Σε ένα πράγμα δεν κατάλαβα ποτέ τη μάνα μου. Ηταν βαμμένη «βουγιουκλακική». Η Τζένη Καρέζη δεν υπήρχε. Εντάξει, της άρεσε το «Κοροϊδάκι της Δεσποινίδος» και ο Αυλωνίτης στο «Λατέρνα, Φτώχεια και Φιλότιμο», χαμογελούσε συγκαταβατικά με το «Δεσποινίς Διευθυντής» γιατί είχε σπουδάσει και αυτή αρχιτεκτονική, αλλά μέχρι εκεί. Εντάξει μωρέ, καλή ήταν… Οταν όμως σου μιλούσε για την Αλίκη έλαμπε το πρόσωπό της. Οι μέχρι λιποθυμίας ουρές για το «Ξύλο Βγήκε από τον Παράδεισο», το κλάμα στο «Μιμίκος και η Μαίρη», το πώς όλες τόλμησαν να γοητευτούν από έναν καθηγητή τους αφού είδαν το «Χτυποκάρδια στο Θρανίο». Δεν την πείραζαν ούτε το φρικτό «Αλίκη Δικτάτωρ», ούτε το «Υπολοχαγός Νατάσσα». «Και η άλλη έκανε το “Κονσέρτο για Πολυβόλα”»… Η «άλλη»…
Πέρασαν 25 χρόνια από τότε που έφυγε η «άλλη». Η Καρέζη πέθανε μια ημέρα σαν κι αυτή, 27 Ιουλίου 1992. Είναι μια αδικία και για τις δύο που εγγράφηκαν αρχικά στο συλλογικό θυμικό και έπειτα στη συλλογική μνήμη η μία ως αντιδιαστολή της άλλης. Αλλά έτσι συνέβη. Μοιάζει σαν να μην μπορούσε -και να μην μπορεί- να υπάρξει η Βουγιουκλάκη χωρίς την αναφορά στην Καρέζη και η Καρέζη χωρίς τη σύγκριση με τη Βουγιουκλάκη.
Θέλετε να είναι η παραδοσιακή ροπή του ελληνικού λαού στον διχασμό; Που βρίσκουμε πάντα αφορμές για να χωριζόμαστε σε στρατόπεδα; Βενιζελικοί – φιλοβασιλικοί, Αριστεροί – Δεξιοί, Ολυμπιακοί – Παναθηναϊκοί, Βουγιουκλακικοί – Καρεζικοί; Ισως, αλλά στην περίπτωση των δύο ηθοποιών μοιάζει τόσο επιδερμική αυτή η ανάλυση.
Στην πραγματικότητα η Καρέζη και η Βουγιουκλάκη ήταν δύο καλές φίλες -όσο φίλες μπορούν να υπάρξουν δύο γυναίκες. Ετυχε όμως να έχουν παράλληλες πορείες και άθελά τους να εκπροσωπούν δύο διαφορετικές εικόνες της ίδιας χώρας, δύο Ελλάδες.
Η μία, η Βουγιουκλάκη, αυτήν της τσαχπινιάς, του κοριτσιού της διπλανής πόρτας, της φρεσκάδας, ίσως αυτήν που περισσότερο νιαουρίζοντας και λιγότερο δουλεύοντας κερδίζει τις καρδιές όλων και βεβαίως τον καλό γαμπρό για να ανέβει μαζί του στο τέλος τα σκαλιά της εκκλησίας – αυτό αποτελεί διαχρονική αξία στη χώρα μας.
Η άλλη, η Καρέζη, εξέπεμπε μια πιο εκλεπτυσμένη εικόνα. Αντικειμενικά και αναμφίβολα ήταν πιο όμορφη. Τόσο όμορφη που δεν μπορεί να είναι το κορίτσι της διπλανής πόρτας που ήταν η Αλίκη. Είναι η εικόνα της εξαιρετικά κομψής και της σπουδαγμένης. Διόλου τυχαία, η Καρέζη έπαιξε στο «Δεσποινίς Διευθυντής» ενώ η Βουγιουκλάκη έπαιζε στο «Μοντέρνα Σταχτοπούτα».
Υπάρχει μια ιστορία από τις αρχές της δεκαετίας του 1960, που έχει διηγηθεί ο Γιάννης Διαλιανίδης και μπορεί να αποτυπώσει αυτόν τον δυισμό που αντιπροσώπευαν οι δύο ηθοποιοί. Ηταν και οι δύο καλεσμένες σε ένα πάρτι του Δημήτρη Χορν και έπειτα περιέγραψαν στον Δαλιανίδη τι έγινε εκεί. Η Καρέζη, λέει, είχε πάει πρώτη. Οταν μπήκε στο διαμέρισμα η Αλίκη φορούσε μια γούνα που «μάλλον δεν ήταν δικιά της» και ένα… τριαντάφυλλο στα μαλλιά. Ολοι αναφώνησαν «ωχ!». «Την κακομοίρα την Αλίκη» είπε στον Δαλιανίδη η Καρέζη σχολιάζοντας τις άστοχες ενδυματολογικές επιλογές της Βουγιουκλάκη. Επειτα όμως η Αλίκη χόρεψε με τον Κωνσταντίνο Καραμανλή, Πρωθυπουργό της χώρας, φίλο του Χορν και επίσης καλεσμένο στο πάρτι. «Την καημένη την Τζενούλα, εγώ χόρευα με τον Πρωθυπουργό και αυτή δεν είχε ούτε έναν υπουργό δίπλα της» είπε η Βουγιουκλάκη στον σκηνοθέτη.
Η αλήθεια είναι ότι η Αλίκη κέρδιζε την ψυχή του Ελληνα – ακόμα και του απόμακρου Καραμανλή. Η Καρέζη ήταν πιο όμορφη, πιο εστέτ και καλύτερη ηθοποιός, αλλά δεν δημιουργούσε την ταύτιση που χρειαζόταν ο θεατής, ο λαός ή ακόμα και ένας καβαλιέρος.
Η Καρέζη εγκατέλειψε το σινεμά στα 40 της, ενώ η Αλίκη έπαιζε μέχρι μεγάλη -ποτέ δεν μας είπε ακριβώς την ηλικία της, ένα ακόμα σημείο ταύτισης με τη μέση Ελληνίδα. Εκανε ακόμα και διαφημίσεις καφέ και σαχλές μεταφορές μιούζικαλ στο θέατρο. Αλλά παρά την αβάσταχτη σπατάλη του ταλέντου και της δημόσιας εικόνας της, αυτή παρέμενε η απόλυτη σταρ, η «Αλίκη»
Η Καρέζη ήταν από πολλές απόψεις ανώτερη της Αλίκης. Ηταν καλύτερη ηθοποιός, ήταν πολιτικοποιημένη, ήταν πιο όμορφη. Αλλά το «ανώτερη της Βουγιουκλάκη» δείχνει ποια από τις δύο υπήρξε τελικά το απόλυτο μέτρο…
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News