Προσφυγικά, πάθος, εθνική υπερηφάνεια, πόθος, αδρεναλίνη, συνύπαρξη. Η ιστορική νίκη της ομάδας μπάσκετ της ΑΕΚ επί της Σλάβια Πράγας είναι το θέμα της νέας ταινίας του Τάσου Μπουλμέτη που βγαίνει στους κινηματογράφους στις 25 Ιανουαρίου. Μια ταινία που αποτελεί ένα υβριδικό είδος που ονομάζεται docufiction. Aπό τη μιάμιση ώρα η μία είναι ταινία με υπόθεση η άλλη μισή είναι κάποια αυθεντικά κομμάτια του αγώνα και μαρτυρίες ανθρώπων που τα έζησαν εκείνη την εποχή. Εμπλέκονται με την μυθοπλασία.
Ο σκηνοθέτης μας μιλά για την ταινία, τα μυστικά της, τη μοναδική συνθήκη συνάντησης όλων των Ελλήνων ανεξαρτήτως «φανέλας» μέσα στον πρώτο χρόνο τους χούντας. 80.000 άτομα στο Καλλιμάρμαρο, εκατομμύρια ακροατές στα ραδιόφωνα σε ένα μαζί πρωτόγνωρο. Μιλά όμως και για το αν θα κινηματογραφούσε την συνθήκη του «μαζί» που βλέπει στα συλλαλητήρια για το Σκοπιανό, για την κριτική, την αντίδραση του Σμαραγδή, τα επόμενα σχέδια του.
Βγαίνοντας από την αίθουσα θα πω «είδα μια ταινία» ή «είδα ένα ντοκιμαντέρ»;
«Θα πεις είδα μια ταινία! Αυτό ήταν ένα πείραμα που ήθελα να κάνω –πριν καν προκύψει η πρόταση να γίνει ταινία ο αγώνας του 1968- αλλά είχε μεγάλο ρίσκο».
Αναφέρεστε στην πιθανή σύγχυση που θα είχε ο θεατής για το τι ακριβώς είδε;
«Ακριβώς. Και επειδή οι θεατές αντιδρούν με ένα συγκεκριμένο καλουπαρισμένο τρόπο τον οποίο έχουν επιβάλει τα media και οι κριτικοί, ήταν κάτι που με απασχολούσε. Αυτό όμως ήταν το τυπικό μέρος, η ουσία ήταν αν θα μπορούσα να πετύχω αυτό που ήθελα, το σωστό μείγμα».
Και; Πώς αισθάνεστε για το αποτέλεσμα;
«Αισθάνομαι ότι το πέτυχα. Αισθάνομαι ότι βγήκε αυτό που ήθελα».
Στις γυναίκες θα αρέσει η ταινία; (γέλια)
«Αυτή η ταινία ενθουσιάζει τις γυναίκες. Το θέμα είναι να μπούνε οι γυναίκες μέσα. Δεν είναι μια αθλητική ταινία, μόνο. Σίγουρα δεν είναι μια οπαδική ταινία. Οι γυναίκες βγαίνουν είτε κλαίγοντας, είτε γελώντας. Παρόλο που δείχνει ένα συμβάν που έγινε στον πρώτο χρόνο της χούντας υπήρχε μια αθωότητα στον κόσμο. Υπήρχε ένα διαφορετικό ήθος στον αθλητισμό. Στην ταινία βλέπουμε μια Ελλάδα ενωμένη, αυτό που λείπει σήμερα από την κοινωνία μας».
Ετσι που το ακούω είναι σαν να βλέπουμε μια χαμένη πατρίδα, μια χαμένη συναισθηματική πατρίδα.
«Ωραία το λες. Ναι είναι μια χαμένη πατρίδα που υπήρχε στα ίδια γεωγραφικά όρια που είμαστε τώρα».
Ομως η μεγάλη νίκη της ΑΕΚ, αυτό το «δεν μπορούμε παρά να νικήσουμε» αισθάνομαι ότι ήταν μια αφορμή για να κάνετε την ταινία.
