Πριν από μισό και πλέον αιώνα, ο Άγγελος Τερζάκης, ένας μεγάλος έλληνας πεζογράφος και δοκιμιογράφος έγραψε προφητικά, ότι «θα ζήσουμε μέρες που θα δίνονται μάχες για να κερδίζονται εντυπώσεις και θα χάνονται στρατηγήματα». Η αποστροφή βέβαια του συγγραφέα, θα ίσχυε συντριπτικά αν δεχτούμε ότι ο μέχρι προ ημερών πρόεδρος του ΣτΕ, Νίκος Σακελλαρίου, ενδεδυμένος και εμφορούμενος της δικαστικής τηβέννου μπροστά στις κληθείσες τηλεοπτικές κάμερες έδινε «μάχη», και δεν εκτελούσε μια διατεταγμένη θεατρική παράσταση και μια πρωτοφανή στα χρονικά της δικαιοσύνης εκτροπή, που δεν εξέθετε μόνο εαυτόν, αλλά διαπόμπευε με τον πιο έσχατο τρόπο το κύρος της ανεξάρτητης και διακριτής (sic) από το σύνταγμα εξουσίας.
Βέβαια, η χαμένη τιμή αυτού του «ανεξάρτητου» πυλώνα του πολιτεύματος, ξεκινά από ουσιαστικές και αστείες παρεκτροπές και κελεύσματα, αρχής γενομένης από τον διορισμό του ανωτάτου δικαστικού ιερατείου από την κυβέρνηση, δηλαδή τους πολιτικούς. Σήμερα και οι πέτρες γνωρίζουν, ότι το σύστημα επιλογής της ηγεσίας της Δικαιοσύνης, που γίνεται από το υπουργικό συμβούλιο, με την παρεμβολή της Βουλής είναι διαβλητό, και τελείται όχι για τη διασφάλιση της δικαστικής ανεξαρτησίας, αλλά για να εξυπηρετεί εκάστοτε άλλες προθέσεις της πολιτικής.
Κυνισμός και υποκρισία θα μου πείτε; Ναι όλοι το γνωρίζουμε αυτό πια. Η ανώτατη Δικαιοσύνη της χώρας, είναι τόσο ανεξάρτητη από την εκάστοτε κυβέρνηση, όσο και το κοράνι από το Μωάμεθ. Σαφώς και δεν ανακαλύπτουμε την Αμερική με αυτές τις επισημάνσεις. Αλλά φαίνεται πλέον, πως ζούμε τις ύστατες μέρες που έγραψε προφητικά ο Αγγελος Τερζάκης. Εκείνες που έχουν κατεδαφιστεί και τα έσχατα προσχήματα και τα φύλλα συκής που οι μύθοι του πολιτεύματος έχουν με τόση λεπτότητα επιδαψιλεύσει ως «έπαινο για των Eλλήνων τα ιδεώδη» όπως θα περιέγραφε και ο Καβάφης με την κοφτερή ειρωνεία του, την απερίγραπτη κατρακύλα που βιώνουμε.
Ο ηχηρός και εκκωφαντικός τρόπος που πολιτικολόγησε και θεατρολόγησε ο κ. Σακελλαρίου, ελάχιστα πριν την συνταξιοδότησή του εφευρίσκοντας τα γνωστά άλλωστε προσχήματα περί διαρροών, επιδέχεται πολλαπλές αναγνώσεις. Δεν είναι όμως το δεσπόζων η αποκρυπτογράφηση των ενδεχόμενων προσωπικών σκέψεων και συνταξιοδοτικών στόχων του (πρώην) ανώτατου δικαστή της χώρας. Το κυρίαρχο είναι, ότι έδωσε τη χαριστική βολή στη γελοιοποίηση και την αποθεσμοποίηση της ανώτατης δικαστικής εξουσίας της. Και είναι ιστορικά επιβεβαιωμένο ότι μια χώρα, ένα κράτος, που διαλύει και γελοιοποιεί τους θεσμούς του, κλείνει το μάτι στην επερχόμενη βέβαιη διάλυσή του. Όμως, δεν ήταν πρώτος ο κ. Σακελαρίου που ήρξατο χειρών αδίκων. Πριν από 1,5 χρόνο η Βασιλική Θάνου, ούσα πρόεδρος του Αρείου Πάγου, μετά των υπολοίπων προέδρων των ανώτατων δικαστηρίων, συναντούσαν τον πρωθυπουργό και ως συνδικαλιστοπατέρες σωματείων της σειράς, πανηγύριζαν σύμπαντες με εμμελή κοντάκια και αίνους προς την κυβέρνηση, για την διατήρηση ή ακόμη και την αύξηση των δικαστικών μισθολογίων, σε μια περίοδο που περικόπτονται με τον πιο απάνθρωπο και βάρβαρο τρόπο συντάξεις και μισθοί. Η κυρία Θάνου μετά τη συνταξιοδότησή της, και για τις άυλες πνευματικές και μεταφυσικές υπηρεσίες στήριξης στο Μαξίμου, επιβραβεύτηκε με τη διεύθυνση του Νομικού Γραφείου της Γενικής Γραμματείας της κυβέρνησης πλάι σε στρατηγικούς φυγόστρατους, περιθωριακούς και λοιπές δυνάμεις που μετατράπηκαν σε θαλαμηπόλους της εξουσίας.
