Ως πριν από λίγες ημέρες το όνομά του ήταν γνωστό μόνο σε ακαδημαϊκούς που ασχολούνται με τη διεθνή πολιτική – και όπως φαίνεται σε συγκεκριμένους κύκλους στη Μόσχα. Αλλά ως εκεί. Το όνομα του μαλτέζου καθηγητή Τζόζεφ Μιφσούντ έγινε γνωστό εδώ και λίγα εικοσιτετράωρα διότι, σύμφωνα με τα όσα ομολόγησε ο Τζορτζ Παπαδόπουλος στο FBI, είναι το πρόσωπο που μεσολάβησε για να έρθει ο ίδιος σε επαφή με τη Μόσχα και που υποσχέθηκε του δώσει τις «βρωμιές» τις Χίλαρι Κλίντον – λίγους μήνες προτού τα email της πρώην υποψήφιας των Δημοκρατικών έρθουν στο φως από τα WikiLeaks, πάντα μέσω Μόσχας.
Η ιταλική Repubblica επικοινώνησε με τον Μιφσούντ και ζήτησε την άποψή του για τα όσα ακούγονται και γράφονται τις τελευταίες ημέρες: «Ανοησίες» λέει ο ίδιος. «Φίλος ο Παπαδόπουλος, αλλά αυτά που λέει δεν είναι αλήθεια. Το μόνο που έκανα ήταν να βοηθήσω να γίνουν ανεπίσημες και επίσημες επαφές για να λυθεί μία κρίση. Γίνεται σε όλο τον κόσμο. Εφερα σε επαφή ένα think- tank με ένα άλλο, ειδικούς με ειδικούς. Αυτό είναι όλο», ισχυρίζεται.
Απαριθμεί ένα πλήθος ιδρυμάτων και οργανισμών με τους οποίους έχει σχέση αλλά προσθέτει: «Το μοναδικό ίδρυμα του οποίου είμαι μέλος είναι το Clinton Foundation. Και μεταξύ μας, είμαι αριστερών απόψεων», λέει ο ίδιος στη Repubblica.
Για τα email που υποκλάπηκαν από τη Χίλαρι Κλίντον λέει ότι δεν έχει ιδέα, όπως και για τις «βρωμιές» της υποψηφίου των Δημοκρατικών που φέρεται να προσέφερε στον Παπαδόπουλος (κατά δήλωση του ελληνοαμερικανού). «Διαψεύδω κατηγορηματικά ότι αναφέρθηκα στη Χίλαρι Κλίντον. Ορκίζομαι στην κόρη μου», λέει με ένταση. Επίσης δηλώνει ότι δεν γνωρίζει κανέναν ρώσο κυβερνητικό αξιωματούχο, εκτός από τον Ιβάν Τιμοφέεφ, ανώτερου στελέχους του Valdai Club (και του Russian International Affairs Council. Πρόκειται για ρωσικά think tank που ασχολούνται με την εξωτερική πολιτική), του οποίου η έδρα βρίσκεται στο ρωσικό υπουργείο Εξωτερικών, αλλά αυτό κατά τον καθηγητή «δεν λέει τίποτα».
Ο Μιφσούντ αρχικά δεν ήθελε να μιλήσει στον δημοσιογράφο της Repubblica αλλά στη συνέχεια «ζεστάθηκε» και είπε πολλά. Ισχυρίζεται ότι συνάντησε τον Παπαδόπουλος τρεις ή τέσσερις φορές. «Ηρθε στην Ιταλία στη Ρώμη με άλλους επτά ειδικούς στις διεθνείς σχέσεις του London Centre of International Law Practice. Βρεθήκαμε στο δείπνο και δεν θυμάμαι με βεβαιότητα αν ήταν εκείνη τη φορά που μου είπε ότι επρόκειτο να ενταχθεί την προεκλογική εκστρατεία του Τραμπ. Συνεχίσαμε να μιλάμε μέσω email όπως και τις επόμενες φορές που συναντηθήκαμε. Αλλά ξεκαθαρίζω: δεν ήταν οι Ρώσοι που μου ζήτησαν μία συνάντηση με τον Παπαδόπουλος. Εκείνος μου ζητούσε να του δημιουργήσω επαφές σε διάφορες περιοχές. Εγώ του πρότεινα τον Περσικό Κόλπο καθώς πολλοί διπλωμάτες από τις χώρες αυτές είναι ή υπήρξαν φοιτητές μου. Αργότερα του πρότεινα τη Λατινική Αμερική, ζήτημα που φαινόταν να απασχολεί τον Τραμπ που μιλούσε για ένα τείχος με το Μεξικό. Του πρότεινα τέλος και τη Ρωσία και το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο. Ενδιαφερόντουσαν για τις κυρώσεις κατά της Ρωσίας, για την Ουκρανία, το ΝΑΤΟ και την ομαλοποίηση των σχέσεων με τη Ρωσία, ζήτημα για το οποίο ενδιαφέρονται ζωηρά και οι Ρώσοι».