«Σαφώς. Αυτό θα μπορούσε να συμβεί και σε άλλο σπορ ή εκτός αθλητισμού. Ηταν μια εποχή που ο κόσμος είχε μια ασυνείδητη ανάγκη να συναντηθεί και υπήρχε και μια κοινωνική συνείδηση και ηθική που ήταν διαταξική, παρόλο που επικρατούσε μια πολωμένη κατάσταση σε μια χώρα που είχε βγει από εμφύλιο με μια σφοδρή σύγκρουση Αριστεράς και Δεξιάς. Με μια Δεξιά φθαρμένη και εκδικητική. Παρόλα αυτά υπήρχε εντιμότητα. Αυτό έχει χαθεί, έχει αλλοιωθεί. Εχουμε αλλοτριωθεί. Ηδη με το “Νοτιά” προσπάθησα να μιλήσω για αυτή την κρίση που άρχισε στη δεκαετία του ’70 και κυρίως από το 1981 με το σενάριο της επίπλαστης ευμάρειας».
«Τσοβόλα δώστα όλα» και κοινοτικές επιδοτήσεις και αίφνης ο Ελλην Ευρωπαίος. Αυτή τη στιγμή περιγράφετε;
«Αυτά και μια σειρά από μια άλλα πράγματα. Η κατάργηση της αξιοκρατίας, της ιεραρχίας, το να προηγείται ενός άξιου εργαζόμενου ο κομματικός εγκάθετος που το ακολούθησαν όλα τα κόμματα μετά».
Μαζέψατε πολλές μαρτυρίες για την ταινία…
«Εχω υλικό 23 ωρών. Περίπου πενήντα άτομα ήταν μέσα».
Υπάρχουν κάποιες ιστορίες που δεν βάλατε και που έχουν ενδιαφέρον;
«Υπήρχαν πιπεράτες ιστορίες που δεν έβαλα γιατί δεν είχαν νόημα. Γκομενικές ιστορίες ας πούμε που έχουν ενδιαφέρον για μια άλλη ταινία…»
Γυναίκες τύπου γκρούπις στα αποδυτήρια;
«Αυτό παίζει στην ταινία, αλλά με ήπιο τρόπο. Υπάρχουν εικόνες που διάφορες μαθήτριες. Μάλιστα έχω κάνει και κάποιους συνειδητούς αναχρονισμούς γιατί σε κάποιες μαθήτριες έχω βάλει ζαρτιέρες. Ξέρω ότι κάτι nerds κάθονται και τσεκάρουν κάτι τέτοια στοιχεία και θα βγουν να γκρινιάξουν. Εχω συνειδητά βάλει αναχρονισμούς, όπως οι ζαρτιέρες, ή άνδρες με μούσια. Ηταν ηθοποιοί που ήθελα οπωσδήποτε στην ταινία και δεν μπορούσα να τους βάλω να τα ξυρίσουν γιατί το απαιτούσαν οι ρόλοι τους στο θέατρο».
Αποκαλύψτε μας κάποια ενδιαφέρουσα, σημαντική ιστορία που δεν μπήκε…
«Να σου πω μια πολύ ωραία ιστορία: Η ΑΕΚ άρχισε να φτιάχνει ομάδα το 1962 και πήρε το πρωτάθλημα στο μπάσκετ. Επρεπε τότε να δηλώσει συμμετοχή στο Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα. Δεν έκαναν όμως αίτηση γιατί θεώρησαν αυτονόητο ότι θα λάβουν μέρος, δεν έδωσαν σημασία στο γραφειοκρατικό κομμάτι. Ο μόνος τρόπος για να το λύσουν αυτό επειδή ήταν εκπρόθεσμοι ήταν να βάλουν τον διάδοχο Κωνσταντίνο τότε, που ήταν παθιασμένος Αεκτζής, να μεσολαβήσει. Η αδελφή του η Σοφία είχε μόλις παντρευτεί τον Χουάν Κάρλος. Ο μεγάλος άνδρας του μπάσκετ τότε ήταν Ισπανός, ο Σαπόρτα. Εβαλε λοιπόν ο Κωνσταντίνος τον Χουάν Κάρλος να μεσολαβήσει στον Σαπόρτα και έτσι η ΑΕΚ μπήκε να παίξει στον τελικό. Ο Κωνσταντίνος ήταν τότε φανατικός Αεκτζής, εμφανιζόταν σε όλους τους αγώνες της ΑΕΚ».
