Ο Ταγίπ Ερντογάν έρχεται στην Ελλάδα. Είναι ιστορική η επίσκεψη; Ναι, αν αναλογιστεί κανείς ότι πρόεδρος της Τουρκίας έχει να επισκεφθεί την Αθήνα από το 1952, όταν τον είχε δεχτεί ο βασιλιάς Παύλος και δεν είχαν συμβεί ούτε τα Σεπτεμβριανά στην Πόλη (1955), ούτε φυσικά η τραγωδία της Κύπρου (1974). Ομως ο Ερντογάν έχει επισκεφθεί ξανά τη χώρα μας. Και δεν ήταν η περιβόητη μη επίσκεψη του Ιουνίου του 2009, όταν ως πρωθυπουργός της Τουρκίας, είχε προσκληθεί για τα μεγαλοπρεπή εγκαίνια του Μουσείου της Ακροπόλεως από τον Κώστα Καραμανλή αλλά τελευταία στιγμή το ακύρωσε. Εναν χρόνο μετά, στις 14 Μαΐου του 2010, ο Ερντογάν είχε έλθει στην Ελλάδα που –ειρωνεία– εγκατέλειπε τα μεγαλεία και έμπαινε στην περιπέτεια των μνημονίων.
Προπομπός της τότε επίσκεψης του στην Αθήνα ήταν η παραδοσιακή συνέντευξη που είθισται να παραχωρεί ο επισκεπτόμενος ηγέτης στο σημαντικότερο ημερήσιο έντυπο της χώρας αυτής. Την έδωσε στον Χρήστο Μεμή, διευθυντή των «Νέων» τότε, εκδότη-διευθυντή του Protagon τώρα.
Ηταν μια συζήτηση στην Αγκυρα με έναν άνθρωπο που έδειχνε ότι ήθελε να γίνει αυτό που έγινε. Σουλτάνος. Ηταν μια συνέντευξη, τρόπον τινά προφητική. Ναι, ο Ερντογάν δεν έβλεπε τον εαυτό του παντοκράτορα –ή έστω δεν το διατύπωνε έτσι. Εβλεπε όμως τη χώρα του ως αναδυόμενη υπερδύναμη. Αλλιώς επισκεπτόταν τότε, προ επταετίας, την Ελλάδα ο πρόεδρος της τουρκικής κυβέρνησης Ερντογάν και αλλιώς τώρα, ο πρόεδρος-απόλυτος άρχων της Τουρκικής Δημοκρατίας– Ερντογάν.
«Πού βλέπω την Τουρκία σε 10-15 χρόνια; Τη βλέπω μέσα στις δέκα πρώτες οικονομικές δυνάμεις του κόσμου», δήλωνε.
Εκτοτε έχουν περάσει τα μισά και πάνω χρόνια . Για να καταλάβετε πού βρισκόμαστε. Εμείς. Και εκείνοι.
Ενα απόβραδο στην Αγκυρα
Πώς είχε ειπωθεί εκείνη η κουβέντα από τον σημερινό παντοδύναμο τούρκο πρόεδρο; Αντιγράφουμε από «Τα Νέα του Σαββατοκύριακου» 15-16 Μαΐου 2010 και την περιγραφή του Χρήστου Μεμή:
«Απόβραδο της περασμένης Τετάρτης στην Αγκυρα. Στο πρωθυπουργικό γραφείο, ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν ποζάρει για τις καθιερωμένες φωτογραφίες. Κάθεται απέναντί μου με τον κορμό τεντωμένο και το βλέμμα στυλωμένο κάπου ψηλά. Είναι η πόζα του ηγέτη, του οδηγητή. Είναι η πόζα του… Κεμάλ Ατατούρκ. Αντιφατικό, αλλά ο πολιτικός που του χρεώνουν ότι θέλει να αφαιρέσει από την τουρκική κοινωνία τον κεμαλικό κοσμικό χαρακτήρα της και να τη φέρει πιο κοντά στο Ισλάμ έχει την ίδια φιλοδοξία με τον ιδρυτή της Τουρκικής Δημοκρατίας: να κάνει σύντομα τη χώρα του μια από τις δέκα μεγαλύτερες οικονομικές (και όχι μόνο;) δυνάμεις του πλανήτη. Ο φωτογράφος τελειώνει, ο Ερντογάν κατεβάζει το βλέμμα στο δικό μου επίπεδο και δηλώνει χωρίς κανένα δισταγμό απαντώντας στην πρώτη πρώτη ερώτησή μου: “Πού βλέπω την Τουρκία σε 10-15 χρόνια; Τη βλέπω μέσα στις δέκα πρώτες οικονομικές δυνάμεις του κόσμου”».