Λέει ότι παλιότερα είχε συναντηθεί με τον ρώσο υπουργό Εξωτερικών Σεργκέι Λαβρόφ θέλοντας να μεσολαβήσει ώστε να βελτιωθούν οι σχέσεις Μόσχας – ΕΕ, πάντοτε μέσω του Τιμοφέεφ. Μιλάει πολύ για τον «φίλο του τον Τιμοφέεφ» ο οποίος «είναι νέος και γράφει βιβλία, δεν έχω πρόβλημα να λέω για εκείνον καλά λόγια». Και προσθέτει: «Και μην νομίσετε ότι είμαι μυστικός πράκτορας. Δεν έχω πάρει ποτέ ούτε ευρώ από τους Ρώσους. Η συνείδησή μου είναι καθαρή».
Οσο για τη γυναίκα που σύμφωνα με τον Παπαδόπουλος ο ίδιος ο Μιαφσούντ του την παρουσίασε ως ανιψιά του… Πούτιν. «Μα όχι, και βέβαια δεν ήταν ανιψιά του Πούτιν, ήταν απλώς μία φοιτήτριά μου πολύ όμορφη. Όπως έχω κάνει και με άλλους φοιτητές μου την έφερα στο London Center όπου ήταν και ο Παπαδόπουλος και αργότερα έμαθα ότι εκείνος επέδειξε ιδιαίτερο ενδιαφέρον για αυτήν και δεν εννοώ ακαδημαϊκό». Κατά τον Μιφσούντ της πρότεινε να πάει μαζί του στις ΗΠΑ. «Καμία σχέση με τον Πούτιν. Ανοησίες. Βάζω το χέρι μου στη φωτιά ότι εκείνη η κοπέλα δεν έχει την παραμικρή σχέση με το Κρεμλίνο ή τις μυστικές υπηρεσίες. Αλλωστε μίλησα για αυτήν στο FBI, όταν το αμερικανικό υπουργείο Εξωτερικών με είχε προσκαλέσει σε ένα συνέδριο στην Ουάσιγκτον».
Κατά τους Financial Times που έκαναν τη δική τους έρευνα, ο Μιφσούντ φέρεται να είχε επιρροή και επαφές στη Μόσχα που δεν δικαιολογούνται για έναν απλό και μάλλον άγνωστο καθηγητή. Είχε κατ’ ιδίαν συνάντηση με τον ρώσο πρεσβευτή στη Βρετανία το 2014. Επίσης παραβρέθηκε τουλάχιστον μία φορά στις συνεδριάσεις του Valdai Club, μιας οργάνωσης που διοργανώνει διεθνείς συναντήσεις στις οποίες μετέχουν εκπρόσωποι των πολιτικών και ακαδημαϊκών ελίτ από όλο τον κόσμο και η οποία στηρίζεται από τη Μόσχα. Στο κατηγορητήριο που συνέταξαν οι άνθρωποι του Μόλερ αναφέρεται ένα email που εστάλη από τον καθηγητή, στο οποίο ο ίδιος αναφέρει ότι πετάει για τη Μόσχα με σκοπό να λάβει μέρος σε ένα συνέδριο του Valdai Club στις 18 Απριλίου του 2016. Οπως προκύπτει ο καθηγητής μίλησε στις 19 Απριλίου · ήταν ο μοναδικός ακαδημαϊκός από το Λονδίνο που μετείχε.