Αυτό φανερώνει αυτό που λέγατε νωρίτερα για τη διαταξική υποστήριξη στην ΑΕΚ.
«Υπάρχει και μια άλλη πολλή ενδιαφέρουσα ιστορία που είναι διαχρονικά επίκαιρη για την ελληνική διπλωματία. Το 1963-1964 πήγε η ΑΕΚ να παίξει στην Κωνσταντινούπολη. Εχουν μόλις αρχίσει οι απελάσεις Ελλήνων, μέρος εκ των οποίων ήταν η οικογένειά μου. Πηγαίνοντας να παίξουν τους επισκέφθηκε ο Ελληνας πρέσβης στην Τουρκία και αφού τους ευχήθηκε τυπικά καλή επιτυχία τους είπε “να έχετε υπόψη σας ότι εμείς θέλουμε ένα καλό κλίμα με την Τουρκία”. Εμμέσως πλην σαφώς τους είπε να χάσουν. Καταλαβαίνετε; Αυτή είναι ανάμνηση ενός παίκτη, για να είμαι δίκαιος κανένας άλλος παίκτης δεν το θυμάται. Το αναπαράγω ως αφήγημα στο making of που ετοιμάζω».
Μιλώντας για διπλωματία, σκέφτομαι τη μεγάλη συγκέντρωση για το Σκοπιανό στη Θεσσαλονίκη που θα επαναληφθεί στην Αθήνα. Τι υλικό είναι αυτό για έναν δημιουργό;
«Είναι παράξενο το ότι συναντιούνται για ένα τέτοιο θέμα. Με την έννοια ότι υπάρχουν τόσοι πολλοί λόγοι για να γίνουν αυτή τη στιγμή συλλαλητήρια και όμως συναντιούνται τόσοι πολλοί για ένα θέμα που καταρχήν είναι φαντασιωσικό και δεύτερον είναι εύκολο. Στην ταινία έχω μια σκηνή που είναι πολύ αιχμηρή και πολύ τολμηρή. Ενδεχομένως θα με κατηγορήσουν για αυτήν. Υπάρχει ένας χαφιές, χουντικός που πάει να ακούσει τον αγώνα μαζί με κάποιους άλλους που δεν τον θέλουν, τον κατηγορούν και αυτός τους ξεσκεπάζει: εσύ μου ζήτησες αυτό και στο έκανα, εσύ το άλλο και στο έκανα. Είμαστε μια χώρα που ανεξάρτητα από το ποιο κόμμα κυβερνά είμαστε καθεστωτικοί. Πάντα με το καθεστώς. Οι μισοί από αυτούς που έμπαιναν μέσα στα στάδια στις γιορτές της χούντας πήραν σύνταξη αντιστασιακού. Με αυτή την έννοια υπάρχει ένα συλλαλητήριο που αγγίζει χορδές εθνικιστικές. Είναι εύκολο να πας να υπερασπιστείς ένα φαντασιωσικό παρελθόν και πολύ πιο δύσκολο να πας να αφήσεις την βολή σου και να πας να διεκδικήσεις πράγματα που πληγώνουν την καθημερινότητά σου».
Με την ίδια διάθεση είδατε και το φαινόμενο των Αγανακτισμένων;
«Δεν σου κρύβω ότι πέρασα από εκεί και ότι παρασύρθηκα κιόλας. Λειτούργησε το συναίσθημα. Δεν είχα καταλάβει αμέσως πόσο ελεγχόμενο ήταν από διάφορες χαζοφατρίες και ήταν μέσα χωμένο όλο αυτό που κατ’ επίφαση ονομάζουμε δημοκρατικό τόξο που ποτέ δεν κατάφερε να συμφωνήσει για κάποια πολύ βασικά πράγματα για την ελληνική κοινωνία όπως η παιδεία, η υγεία και η εξωτερική πολιτική».