» Εδώ μπαίνει στο κάδρο η Ελλάδα. Η μικρή, ταλαιπωρημένη, δυσφημισμένη εσχάτως Ελλάδα. Πώς θα χειριζόταν μια τόσο ισχυρή Τουρκία; Δεν ξέρω τι απαντήσεις διαθέτει επί του προκειμένου ο Γιώργος Παπανδρέου και το διπλωματικό επιτελείο του. Εισέπραξα όμως μια επίμονη προσπάθεια του τούρκου πρωθυπουργού να πείσει το ελληνικό ακροατήριό του ότι η νέα Τουρκία, η δική του Τουρκία, δεν απειλεί την Ελλάδα, ότι επιθυμεί ειλικρινά την ευρύτερη δυνατή συνεργασία μαζί της. ”Θέλουμε να ανοίξει μια νέα σελίδα στις σχέσεις μας” μου είπε».
Ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν ήταν από τότε κατασταλαγμένος για το πού βλέπει τη χώρα του. Η ισχύς της (τουρκικής) συνέχειας. Η αδυναμία της (ελληνικής) αστάθειας…
«Στον σημερινό κόσμο της παγκοσμιοποίησης η Τουρκία είναι ένας παίκτης που δεν μπορεί να αγνοηθεί, που καταβάλλει σοβαρές προσπάθειες να συμβιβάσει τη Δύση με την Ανατολή, τον Βορρά με τον Νότο, και που δραστηριοποιείται προς όλες τις κατευθύνσεις. Κατά την άποψή μου, μια χώρα όπως η Τουρκία που ανήκει σε πολλές περιοχές και που έχει δυνατότητα παρέμβασης δεν είναι δυνατό να υιοθετεί πολιτικές μόνο για μία περιοχή. Υπό αυτό το πρίσμα μία από τις περιοχές όπου μαζί με την Αφρική, την Απω Ανατολή και τη Λατινική Αμερική τα τελευταία χρόνια θέσαμε τις σχέσεις μας σε πιο συστηματικό και θεσμικό πλαίσιο είναι και η Μέση Ανατολή. Συγχρόνως είναι σε όλους γνωστές οι πρωτοβουλίες που ξεκινήσαμε στον Καύκασο με στόχο την επικράτηση κλίματος σταθερότητας, ειρήνης και αμοιβαίας εμπιστοσύνης» έλεγε τότε. Και δείτε, επτά χρόνια μετά, η πολιτική του Ερντογάν εκτείνεται από το Ιράκ ως την Ευρώπη. Ακόμα και αποκλεισμένος από τις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες, πατά στην Αθήνα.
Ποια ήταν η βασική του προτεραιότητα;
«Η Μέση Ανατολή, που ιστορικά υπήρξε λίκνο θρησκειών, κουλτούρας και πολιτισμών, έδειξε τον δρόμο για την πρόοδο της ανθρωπότητας. Δεν θέλουμε να ζούμε αιωνίως με τα προβλήματα που επηρεάζουν τη σταθερότητα στη Μέση Ανατολή. Στόχος μας είναι η δημιουργία μιας ζώνης όπου θα κυριαρχεί όχι ο πόλεμος αλλά η ειρήνη, όχι ο φόβος αλλά η εμπιστοσύνη, όχι ο τρόμος και η βία αλλά η ηρεμία, όχι η πείνα και η φτώχεια αλλά η ευημερία και κάνουμε αποφασιστικά βήματα προς αυτή την κατεύθυνση.
» Οσοι βλέπουν αυτές τις προσπάθειές μας ως εναλλακτικές της προσέγγισης με την Ευρώπη κάνουν λάθος. Η ένταξη στην Ε.Ε. είναι στρατηγική επιλογή και στόχος της Τουρκίας. Η εξασφάλιση της ταχύτερης δυνατής ένταξης στην Ε.Ε. είναι μια από τις βασικές προτεραιότητες της εξωτερικής μας πολιτικής. Σ΄ αυτό το θέμα η στάση μας είναι καθαρή:στόχος μας είναι η πλήρης ένταξη. Πιστεύουμε ότι ο διευρυνόμενος και βελτιούμενος διάλογός μας με τις χώρες της Μέσης Ανατολής και του Καυκάσου ενισχύει και την προσπάθεια της ένταξής μας στην ΕΕ».
Ποια ήταν τότε η χρονολογία-στόχος;
«Στόχος μας είναι στην 100ή επέτειο της Δημοκρατίας μας (το 2023), με οικουμενικές αξίες όπως η δημοκρατία, η ευνομία, ο πλουραλισμός, η οικονομία της αγοράς, η χρηστή διαχείριση, η διαφάνεια, ο σεβασμός στα ανθρώπινα δικαιώματα και οι θεμελιώδεις ελευθερίες, να βρεθεί η Τουρκία μεταξύ των δέκα πρώτων οικονομιών του κόσμου: χάρη στη σταθερότητα και στην ευημερία που εξασφαλίζουμε, να καταστεί ένας από τους πυλώνες της ειρήνης στην περιοχή μας και στον κόσμο».