Οι Financial Times μίλησαν με συναδέλφους του καθηγητή στο London Academy of Diplomacy, οι οποίοι θεωρούν ανυπόστατες τις εναντίον του κατηγορίες. «Η σχέση με τη Ρωσία αφορούσε απλώς ανταλλαγές σπουδαστών και προγραμμάτων με τη διπλωματική Ακαδημία της Μόσχας» ανέφερε ένας εξ αυτών, ο οποίος προσέθεσε ότι το London Academy διαλύθηκε πέρυσι. Ο Παπαδόπουλος φέρεται να είχε πει αρχικά στο FBI ότι ο Μισφούντ ήταν ένα «τίποτε» που «απλώς μιλούσε για τις διασυνδέσεις του». Ισως, καταλήγουν οι FT, αποδειχτεί τελικά ότι ο μαλτέζος καθηγητής δεν είναι παρά μόνον αυτό.
«Get me Roger Stone»
Εδώ και λίγους μήνες το Netflix μεταδίδει ένα ντοκιμαντέρ με τίτλο: «Get me Roger Stone». Είναι η ιστορία του πιο αμφιλεγόμενου λομπίστα της Ουάσιγκτον και πρώην συμβούλου του Τραμπ, Ρότζερ Στόουν – για τον οποίο τις τελευταίες ημέρες ακούγεται ότι θα είναι ο επόμενος στόχος του ειδικού εισαγγελέα Ρόμπερτ Μόλερ.
Το ντοκιμαντέρ ακολουθεί την πορεία της σχέσης τριών προσώπων από τη δεκαετία του ’80: του Στόουν, του (ήδη κατηγορούμενου από το FBI) Πολ Μάναφορτ και του Ντόναλντ Τραμπ. O Στόουν και ο Μάναφορτ, σύμφωνα με δημοσίευμα της Corriere della Sera, ίδρυσαν τότε μία εταιρία συμβούλων που γρήγορα γιγαντώθηκε και τους απέφερε πολλά εκατομμύρια δολάρια, χαρίζοντάς τους μάλιστα και το προσωνύμιο, «το λόμπι των βασανιστών». Ανάμεσα στους πελάτες τους περιλαμβανόταν ο «ανθός» των ανά τον κόσμο δικτατόρων: ο Μομπούτου του Ζαΐρ, ο Μάρκος των Φιλιππινών κ.ά.
Ο Στόουν αργότερα εγκατέλειψε την επιχείρηση και ο Μάναφορτ ανέπτυξε σχέσεις με τη Ρωσία και την Ουκρανία των ολιγαρχών, την εποχή που στην εξουσία ήταν ο φιλορώσος Βίκτορ Γιανουκόβιτς. Την περίοδο εκείνη η Ουκρανία ήταν η ιδανική βάση για την προώθηση επιχειρηματικών συμφωνιών με τη Ρωσία. Μεταξύ των πελατών του Μάναφορτ ήταν ο τότε «βασιλιάς του αλουμινίου» Ολεγκ Ντεριπάσκα, συνεταίρος του Ρομάν Αμπράμοβιτς, προσωπικού φίλου του Πούτιν. Ο Μάναφορτ φέρεται να επιχείρησε να αναθερμάνει τις σχέσεις του με τον Ντεριπάσκα το 2016 και το FBI τώρα ερευνά τους λόγους της επαναπροσέγγισης.
Στο ντοκιμαντέρ ο Ρότζερ Στόουν παρουσιάζεται ως ο άνθρωπος που «εφηύρε τον πολιτικό Ντόναλντ Τραμπ», έχοντας πάντα στο πλευρό του τον Μάναφορτ. Οι δυο τους θυμούνται τις «πρώτες πρόβες», το 1988 και το 1996 όταν ο Τραμπ φαινόταν έτοιμος να διεκδικήσει την προεδρία. Πρωταγωνιστής ο Ντόναλντ, με τον Ρότζερ και τον Πολ στη σκηνοθεσία. Η συνέχεια επί της οθόνης.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News