Κινηματογραφικά θα σας ενδιέφερε να ασχοληθείτε με κάποια από τα «μαζί» που έχουν πολιτικό πρόσημο;
«Οχι, διότι ως πολίτης αγανακτώ και συμμετέχω τόσο πολύ που είμαι φανατισμένος για κάποια πράγματα. Πονάω, θυμώνω, αλλά δεν εκδηλώνομαι τόσο πολύ όσο άλλοι φίλοι μου που τολμάνε και βγαίνουν δημοσίως και εκφράζονται και τους θαυμάζω».
«Δεν θα πω ποτέ ότι οι ταινίες μου είναι μόνο προϊόντα πολιτισμού Είναι και εμπορικά προϊόντα που διεκδικούν ένα μερίδιο στην αγορά»
Και γιατί δεν το κάνετε; Δεν εκφράζεστε δημοσίως;
«Δεν έχω τη δύναμη. Εχω αναστολές να το κάνω δημόσια».
Αυτό που έκανε ο Κωνσταντίνος Μαρκουλάκης με την τοποθέτηση στη Νέα Δημοκρατία, για παράδειγμα, θα το τολμούσατε αν σας καλούσε κάποιο κόμμα;
«Θα μπορούσα να μιλήσω στα συνέδρια όλων των κομμάτων αν με καλούσαν. Θα μπορούσα λέω, όχι ότι θα το κάνω. Καταλαβαίνω πότε μια πρόσκληση έχει ουσία ή γίνεται για το θεαθήναι. Χθες με κάλεσε ο σύλλογος γαστρεντερολόγων. Με καλούν πολλοί ιατρικοί σύλλογοι. Μίλησα σε ένα συνέδριο παιδοψυχιάτρων για το πώς έκανα κάστινγκ για το παιδί που πρωταγωνιστεί στον “Νοτιά”. Εχει πάρα πολύ ενδιαφέρον. Είδα περίπου 100 παιδάκια και τους ζητούσα να μου ανατρέψουν μύθους. Τους έλεγα ας υποθέσουμε ότι δεν κέρδισαν οι Ελληνες τον Τρωικό πόλεμο αλλά οι Τρώες. Πώς το έκαναν. Τα περισσότερα παιδιά σάστιζαν, άλλα θύμωναν, έβαζαν τα κλάματα. Αυτό το παιδί άρχισε να φτιάχνει αμέσως μια αφήγηση. Εμφανίζεται και στο “1968” σε έναν ρόλο τιμής ένεκεν διότι είναι Αεκτζής. Και επειδή χάρη σε αυτόν οφείλω την πρόταση που μου έγινε από τον (μεγαλομέτοχο της ΚΑΕ ΑΕΚ) Αγγελόπουλο για την ταινία: είχε πει ο Φοίβος σε μια συνέντευξη που είχε δώσει για τον “Νοτιά” ότι είμαι Αεκτζής και έτσι το έμαθε ο Αγγελόπουλος».
Τι σας φοβίζει σε σχέση με την ταινία.
«Το οπαδικό. Ο φανατισμός. Μήπως εκληφθεί είτε από Αεκτζήδες είτε από άλλους οπαδούς ότι είναι μαγκιά για την ΑΕΚ ή προσβλητικό για τους άλλους. Εχουν αρχίσει στα social media κάποιες τέτοιες αιχμές που προσπαθώ να σβήσω παρεμβαίνοντας όπου είναι δυνατόν. Οταν θα δείτε την ταινία θα καταλάβετε ότι εκεί αναδεικνύεται η θετική πλευρά αυτού που λέμε τώρα».
Ποια είναι η δική σας στάση για την κριτική. Ρωτώ με αφορμή το ξέσπασμα του Γιάννη Σμαραγδή που απειλεί με μηνύσεις τους κριτικούς.