Δημοκρατία; Πλουραλισμός; Διαφάνεια; Δύσκολες λέξεις για τον «Σουλτάνο», μετά από προγκρόμ κατά των όποιων φωνών τόλμησαν να διαφωνήσουν μαζί του, είτε μετά το πραξικόπημα του Ιουλίου 2016, είτε -ακόμα χειρότερα- μετά το δημοψήφισμα της περασμένης άνοιξης. Ο «σεβασμός στις θεμελιώδεις ελευθερίες» δεν είναι αυτονόητος στην Τουρκία του Ερντογάν που καλωσορίζει τώρα ο Αλέξης Τσίπρας.
Τι άλλο έλεγε τότε ο Ερντογάν; To 2010 η Ελλάδα έμπαινε στην περιπέτεια των μνημονίων. Η Τουρκία είχε μόλις βγει. Τι είχε να συμβουλεύσει;
«Η υπομονή και η σκληρή δουλειά θα φέρουν αποτέλεσμα. Θα βοηθήσουν όμως τρεις προϋποθέσεις: η ασφάλεια, η ειρήνη και η συνεργασία με τους γείτονές σας». Πόσο βοήθησαν αυτά άραγε;
Τι θα γινόταν με τους εξοπλισμούς;
«Η θετική εξέλιξη των ελληνοτουρκικών σχέσεων θα ενισχύσει το κλίμα εμπιστοσύνης και σταθερότητας. Στο τέλος, η μείωση των εξοπλισμών θα μπορεί να είναι το φυσικό επακόλουθο». Στο μεταξύ η Τουρκία προχωρά στην αγορά των S400, η Ελλάδα στην γνωστή αναβάθμιση των F16.
Το μήνυμα προς τους γείτονες;
«Συμπεριλαμβανομένης και της Ελλάδας, το μόνο μήνυμα που στέλνουμε σε όλους τους γείτονές μας είναι μήνυμα καλής γειτονίας και συνεργασίας. Το όραμά μας είναι: “Μηδενικά προβλήματα με τους γείτονές μας, το μέγιστο της συνεργασίας”. Η υλοποίηση το συντομότερο αυτού του οράματος είναι προς το κοινό συμφέρον των δύο χωρών. Γιατί μόνο μ΄ αυτό τον τρόπο μπορούμε να ανταποκριθούμε στις προσδοκίες των λαών μας, να ανυψώσουμε το επίπεδο ευημερίας τους και να προσαρμοστούμε στον κόσμο που αλλάζει. Με την αντίληψη αυτή πιστεύω ότι στο Αιγαίο δεν θα πρέπει να κυριαρχεί η ένταση αλλά η συνεργασία και ότι θα πρέπει να αποφεύγονται κινήσεις που θα ανεβάζουν την ένταση. Στον διεθνή εναέριο χώρο του Αιγαίου ταυτόχρονα με τα ελληνικά αεροσκάφη πραγματοποιούν τακτικές εκπαιδευτικές πτήσεις και τουρκικά αεροσκάφη. Ασφαλώς οι δραστηριότητες αυτές θα πρέπει να γίνονται με τέτοιον τρόπο ώστε να μην αποτελούν αιτία για επικίνδυνες καταστάσεις και ένταση στις διμερείς σχέσεις μας. Γι΄ αυτό μπορούμε να ενισχύσουμε τα μέτρα που είχαμε πάρει παλαιότερα και να κάνουμε και νέα βήματα. Στο πλαίσιο αυτό δίνω ιδιαίτερη σημασία στα Μέτρα Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης που αποβλέπουν στην ανάπτυξη της εμπιστοσύνης μεταξύ των στρατιωτικών Αρχών των δύο χωρών. Πιστεύω ότι μπορούμε να ενισχύσουμε περαιτέρω αυτή τη διαδικασία».
Τι θα γινόταν με τη Χάλκη;
«Πρωτίστως θέλω να τονίσω ότι τις μειονότητες και στις δύο χώρες τις βλέπουμε σαν γέφυρα φιλίας. Οπως είναι προτεραιότητά μας η ευημερία και η ευτυχία όλων των συμπατριωτών μας, έτσι πρέπει να είναι και των μειονοτήτων των χωρών μας. Στην Τουρκία οι μη μουσουλμανικές μειονότητες επωφελούνται από τις νέες ευκαιρίες που τους παρέχουν οι ευρείες μεταρρυθμίσεις που ξεκίνησε η κυβέρνησή μας και απευθύνονται σε όλους τους συμπατριώτες μας ανεξαρτήτως εθνικής ή θρησκευτικής καταγωγής. Ο νέος νόμος για τα βακούφια, για παράδειγμα, εντάσσεται σε αυτό ακριβώς το πλαίσιο. Οσον αφορά την επαναλειτουργία της Θεολογικής Σχολής της Χάλκης γνωρίζω ότι υπάρχουν προσδοκίες στη μειονότητα των Ρωμιών Ορθοδόξων συμπατριωτών μας. Συνεχίζουμε τη σχετική με το θέμα αυτό έρευνά μας. Σημειώνουμε κάποια πρόοδο. Θέλω να επιστήσω την προσοχή σας στο γεγονός ότι πρόκειται για διαδικασία, η οποία έχει και τη νομική της πτυχή. Τα παράλληλα βήματα στην υπέρβαση των προβλημάτων των μειονοτήτων μας θα συμβάλουν στο να κινηθούμε ταχύτερα».
