινε την αποκατάσταση τριών στελεχών του κόμματος: του Αρη Βελουχιώτη, του Γιώργου Γεωργιάδη και του Γιώργου Γιαννούλη.
Αν το δει κανείς κάπως αποστασιοποιημένα, θα αισθανθεί πως περισσότερο και από ανακοίνωση πολιτικού κόμματος, όλο αυτό θυμίζει τη στάση που επιδεικνύουν έναντι του παρελθόντος τους εκκλησιαστικοί θεσμοί. Δεν χωρεί συζήτηση πως το ΚΚΕ είναι το μόνο ελληνικό πολιτικό κόμμα που ο τρόπος που προσεγγίζει το παρελθόν προσομοιάζει με αυτόν μιας Εκκλησίας. Αυτό βέβαια δεν συνιστά ελληνική ιδιαιτερότητα, σχετίζεται με τον κομμουνισμό.
Ο κομμουνισμός διεθνώς λειτούργησε ως μία εγκόσμια θρησκεία, μια Εκκλησία, που μέσω των κανόνων και των διεθνών ιεραρχιών της προσδιόριζε το καλό και το κακό καθώς και τις προϋποθέσεις της «σωτηρίας». Για εβδομήντα πέντε χρόνια, οι αποδεκτοί κανόνες ορίζονταν ουσιαστικά από το διεθνές κέντρο (Μόσχα) που ήταν κάτι σαν τη Ρώμη για τον Ρωμαιοκαθολικισμό. Οι κανόνες αυτοί χάρασσαν τα σύνορα ανάμεσα σε τρεις διαφορετικούς κόσμους: την επίσημη Εκκλησία, τους αποκηρυγμένους αιρετικούς και τον κόσμο των απίστων.
Καμία άλλη κομματική οικογένεια δεν έδωσε τόσο μεγάλο βάρος στην παρουσίαση του παρελθόντος και στην αφήγηση της ιστορίας. Σε κανένα άλλο πολιτικό κόμμα δεν δημιουργήθηκαν «ιστορικά τμήματα» με τόση ισχυρή αίσθηση καθήκοντος συγγραφής της κομματικής ιστορίας. Κανένα άλλο πολιτικό κόμμα δεν φρόντισε να εκδώσει τόσα βιβλία και να δημοσιεύσει τόσα άρθρα για την ιστορία του κόμματος. Κανένα κόμμα δεν συντήρησε και δεν προφύλαξε από τα «αδιάκριτα μάτια» με τόση σχολαστικότητα τα κομματικά αρχεία.
Η ιδιαιτερότητα να είναι το κομμουνιστικό κόμμα ο ιστορικός του εαυτού του σχετίζεται με την ειδική σημασία που αποδίδουν τα ΚΚ στην ιστορία και ειδικά στη «δική τους» ιστορία. Η ιστορία τους είναι η ψυχή τους. Ως εκ τούτου, το κόμμα, όπως και η Εκκλησία, αναλαμβάνει να γίνει ο ιστορικός του εαυτού του προκειμένου να προφυλάξει την ιστορία (του) από τους «απίστους» ή «αιρετικούς». Ιδιαίτερα αυτούς τους τελευταίους.
Μέσα στο κομμουνιστικό σύμπαν η σχέση ανάμεσα στην ιστορία και την πολιτική είναι ασφυκτικά στενή. Το παρελθόν αποκτά διπλή ιδιότητα: καταρχήν έχει μια εργαλειακή λειτουργία που στοχεύει στη δικαίωση της πολιτικής γραμμής του παρόντος. Επιπλέον όμως είναι και ένας μηχανισμός διαμόρφωσης συλλογικής ταυτότητας.
Η αφήγηση του παρελθόντος εκ μέρους του ΚΚΕ δεν μπορεί, βεβαίως, να θεωρηθεί Ιστορία. Πρόκειται για έναν λόγο αυτοδικαιωτικό, προπαγανδιστικό κατά βάση, που απευθύνεται τόσο προς τα έξω όσο και προς τα μέσα.
Η αφήγηση του Εμφυλίου
Αντίθετα πάντως απ’ ό,τι συχνά πιστεύεται, το ΚΚΕ κάθε άλλο παρά σταθερή θέση διατήρησε έναντι της δεκαετίας του ’40. Οι αλλαγές ηγεσίας και πολιτικής γραμμής επηρέαζαν δραματικά τη ματιά του για το παρελθόν. Τίποτε το παράξενο για κομμουνιστές. Στο κάτω κάτω της γραφής, όπως δίδαξαν οι Σοβιετικοί, «μόνο για το μέλλον μπορούμε να είμαστε σίγουροι, το παρελθόν αλλάζει συνεχώς».