«Είναι πολύ λεπτό το θέμα. Δεν περνάει καν από το μυαλό μου πώς μπορείς να κινηθείς εναντίον κάποιου επειδή γράφει αρνητική κριτική. Σε καμία περίπτωση. Αν όμως κάποιος με την κριτική του προσβάλει την προσωπικότητά σου και δεν ασχολείται με το έργο σου είναι διαφορετικό. Εμένα μου έχει συμβεί αυτό. Ενας κριτικός, ιδιοκτήτης σάιτ προσπαθεί να ασχοληθεί μαζί μου με κάθε τρόπο. Εχει κάθε δικαίωμα να πιστεύει τα χειρότερα για τις ταινίες μου. Όμως ως επιχειρηματίας, που πληρώνει φόρους, διεκδικεί διαφημίσεις, δεν έχει δικαίωμα να προσβάλλει το προϊόν μου. Το δικό του προϊόν θίγει το δικό μου. Δεν θα πω ποτέ ότι οι ταινίες μου είναι μόνο προϊόντα πολιτισμού Είναι και εμπορικά προϊόντα που διεκδικούν ένα μερίδιο στην αγορά. Υπάρχουν άνθρωποι που έχουν επενδύσει και αν μη τι άλλο περιμένουν να πάρουν πίσω κάποια χρήματα. Όταν μιλάς με τρόπο απαξιωτικό για το προϊόν ή τον κατασκευαστή ίσως υπάρχουν όρια που αν ξεπεραστούν σε κάνουν να κινηθείς νομικά εναντίον του άλλου. Εγώ βέβαια ποτέ δεν έχω σκεφθεί να κινηθώ νομικά εναντίον κάποιου. Ποτέ».
Πώς σχολιάζετε τη στάση του Σμαραγδή;
«Νομίζω ότι ο Σμαραγδής το είδε πολύ πολωτικά το θέμα. Αν βέβαια αισθάνεται την ανάγκη να υπερασπιστεί την προσωπικότητά του… Δεν ξέρω. Εγώ δεν θα το έκανα πάντως».
Πώς θα περάσετε τις επόμενες μέρες;
«Εχω ένα τελετουργικό. Κάθε φορά που βγαίνει μια ταινία μου επισκέπτομαι τους κινηματογράφους κάνω τουρ και βλέπω τις αντιδράσεις του κοινού. Αυτό θα κάνω από την πρεμιέρα και μέχρι την Κυριακή. Βγαίνει σε περίπου 100 αίθουσες σε όλη την Ελλάδα (όχι δεν θα πάω σε όλες!). Και ήδη έχουμε αρχίσει τις συζητήσεις για να ταξιδέψει η ταινία. Θέλω να πω ότι οποιοδήποτε κέρδος μπορεί να προκύψει από την ταινία θα τα πάρει η ΑΕΚ και όχι ο Αγγελόπουλος που έβαλε τα χρήματα (με τον ΟΠΑΠ μεγάλο χορηγό). Ολα τα έσοδα που τον αφορούν θα πάνε στην ΑΕΚ. Και επένδυσε ένα εξαιρετικά μεγάλο ποσό πρέπει να πω για το είδος της ταινίας αυτής (σ.σ όχι, δεν θέλει να το αποκαλύψει). Ηταν η χαρά του σκηνοθέτη αυτή η ταινία».
Και αφού τελειώσουν όλα αυτά; Το επόμενο σχέδιο;
«Καταρχήν ξεπέρασα το πρόβλημα της μεγάλης απόστασης από τη μία ταινία στην άλλη όπως είχε συμβεί από την “Πολίτικη Κουζίνα” στον “Νοτιά”! Είμαι ήδη έτοιμος να γυρίσω την επόμενη ταινία. Σαν τον Γούντι Αλεν και εγώ».
Ξέρετε την υπόθεση;
«Οχι. Να σου πω την αλήθεια θέλω να επιστρέψω στην πρώτη μου ταινία και να κάνω διορθώσεις. Η “Βιοτεχνία Ονείρων” είναι μια απίστευτα επίκαιρη ταινία που εκείνη την εποχή έγινε με αφέλεια. Θέλω να την ξαναδουλέψω και να βγει σε δυο τρεις κινηματογράφους. Υπήρχε ξέρεις ένας σημαντικός μεταιϊμπρεσιονιστής ζωγράφος που πήγε σε έναν συλλέκτη που είχε αγοράσει πίνακά του και του ζήτησε να διορθώσει ένα πορτοκαλί στον πίνακα που δεν του άρεσε πλέον καθόλου. Τον έβλεπε σαν λεκέ στο έργο του. Ετσι και εγώ θέλω να διορθώσω μερικούς λεκέδες αφηγηματικούς ηθικούς και νοηματικούς».
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News