Τα «προβλήματα» στο Αιγαίο
«Στο Αιγαίο βλέπω σειρά προβλημάτων που συνδέονται μεταξύ τους. Πιστεύω ότι και από την άποψη του διεθνούς δικαίου η κατάσταση είναι ίδια. Στην πραγματικότητα θα πρέπει λύνοντας τα προβλήματα που κληρονομήσαμε από το παρελθόν να μετατρέψουμε το Αιγαίο σε μία θάλασσα φιλίας και συνεργασίας. Η μεγαλύτερη κληρονομιά που θα αφήσουμε στις επόμενες γενιές θα είναι αυτή. Με την αντίληψη αυτή θα φθάσουμε στην αμοιβαία συμφωνία. Δεν απορρίπτουμε εκ των προτέρων καμία συναινετική λύση».
Το casus belli
«Η Τουρκία και η Ελλάδα έχουν στο Αιγαίο νόμιμα και ζωτικής σημασίας συμφέροντα και ανησυχίες που σχετίζονται με την ασφάλεια και την εθνική κυριαρχία τους. Και οι δύο χώρες πρέπει να δείξουν σεβασμό στα συμφέροντα και τα δικαιώματα αυτά και να αποφεύγουν τις μονομερείς ενέργειες. Στις μονομερείς ενέργειες συμπεριλαμβάνονται η παραχώρηση νέων ζωνών ναυτικών αρμοδιοτήτων και η μονομερής επέκταση των χωρικών υδάτων στο Αιγαίο. Στο Αιγαίο, όπου κυριαρχούν ειδικές συνθήκες, η μονομερής επέκταση των χωρικών υδάτων είναι για την Τουρκία ζωτικής σημασίας. Η ανακοίνωση της Τουρκικής Μεγάλης Εθνοσυνέλευσης με ημερομηνία 8 Ιουνίου 1995 εγκρίθηκε μετά την απόφαση της 1ης Ιουνίου 1995 της Βουλής των Ελλήνων που έδινε στην ελληνική κυβέρνηση τη δικαιοδοσία να επεκτείνει μονομερώς τα χωρικά της ύδατα στα 12 μίλια. Πιστεύω πως αν τηρήσουμε τη δέσμευσή μας να μην προβούμε σε μονομερείς ενέργειες δεν θα αντιμετωπίσουμε περιττά προβλήματα. Εξάλλου, αν στα προβλήματα του Αιγαίου βρούμε λύση σύμφωνη με το διεθνές δίκαιο, δίκαιη, μόνιμη, αποδεκτή, που θα λαμβάνει υπόψη τα εκατέρωθεν ζωτικά συμφέροντά μας θα πάψουν κατ΄ επέκτασιν να είναι σημαντικά και άλλα θέματα που σχετίζονται με τα προβλήματα αυτά».
Το Κυπριακό
«Η επίτευξη μιας δίκαιης και μόνιμης λύσης στην Κύπρο θα αποτελέσει ένα μεγάλο βήμα από την άποψη της σταθερότητας και της συνεργασίας στην Ανατολική Μεσόγειο και θα συμβάλει στη νέα περίοδο των σχέσεων μεταξύ των δύο μητέρων πατρίδων, της Τουρκίας και της Ελλάδας».
Υπάρχουν πράγματα που όσα χρόνια και αν περάσουν, δεν αλλάζουν. Η φράση «δίκαιη και μόνιμη λύση», όταν συνδυάζεται με την Κύπρο, σημαίνει κάτι διαφορετικό στις δύο πλευρές του Αιγαίου. Οπως και τα λεγόμενα «προβλήματα» στη θάλασσα που χωρίζει τους δύο γείτονες. Τώρα απλώς άλλαξαν οι ισορροπίες. Ο επισκέπτης νιώθει αυτοκράτορας εν αναμονή –άλλωστε σε ένα εσωτερικό ακροατήριο μιλά για αλλαγές τις συνθηκών που κατέλυσαν την Οθωμανική Αυτοκρατορία. Ο δε οικοδεσπότης είναι ο φτωχός γείτονας…
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News