Ας ξεκινήσουμε με ένα παράδειγμα από την παλιότερη πολιτική ζωή. Κάπου στις αρχές της δεκαετίας του ’80, σε μια δεξίωση στο Προεδρικό Μέγαρο για τους ανθρώπους του Τύπου, ένας δημοσιογράφος της εποχής απευθύνθηκε στον τότε Πρόεδρο Κωνσταντίνο Καραμανλή: «Κύριε πρόεδρε, εσείς είσθε μεν, κατά το Σύνταγμα, ανεύθυνος άρχων, αλλά θα θέλαμε τη γνώμη σας…».
Δεν πρόλαβε να αποσώσει τη φράση του και ο Καραμανλής τον διέκοψε με μια κίνηση του χεριού του. Και εμφανώς… μπαρουτιασμένος του είπε: «Ανεύθυνος είσαι εσύ και όλο σου το σόι»! Ή κάπως έτσι, δεν παίρνω όρκο, το είχα ακούσει από όσους βρίσκονταν στην ομήγυρη.
Τι νόημα έχει αυτό το περιστατικό σήμερα; Εχει, για δύο λόγους. Πρώτον, διότι ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας δεν είναι διακοσμητικό πρόσωπο. Ασφαλώς δεν έχει πολλές και σημαντικές αρμοδιότητες (το σύστημά μας είναι πρωθυπουργοκεντρικό), αλλά έχει δικαίωμα και υποχρέωση να μιλάει. Δεύτερον, αυτά που λέει δεν πρέπει να έρχονται σε προφανή αντίθεση με όσα λέει η κυβέρνηση και, σε ορισμένες περιπτώσεις, πρέπει να (προ)εγκρίνονται από αυτήν. Ετσι λέει το Σύνταγμα. Το ξεκαθαρίσαμε.
Ο σημερινός Πρόεδρος της Δημοκρατίας επιδεικνύει έναν υπερβάλλοντα μπιζομποντισμό, επί το ελληνικότερον πολυπραγμοσύνη. Μιλάει πολύ και παντού. Και όταν μεν μιλάει για τον εθελοντισμό, τους δωρητές σώματος ή τις ηρωϊκές μάχες της Ιστορίας, κανένα πρόβλημα. Όμως, όταν επιλέγει, συστηματικά, να μιλάει για ανοικτά εθνικά θέματα κατά τρόπον που μπορεί να δυσκολεύει τη λύση τους ή να επιτείνει την όξυνση των σχέσεων με άλλες χώρες, πρέπει να είναι διπλά προσεκτικός. Ας δούμε δύο παραδείγματα από όσα είπε πρόσφατα.
1. Οπου σταθεί κι όπου βρεθεί ο κ. Παυλόπουλος θέτει ως απαράβατο όρο για συμφωνία στο Μακεδονικό την προκαταβολική αλλαγή του Συντάγματος της γειτονικής χώρας. Ομως, όλοι γνωρίζουν ότι κάτι τέτοιο είναι ανέφικτο σε αυτή τη φάση για πρακτικούς λόγους (έλλειψη αναγκαίας πλειοψηφίας και στενά χρονικά περιθώρια). Ετσι, προκρίνεται η λύση της διεθνούς συμφωνίας, η οποία κατοχυρώνει καλύτερα την Ελλάδα. Διότι το Σύνταγμα μπορεί να το αλλάξει μια επόμενη κυβέρνηση, τη διεθνή συμφωνία όχι. Προς αυτή τη λύση προσανατολίζεται και η σημερινή κυβέρνηση(ειδικά ο κ. Κοτζιάς). Αλλά την έχει υποδείξει και –ο καθόλου… ύποπτος για φιλοκυβερνητισμό ασφαλώς– Ευάγγελος Βενιζέλος (εδώ). Ο οποίος υπενθύμισε ότι και η Ενδιάμεση Συμφωνία του 1995 τέτοια συμφωνία ήταν και οδήγησε σε αναθεώρηση βασικών άρθρων του Συντάγματος της ΠΓΔΜ. Οσοι, λοιπόν, θέλουν να βρεθεί λύση συμβάλλουν εποικοδομητικά, όσοι δεν θέλουν πλειοδοτούν σε «μακεδονισμό». Ο κ. Παυλόπουλος σε ποια πλευρά είναι; Ας το ξεκαθαρίσει με την κυβέρνηση, η οποία φαίνεται ότι είναι με την πρώτη.
2. Ο κ. Παυλόπουλος, ως γνώστης του διεθνούς δικαίου, πολύ καλά κάνει και το επικαλείται διαρκώς, για να αποκρούσει την τουρκική προκλητικότητα. Αυτή είναι η μόνιμη επιλογή όλων των ελληνικών κυβερνήσεων. Ομως, τις προάλλες, προφανώς επηρεασμένος από την τουρκική στάση στην υπόθεση των δύο κρατούμενων Ελλήνων στρατιωτικών, διέπραξε μια γκάφα. Μιλώντας στην Πιερία, πέρα από τα διάφορα ηρωϊκά (αποδεκτά), είπε επί λέξει: «Μπορούμε να μην έχουμε το έδαφος που ιστορικά θα μας αναλογούσε…». Τι χρειαζόταν αυτό; Σε κάποιους μπορεί να θυμίζει εκείνο το «να πάρουμε την Πόλη και την Αγιά Σοφιά». Σε κάποιους άλλους εκείνο του Ερντογάν για «τα σύνορα της καρδιάς μας». Ηταν μια αστοχία, που επέτρεψε στο υπουργείο Εξωτερικών της Τουρκίας να κάνει (άκουσον άκουσον…) μαθήματα διεθνούς δικαίου.
Μέχρι τώρα ξέραμε ότι τον ρόλο του υπερπατριώτη έχει αναλάβει ο Πάνος Καμμένος. Στο Μακεδονικό έχει καβαλήσει τον Βουκεφάλα, υπονομεύοντας τις προσπάθειες της κυβέρνησης στην οποία μετέχει. Δυστυχώς, ο κ. Τσίπρας του το επιτρέπει. Στα ελληνοτουρκικά ο Καμμένος ήταν που ακολουθούσε, ως μη όφειλε, τις τουρκικές προκλήσεις (εδώ και εδώ). Σήμερα έχει βάλει την ουρά στα σκέλια.
Ομως, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας δεν δικαιούται να μεταβληθεί σε (νεο-μακεδονομάχο και μπουρλοτιέρη…) Καμμένο. Διότι τότε θα είναι πραγματικά ανεύθυνος.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News