Μια νέα επιστημονική μελέτη έχει δημιουργήσει μερικά μεγάλα ερωτήματα. Εσείς, για παράδειγμα, τι θα προτιμούσατε; Να φάτε πίτσα ή να κάνετε σεξ; Η μουσική προσφέρει μεγαλύτερη ή μικρότερη ευχαρίστηση από τη ζάχαρη; Και ένα (καλό) πρώτο ραντεβού είναι περισσότερο ή λιγότερο συναρπαστικό από τoν Παρθενώνα; Για σκεφτείτε το λιγάκι. Το πρόβλημα, ωστόσο, είναι ότι νευροεπιστήμονες, ψυχολόγοι και φιλόσοφοι διαφωνούν με πάθος ως προς τη μυστηριώδη διαδικασία που μας κάνει να απολαμβάνουμε τα πράγματα που κάνουμε.
Η Τζούλια Κρίστενσεν, νευροεπιστήμονας στο Πανεπιστήμιο του Λονδίνου μελετά τον τρόπο με τον οποίο οι άνθρωποι ανταποκρίνονται στη χορογραφία. Και με μια εργασία της, που δημοσιεύτηκε πρόσφατα, προειδοποιεί ότι η εύκολη πρόσβαση στο σεξ, την πορνογραφία, τα smartphones και το νόστιμο φαγητό, ενέχει τον κίνδυνο να γίνουμε «τζάνκι μιας χωρίς νόημα ευχαρίστησης» κυνηγώντας την άμεση ικανοποίηση της ζάχαρης και των likes στα social media.
Η απάντηση, λέει η Κρίστενσεν, βρίσκεται στην τέχνη, γιατί η τέχνη μπορεί να προκαλέσει ένα είδος ευχαρίστησης, που εκλύεται πιο αργά και έχει μεγαλύτερο νόημα χωρίς τους κινδύνους της εξάρτησης ή της «υπερβολικής δόσης», πράγμα που είναι πολύ καλύτερο για τη «νευροβιολογική υγεία» μας. Η τέχνη είναι ένα «διεγερτικό καλύτερης ποιότητας», υποστηρίζει, «κάτι που απαιτεί λιγότερη ή καθόλου πνευματική προσπάθεια».
Εν τω μεταξύ, γράφουν οι Times του Λονδίνου, η συζήτηση άναψε όταν δύο άλλοι επιστήμονες την αντέκρουσαν λέγοντας ότι δεν υπάρχει τίποτα το ιδιαίτερο ως προς την ευχαρίστηση που προκαλεί η τέχνη και ότι η ήσυχη ενατένιση ενός πίνακα του Ρόθκο ή ενός μπαλέτου μοιάζει πολύ περισσότερο με τις βασικές απολαύσεις του άγριου σεξ, ενός εκλεκτού κρασιού ή μιας καλής μπριζόλας, από ό,τι ισχυρίζεται η δρ Κρίστενσεν…
«Η ευχαρίστηση είναι ευχαρίστηση», υποστηρίζουν τόσο ο Μάρκος Ναδάλ, ψυχολόγος στο Πανεπιστήμιο των Βαλεαρίδων Νήσων, -ερευνά την ανταπόκριση των ανθρώπων στις καμπύλες της γλυπτικής και της αρχιτεκτονικής- όσο και ο Μάρτιν Σκοβ, δανός νευροεπιστήμονας στο Κέντρο Ερευνών για τον Μαγνητικό Συντονισμό της Κοπεγχάγης όπου μελετά τη λήψη αποφάσεων.
«Η τέχνη δεν έχει κάτι το ιδιαίτερο στον τρόπο που μας προσφέρει ευχαρίστηση», λέει ο δρ Ναδάλ. Είναι μύθος, λέει, ότι τα κυκλώματα του εγκεφάλου διακρίνουν «υψηλές» και «ταπεινές» απολαύσεις: «Έχουμε την τάση να σκεφτόμαστε την τέχνη σαν ένα μεγάλο επίτευγμα του ανθρώπου αλλά ο μηχανισμός πίσω από αυτή είναι το ίδιο αρχαίο σύστημα που αναπτύχθηκε από τη φύση για την επεξεργασία των ιδιαίτερων αισθήσεων. Έχει τις ρίζες του στη βαθύτερη βιολογία μας».