Στο συγκλονιστικό μυθιστόρημα «Περί τυφλότητας» που έγινε και ταινία της έβδομης τέχνης, ο οικουμενικός πορτογάλος συγγραφέας Ζοζέ Σαραμάγκου, περιγράφει ένα οδηγό σταματημένο σ’ ένα φανάρι μιας πόλης, που περιμένει ν’ ανάψει το πράσινο. Ξαφνικά, διαπιστώνει πως δεν βλέπει τίποτα πια, παρά μόνο ένα απέραντο λευκό. Τα χρώματα όλα έχουν χαθεί, όπως και οι σκιές. Λευκό, μόνο λευκό και κανένα άλλο χρώμα. Έντρομος, ζητά βοήθεια από τους τριγύρω. Με τη συνοδεία ενός νεαρού, φτάνει στο σπίτι του. Το ίδιο απόγευμα επισκέπτεται έναν οφθαλμίατρο. Άμεσα ξεσπά επιδημία και οι ασθενείς μεταφέρονται σ’ ένα εγκαταλελειμμένο νοσοκομείο με εντολή της κυβέρνησης. Εκεί διαρκώς οι τρόφιμοι πληθαίνουν και τα κρούσματα συνεχώς αυξάνονται. Ο στρατός που φυλάει το παλιό νοσοκομείο, πυροβολεί όποιον, έστω και από λάθος, φτάνει στην έξοδο. Μέσα στα όρια του νοσοκομείου, όσο πληθαίνουν οι τυφλοί, διαδραματίζονται παιχνίδια εξουσίας, υποταγής, και χειραγώγησης. Η σημερινή εικόνα της ελληνικής Δικαιοσύνης, παραπέμπει στα νοήματα και στους υπαινιγμούς του οικουμενικού συγγραφέα. Ως πότε ολόκληρο το πολιτικό σύστημα της χώρας θα καμώνεται όπως τη στρουθοκάμηλο, ότι δεν βλέπει αυτό που είναι βουερά ορατό; Κι ως πότε θα ανέχεται την διαιώνισή του;
Έγραφε πριν λίγο καιρό, ένας αναλυτής στον αθηναϊκό τύπο, ότι η «χώρα χρειάζεται μια ειρηνική επανάσταση». Αυτό το χιλιοειπωμένο και αναμασημένο τσιτάτο που εδώ και έναν αιώνα επισείεται ως επιμύθιο και συνταγή στην παρατεταμένη παρακμή που βιώνει η χώρα. Πλην όμως ανώδυνο και βαυκαλιστικό παραμύθι για να διαιωνίσουμε τη νεκρική μας πυρά. Ναι, αν αυτή τη χώρα τη φωτίζει ακόμη κάτι, είναι το φως από τη νεκρική πυρά της.
Ο κ. Σακελλαρίου, – που ας είναι ο τελευταίος του παρακμιακού status ενός χειραγωγημένου στην κορυφή του πυλώνα του πολιτεύματος, – θα έπρεπε να γνωρίζει ότι ο κυνισμός και η υποκρισία, με τον πλέον απροσχημάτιστο τρόπο «δεν μπορεί να είναι υποκατάστατα για τη δικαιοσύνη που δεν απονεμήθηκε» όπως θα ‘λεγε και ο Ιερός Αυγουστίνος. Έτσι, θα τον θυμούνταν περισσότερο η Ιστορία.
* Ο Κωστής Μαυρικάκης είναι πολιτικός μηχανικός
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News