-
Libération
Πρόσωπα/ Ποια είναι η «κόκκινη» πόρνη;
Την λένε Κλάρα Γιοχάνα Λάκομι, απλώς Χάνα, κάποιοι την ξέρουν και ως «Σαλώμη Μπαλτίς». Και ποια είναι; Μια δηλωμένη αριστερή που λατρεύει τον Αντόρνο, ψηφίζει Die Linke (Η Αριστερά) και διευθύνει ένα πρακτορείο συνοδών πολυτελείας. Επειτα από πέντε χρόνια εργασίας σε παραδοσιακούς οίκους ανοχής, η Χάνα Λάκομι δημιούργησε το 2016 τη Hetaera: ένα είδος online χαρεμιού, όπου εργάζονται δώδεκα πόρνες πολυτέλειας, και για το οποίο δεν παίρνει προμήθεια. Έχει την χαρά, όπως γράφει η Liberation, να διαδίδει την αριστερή της κουλτούρα στο επάγγελμά της. Μια κουλτούρα που συνοψίζει σε μια εντυπωσιακή φράση: «Παίρνω βρώμικα χρήματα από τους πλούσιους άνδρες με το σώμα μου για να τα επιστρέψω στη συνέχεια σε φόρους».
Η Χάνα είναι παιδί της Ανατολικής Ευρώπης. Μεγάλωσε στη δεκαετία του ’80 στην περιοχή Πάνκοφ του Βερολίνου, «έναν προαστιακό παράδεισο». Οι γονείς της ήταν καλλιτέχνες. Ο πατέρας της, Ράινχαρντ ήταν ένας δημοφιλής μακρυμάλλης τραγουδιστής. Η μητέρα της, Μόνικα Έρχαρντ, ήταν στιχουργός. «Στο σχολείο, οι άνθρωποι ήξεραν τον πατέρα μου πριν γνωρίσουν εμένα. Ποτέ δεν κατάφερα να ζήσω μια κανονική ζωή. Έτσι, αποφάσισα να ξεχωρίσω για τα καλά!»
Αγαπούσε πάντα το σεξ, το οποίο διακρίνει από τον έρωτα. Εχει μια σχέση εδώ και δέκα χρόνια με έναν άντρα, έναν καλλιτέχνη τριάντα χρόνια μεγαλύτερό της, ο οποίος την αγαπά και την υποστηρίζει. Εκείνη πάλι υποστηρίζει το ακομπλεξάριστο γυμνό. Οπαδός του FreiKörperKultur, όπως λεγόταν το κίνημα του γυμνισμού των καλοκαιρινών παραθεριστών της Βαλτικής Θάλασσας, πιστεύει ότι «το να είσαι γυμνός είναι σαν να είσαι ντυμένος». Και εξηγεί: «Η γιαγιά μου και η μητέρα μου ήταν γυναίκες με αυτοπεποίθηση. Όταν μου μίλησαν για τις διαφορές μεταξύ γυναικών και ανδρών, για τις αμοιβές, το δικαίωμα να διαθέτουν το σώμα τους, μαγεύτηκα».
Στην πορνεία έφτασε μετά τις σπουδές της στην Φιλοσοφική. Κι έφτασε εύκολα. Πώς; «Στο παρελθόν, η πορνεία ήταν μια κόκκινη γραμμή που έπρεπε να περάσεις, θα έπρεπε να πας σε μπαρ ή σε ορισμένους δρόμους για να βρεις τους πελάτες σου. Το Διαδίκτυο έχει αλλάξει τα πάντα. Μπορεί κανείς να έχει μια κανονική ζωή, να διατηρήσεις την αστική σου καθημερινότητα. Εμείς οι πόρνες καθόμαστε πολλές φορές, ξέρετε, δίπλα σας στο μετρό».
Μεταξύ των κανόνων που η Λακόμι εισήγαγε στο πρακτορείο της, ένας μπορεί να εκπλήξει: αν δεν θέλει να κοιμηθεί με κάποιον, του το λέει – εννοείται ευγενικά. «Τις περισσότερες φορές, οι άνθρωποι δεν το παίρνουν άσχημα. Πολύ συχνά, είναι αμοιβαία η απόφαση. Έτσι, πληρώνουν το ποτό, το ταξί μου, και το αφήνουμε εκεί». Αν όμως κλείσει η συμφωνία, απαιτεί την αμοιβή που θεωρεί σωστή για το επάγγελμά της: 1.000 ευρώ τις τέσσερις ώρες, 3.000 ευρώ ολόκληρη βραδιά. Με ΦΠΑ και απόδειξη φυσικά.
