Η δολοφονία του σουηδού πρωθυπουργού Ολαφ Πάλμε του 1986, όσο και αν σήμερα, έπειτα από τρεις και πλέον δεκαετίες, έχει ξεθωριάσει από τη συλλογική μνήμη, ήταν στην εποχή της ένα τεράστιο σοκ.
Η χώρα του επί δεκαετίες φιλοτεχνούσε και προέβαλλε το προφίλ της ανοιχτής, ειρηνικής κοινωνίας, όπου ακόμη και ένας πρωθυπουργός μπορούσε να βγει σε μια νυχτερινή βόλτα στο σινεμά χωρίς φρουρά, όπως χιλιάδες άλλοι πολίτες.
Η εικόνα αυτή υπέστη καίριο πλήγμα εκείνη τη βραδιά του Φεβρουαρίου 1986, ακόμη περισσότερο ίσως γιατί μέχρι σήμερα παραμένει πρακτικά ανεξιχνίαστη δολοφονία.
Οι θεωρίες για τους δράστες είναι πολλές και το κίνητρό τους εντοπίζεται στην συνεπή και φιλειρηνική πολιτική στάση του Πάλμε.
Ηταν πίσω από τη δολοφονία έμποροι όπλων, Ιταλοί που συνδέονταν με μασονική στοά ή Χιλιανοί λόγω της αντίθεσης του Πάλμε με τη χούντα του Πινοσέτ; Μήπως ήταν η CIA ή Νοτιοαφρικανοί, με το καθεστώς του απαρτχάιντ σε πλήρη ισχύ, ή κούρδοι αυτονομιστές;
Η πολυετής έρευνα του σουηδού δημοσιογράφου Τόμας Πέτερσον, όπως σημειώνουν οι New York Times, καταθέτει μία περισσότερο πεζή εξήγηση, όχι λιγότερο ενοχλητική για τη σουηδική αστυνομία η οποία εξακολουθεί να παραμένει στο σκοτάδι.
Ο Πέτερσον θεωρεί ότι το ενδιαφέρον των Αρχών πρέπει να επικεντρωθεί και πάλι στον Στιγκ Ενγκστρομ, ο οποίος είχε συνδεθεί με την υπόθεση ως αυτόπτης μάρτυρας.
Η περίπτωση έχει πλέον απλώς ιστορική σημασία, γιατί ο Ενγκστρομ αυτοκτόνησε το 2000. Η πρώην σύζυγός του, με την οποία είχε χωρίσει ένα χρόνο νωρίτερα, είχε απορρίψει το ενδεχόμενο να συνδέεται ο Ενγκστρομ με την υπόθεση. «Δεν ήταν τέτοιος άνθρωπος, ήταν πολύ δειλός, δεν θα πείραζε ούτε μια μύγα» λέει.
Ο δημοσιογράφος μοιάζει να έχει διαφορετική άποψη.
Η αστυνομία, σύμφωνα με τον Πέτερσον, είχε επισημάνει την παρουσία του Ενγκστρομ στο σημείο του φόνου, αλλά δεν είχε δώσει συνέχεια.
Ωστόσο ο μάρτυρας είχε πρόσβαση σε όπλο ίδιο με αυτό του φόνου, πήγαινε τακτικά σε σκοπευτήριο και είχε προσωπικά κίνητρα για να σκοτώσει τον πρωθυπουργό. Ηταν ακόμη γνωστό, όπως γράφει η εφημερίδα Expressen, ότι ο Ενγκστρομ σύχναζε σε συγκεντρώσεις επικριτών του Πάλμε.
Ο Ενγκστρομ, που ήταν 52 ετών το 1986, είχε υπηρετήσει παλαιότερα στον σουηδικό στρατό, αλλά δεν είχε προαχθεί με τον ρυθμό που νόμιζε ότι του άξιζε. Δεν είχε τότε οικογένεια, δεν έβλεπε να έχει προοπτικές στη ζωή του, ήθελε όμως να κάνει κάτι για να αναγνωριστεί.
Το 1986 εργαζόταν σαν διαφημιστικός σύμβουλος. Είναι γνωστό ότι έφυγε από τη δουλειά του, σε κτίριο πολύ κοντά στο σημείο της δολοφονίας, δύο λεπτά πριν από τη δολοφονία.
Μετά τον φόνο όλοι νόμιζαν ότι ο Ενγκστρομ ήταν ένας περίεργος τύπος που απλώς ήθελε να τραβήξει πάνω του την προσοχή.
Τελικά για τον φόνο είχε καταδικαστεί σε ισόβια το 1989 ο Κρίστερ Πέτερσον (απλή συνωνυμία με τον δημοσιογράφο). Ασκησε έφεση, την κέρδισε και απελευθερώθηκε το επόμενο έτος, αλλά πέθανε το 2004.
Μετά την απελευθέρωση του Κρίστερ Πέτερσον ήταν που άρχισαν να πολλαπλασιάζονται οι θεωρίες για τους δράστες και τα κίνητρα.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News