Από τα τέλη της δεκαετίας του ’50, πάντως, και για αρκετά χρόνια, ο Εμφύλιος Πόλεμος συνιστούσε για το ΚΚΕ ένα «ταμπού». Η ήττα και οι περιπέτειες των ελλήνων κομμουνιστών καθώς και η αποσταλινοποίηση και αποζαχαριαδοποίηση στη συνέχεια συνέβαλαν να μετατραπεί η εμφύλια σύγκρουση σε ένα τραύμα και να υιοθετηθεί ως στάση από το επίσημο ΚΚΕ κυρίως η σιωπή. Ως συνέπεια όλων αυτών, το κόμμα μετέφερε το κέντρο βάρους της ιστορικής του αφήγησης στην ΕΑΜική αντίσταση οικοδομώντας έτσι τη δική του εθνική συμφιλιωτική και ταυτόχρονα ηρωική αφήγηση. Πρόσωπα όπως ο Ζαχαριάδης και ο Βελουχιώτης, αν και αναπόσπαστα κομμάτια της ιστορίας του ΚΚΕ, προξενούσαν σε αυτό αμηχανία.
Από το 1991 (πτώση της ΕΣΣΔ, διάσπαση του κόμματος) και έπειτα, το ΚΚΕ έσπασε τη χρόνια σιωπή του στο θέμα αυτό και μετατόπισε σταδιακά το βάρος της ιστορικής του αφήγησης, από τα χρόνια της Κατοχής και της Αντίστασης, στην περίοδο του Εμφυλίου Πολέμου. Ηταν μια προφανής προσπάθεια να διαφοροποιηθεί από τα άλλα κόμματα (ΠΑΣΟΚ, Συνασπισμός) που στη σφαίρα της δημόσιας ιστορίας χρησιμοποίησαν συστηματικά την αφήγηση μιας, περισσότερο ή λιγότερο, αποστειρωμένης από εμφύλιες συγκρούσεις Εθνικής Αντίστασης. Υλοποιείτο έτσι η νέα πολιτική γραμμή: «πέντε κόμματα, δύο πολιτικές».
Από αυτό το σημείο και στο εξής ο Εμφύλιος Πόλεμος παρουσιάζεται ως μια «δικαιωμένη πολιτική» και συνιστά ιερό στοιχείο της ιστορίας του ΚΚΕ. Ο ΔΣΕ περιγράφεται από στρατευμένους κομματικούς ιστορικούς ως ένας στρατός ηρώων στον οποίο οι μαχητές του υποτίθεται πως ήταν δεμένοι στη ζωή και στον θάνατο με μια υπόθεση ονειρική. Με λίγα λόγια, ο Εμφύλιος Πόλεμος συνιστά πλέον μια κομμουνιστική εποποιία και όχι μια εθνική τραγωδία.
Ο Εμφύλιος δεν θεωρείται, τώρα, αρνητική εξέλιξη που επιβλήθηκε, αλλά κλιμάκωση της ταξικής πάλης. Οπως έγραφε το ηγετικό στέλεχος του ΚΚΕ Δημήτρης Γόντικας, ο Εμφύλιος Πόλεμος «είναι η εξέλιξη της ταξικής πάλης στον ανώτατο βαθμό. Αυτή είναι η μοναδικά σωστή επιστημονική εξήγηση (…) Ο εξορκισμός των εμφυλίων της ταξικής πάλης είναι το σκιάχτρο της άρχουσας τάξης για την υποταγή του εργατικού και λαϊκού κινήματος σε αιώνια σκλαβιά».
Η εξιδανίκευση της επιλογής του Εμφυλίου μετατρέπεται σε καθημερινή πολιτική πράξη προάσπισης της ιστορίας του ΚΚΕ, υπόμνησης των αγώνων του και υπενθύμισης πως, για τους εναπομείναντες, σοκαρισμένους από την πτώση της ΕΣΣΔ κομμουνιστές, το παιχνίδι δεν τελείωσε ακόμη.
Ακριβώς γιατί τα πρόσωπα έχουν το δικό τους ιδιαίτερο βάρος στο παρελθόν της κομμουνιστικής Εκκλησίας, ιδιαίτερα σημαντική απόφαση υπήρξε η αποκατάσταση τριών προσώπων που είχαν εξελιχθεί σε εμβληματικές αλλά ιδιαίτερα αμφιλεγόμενες φιγούρες για το ΚΚΕ: του Νίκου Ζαχαριάδη, του Νίκου Βαβούδη και του Αρη Βελουχιώτη. Η πολιτική τους αποκατάσταση επικύρωσε με επίσημο τρόπο τη νέα ανάγνωση του Εμφυλίου Πολέμου εκ μέρους του ΚΚΕ.
Κάπως έτσι το ΚΚΕ «επιστρέφει» και καθαγιάζει τα χρόνια της ζαχαριαδικής και σταλινικής εξουσίας. Η Εκκλησία του σταλινισμού επιστρέφει στις ρίζες της. Αυτό, μπορεί να μη βοηθά το κόμμα να αναπτυχθεί εκλογικά, σίγουρα όμως ανακουφίζει τις ψυχές των πιστών του. Τελικά, η σωτηρία της ψυχής είναι πράγματι πολύ μεγάλο πράγμα, ακόμη και για τους άθεους κομμουνιστές, ή ίσως κυρίως για αυτούς.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News