Φωτό: Όταν σηκωθεί, θα διαβάσει Αντόρνο. Πηγή: Libération
-
The Conversation
Σκέψη /Γιατί μας σώζουν οι πενήντα αποχρώσεις του γκρι
Κλιματική αλλαγή, θεωρία της εξέλιξης, εμβόλια: είναι τα τρία θέματα στα οποία συμφωνούν σχεδόν όλοι οι επιστήμονες. Οχι όμως πολύς κόσμος, ανάμεσά τους και πολιτικοί, που επιμένουν στην άγνοιά τους. Γιατί; Ο Τζέρεμι Σαπίρο, καθηγητής Ψυχολογίας στο Πανεπιστήμιο Case Western Reserve, επιχειρεί να εξηγήσει στο The Conversation τον ψυχικό μηχανισμό που οδηγεί στην άρνηση των επιστημονικών αποδείξεων. Και το εντοπίζει στην «μαυρόασπρη σκέψη» ή σε αυτό που πιο τεχνικά ορίζεται ως «μανιχαϊσμός» (και παίζει ρόλο, λένε και πάλι οι επιστήμονες, στην κατάθλιψη, το άγχος, την επιθετικότητα και την οριακή διαταραχή της προσωπικότητας).
Το να αρνηθεί κανείς τις αποχρώσεις του γκρίζου δεν είναι «πάντα ή αναγκαία λανθασμένο, αλλά είναι ένα κακό εργαλείο για να κατανοήσουμε περίπλοκες πραγματικότητες, αφού αυτές συνήθως περιλαμβάνουν ένα φάσμα δυνατοτήτων». Οι επιστήμονες ποτέ δεν κάνουν λόγο για 100% σωστό ή 100% λάθος, ούτε κατανέμουν το φάσμα των δυνατοτήτων σε δύο μόνο πεδία, την ολοκληρωτική βεβαιότητα ή την αδιαμφισβήτητη δυσπιστία. Επιπλέον, οι μη ειδικοί δεν γνωρίζουν ότι «η απόδειξη υπάρχει στα μαθηματικά και τη λογική, αλλά όχι στην επιστήμη». Η γνώση εκείνη, δηλαδή, που προχωρά με βήματα που πλησιάζουν αλλά δεν φτάνουν ποτέ μια «απόλυτη αλήθεια».
Το συμπέρασμα; «Υπάρχει ένα μεγάλο χάσμα ανάμεσα στην τέλεια γνώση και την πλήρη άγνοια. Ζούμε το μεγαλύτερο μέρος της ζωής μας σε αυτό το χάσμα». Πες τα χρυσόστομε.
Φωτό: Τίποτε δεν είναι άσπρο – μαύρο, ούτε καν μια ασπρόμαυρη φωτογραφία. Πηγή: Shuttersrtock
-
BBC
Μπάνιο στον πάγο/ Είναι ζήτημα sisu…
Είναι οι Φινλανδοί αυτοί που, όταν στην καρδιά του Ιανουαρίου ο άνεμος είναι κρύος και το θερμόμετρο φτάνει στο μηδέν, κάνουν μπάνιο στη θάλασσα με τα παιδιά τους για να διαπιστώσουν αν είναι πραγματικοί Φινλανδοί; Αυτό και μόνο αρκεί για να οριοθετηθεί το περίγραμμα της ενδιαφέρουσας κοινωνιολογικής ανάλυσης που καταθέτει στο BBC η Όλγα Σμίρνοβα γύρω από την έννοια του «sisu»: αυτή τη λέξη που εκφράζει μια έννοια κατανοητή μόνο σε ορισμένα γεωγραφικά πλάτη. Ελλείψει λογοτεχνικής μετάφρασης, το νόημα που περιέχει είναι εκείνο μιας απίστευτης δύναμης θέλησης, αποφασιστικότητας, επιμονής και ορθολογισμού.