Η τέχνη ενεργοποιεί πολύ πιο πρώιμες απολαύσεις από ό, τι συχνά συνειδητοποιεί κανείς, υποστηρίζει ο Μάρτιν Σκοβ. «Αναρωτιέμαι πόσοι άνθρωποι θα έβρισκαν εύκολη την επιλογή αν είχαν να διαλέξουν ανάμεσα στο να μην ξανακάνουν ποτέ σεξ ή να μην ξαναδούν ποτέ μια ταινία ή μια τηλεοπτική εκπομπή, να μην ξανακούσουν ένα μουσικό κομμάτι, ή να ξαναδιαβάσουν ένα βιβλίο, δηλαδή στην εξάλειψη κάθε πιθανής εμπειρίας τέχνης από τη ζωή τους».
«Η εκτίμησή μου είναι ότι η τέχνη είναι μία από τις πιο ικανοποιητικές μορφές διέγερσης του συστήματος ανταμοιβής που έχουμε εφεύρει» λέει ο Σκοβ. Ομοίως, λέει, το φαγητό και το σεξ «σπάνια – αν όχι ποτέ- είναι χωρίς νόημα για τις αισθήσεις μας». Μάλιστα προσωπικά για τον καθένα μπορεί να έχουν πολύ μεγάλη σημασία ανάλογα με το πού πότε και με ποιον, τα απολαμβάνει κανείς.
«Ενα Big Mac δεν θα μείνει μαζί σας», υποστηρίζει από την άλλη πλευρά η Τζούλια Κρίστενσεν, αλλά «ένα έργο τέχνης που θαυμάσατε, θα ηχήσει μέσα σας λίγο αργότερα, θα μείνει μαζί σας, θα επιστρέψει, θα σας κάνει να σκεφτείτε και να δείτε τα πράγματα διαφορετικά επειδή σας έδειξε κάτι».
«Μπορεί να είναι κάτι φρικτό όπως η Γκερνίκα, ή κάτι όμορφο σαν μια πόζα μπαλέτου, αλλά πέρα από την ευχαρίστηση που προσφέρει, σας κάνει να σκεφτείτε και να βιώσετε τα πράγματα διαφορετικά. Επειδή απλά σε ένα εγκεφαλογράφημα «φωτίζονται» οι ίδιες περιοχές στον εγκέφαλο δεν σημαίνει ότι πρόκειται για την ίδια διαδικασία ή ίδια υποκειμενική εμπειρία», επιμένει.
Τελικά, οι πρόοδοι στην τεχνολογία σάρωσης του εγκεφάλου έχουν ζωντανέψει τα ίδια ερωτήματα γύρω από το είδος και τον σκοπό της ευχαρίστησης, που απασχολούσαν τον 4ο αιώνα π.Χ. τους φιλόσοφους του ηδονισμού στην αρχαία Ελλάδα.
Όταν ρωτήθηκε με ποια από τις δύο πλευρές συμφωνεί, η Τζίνα Ρίπον, καθηγήτρια γνωστικής νευροαπεικόνισης στο Πανεπιστήμιο Αστον του Μπέρμιγχαμ, απάντησε: «Θα ήμουν με εκείνους που λένε ότι το κύκλωμα της ευχαρίστησης είναι κύκλωμα ευχαρίστησης».
«Ο τρόπος με τον οποίο ενεργοποιείται ο εγκέφαλος εξαρτάται από την προσωπική ιστορία του ατόμου, από τις δικές του προσωπικές συνδέσεις και εμπειρίες. Κάποιος που είχε ευτυχισμένες αναμνήσεις ως παιδί στην Tate Modern θα ανταποκριθεί διαφορετικά από κάποιον που βιώνει τη σύγχρονη τέχνη σαν κάτι που οι άνθρωποι χλευάζουν», λέει η βρετανή καθηγήτρια.
Η Τζίνα Ρίπον επισήμανε, επίσης, ότι η ανάλυση της ευχαρίστησης με τέτοιο τρόπο έχει «κάτι από νέο-φρενολογία», αναφερόμενη στην θεωρία του 18ου αιώνα -έχει απορριφθεί- σύμφωνα με την οποία η προσωπικότητα ενός ατόμου θα μπορούσε να αποκαλυφθεί από την μελέτη του περιγράμματος και των εξογκωμάτων του κρανίου του.
«Παρατηρώντας την εικόνα του εγκεφάλου του θα μπορούσα να πω αν [ο συγκεκριμένος άνθρωπος] απολαμβάνει κάτι ή τουλάχιστον να έχω μια πολύ καλή ιδέα περί αυτού. Αλλά δεν θα ήμουν σε θέση να πω αν αυτή η ευχαρίστηση προκλήθηκε από το γεγονός ότι έβλεπε έναν πίνακα του Πικάσο ή επειδή έτρωγε μια πλάκα σοκολάτα», ξεκαθαρίζει η Τζίνα Ρίπον.
Επιμέλεια: Κική Τριανταφύλλη
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News