Πριν από πολύ καιρό (ήταν το 1940), οι New York Times εξήγησαν πώς η λέξη sisu είναι η λέξη που αγαπήθηκε περισσότερο από τους Φινλανδούς (κάτι σαν το «hygge», με την έννοια της ζεστής και οικογενειακής ατμόσφαιρας, που αγαπούν οι Δανοί): «Είναι αυτό το πλεόνασμα ενέργειας και αποφασιστικότητας που μας ωθεί σαν ένα νέο φύσημα του ανέμου ενάντια στις αντιξοότητες». Είναι αυτό που μόνο οι Φινλανδοί έχουν στο τσεπάκι τους όταν χρειάζεται να αντιμετωπίσουν εμπόδια. Οι ρίζες του είναι ιστορικές και για να τις βρει κανείς πρέπει να επιστρέψει στη δεκαετία του ’20 όταν οι Φινλανδοί αναζητούσαν εκείνο το ζωτικό στοιχείο ταυτότητας που θα τους έκανε να ξεχωρίζουν από τους Ρώσους.
Η Ολγα Σμίρνοβα αναρωτιέται γιατί ισχύει αυτό για τους Φινλανδούς και όχι για τον υπόλοιπο κόσμο: «Επειδή έχουν ένα έμφυτο πνεύμα επιβίωσης» είναι η απάντηση. Αλλά είναι αυτό το ίδιο συναίσθημα που μπορεί να οδηγήσει σε ένα ανεξέλεγκτο πείσμα – την ξεροκεφαλιά που πολλοί αναγνωρίζουν ως εθνικό ελάττωμα των Φινλανδών.
Δηλαδή, καλό το sisu, αλλά μην το παρακάνουμε κιόλας.
Φωτό: Cool; Οχι, sisu… Πηγή: Shutterstock.
-
Τhe Times
Ρούχα/ Ποιοι βγάζουν από τα ράφια τους το μοχέρ
Μερικά από τα μεγαλύτερα ονόματα του ρουχισμού στον κόσμο, όπως η Zara, η H & M, η Gap και η Topshop, δηλώνουν ότι θα σταματήσουν την πώληση ρούχων που περιέχουν μοχέρ έπειτα από έρευνα για την «ανείπωτη δυστυχία» της αίγας Αγκύρας που εκτρέφεται για τον εφοδιασμό αυτής της βιομηχανίας.
Η Νότια Αφρική παράγει το μεγαλύτερο μέρος του μοχέρ του κόσμου, το οποίο είναι περιζήτητο για τη μεταξένια απαλότητά του και χρησιμοποιείται για πουλόβερ, παλτά και αξεσουάρ. Mυστικές βιντεοσκοπήσεις σε δώδεκα αγροκτήματα από την φιλανθρωπική οργάνωση για τα δικαιώματα των ζώων Peta, έδειξε αίγες που υποφέρουν από «οδυνηρούς, τρομακτικούς θανάτους». Οι εργαζόμενοι, οι οποίοι πληρώνονταν με τον όγκο και όχι με την ώρα, «δούλευαν γρήγορα και απρόσεκτα» καθώς έσερναν τις κατσίκες από τα πόδια τους, τις ουρές και τα κέρατα, αναγκάζοντάς τες να «κλαίνε από τον πόνο».
Αρκετά ζώα πάγωσαν μέχρι θανάτου σε ακραίες θερμοκρασίες μετά την κουρά τους, ανέφερε η φιλανθρωπική οργάνωση. Οσα ζώα ήταν βρώμικα βυθίστηκαν σε δεξαμενές από δηλητηριώδεις χημικές ουσίες για να καθαριστούν πριν κουρευτούν. Σε ένα αγρόκτημα, ένας εργάτης που βιντεοσκοπήθηκε με κρυφή κάμερα, χρησιμοποίησε ένα μαχαίρι για να κόψει τα λαιμό των ζώων που δεν χρειαζόταν επειδή το τρίχωμα τους δεν είχε επαρκή ποιότητα.
Η βιομηχανία μοχέρ στη Νότια Αφρική είναι 180 χρόνων και απασχολεί 30.000 ανθρώπους σε 1.000 αγροκτήματα, κυρίως στη φτωχή περιοχή του Καρού. Οι εξαγωγές ανέρχονται σε 120 εκατομμύρια δολάρια ετησίως. Καιρός τώρα να μετρήσουμε και τα θύματα – ζώα και εργάτες.
Φωτό: Σαν να ξέρει τι την περιμένει. Πηγή: Shutterstock
H Libération για την πασιονάρια της πορνείας / Το Conversation για τα κακά του μανιχαϊσμού / Το BBC γι’ αυτό που κάνει τους Φινλανδούς... Φινλανδούς / Και οι Times…