«Σκοτείνιασε η φωτεινή παιδική μου ηλικία, όταν οι γονείς αποφάσισαν να με στείλουν στην τρίτη τάξη του καθολικού οικοτροφείου στο Ρέγκενσμπουργκ».
Συγκλονίζει τη Γερμανία, κλυδωνίζοντας ταυτόχρονα και το Βατικανό το σκάνδαλο μεγατόνων με τις σεξουαλικές κακοποιήσεις και σωματικές βιαιοπραγίες εις βάρος παιδιών εντός των κόλπων της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας. Νέες, ανατριχιαστικές πληροφορίες είδαν το φως της δημοσιότητας.
Πιο συγκεκριμένα, ανάμεσα στο 1945 μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του ’90 κακοποιήθηκαν, με όλους τους πιθανούς τρόπους, πάνω από 547 παιδιά-μέλη της παγκοσμίου φήμης χορωδίας του ιδρύματος Regensburger Domspatzen, στο πλαίσιο του οποίου λειτουργεί καθολικό οικοτροφείο στο Ρέγκενσμπουργκ της Γερμανίας. Αυτό τουλάχιστον υποστηρίζει η καταληκτική έκθεση του εντεταλμένου ερευνητή της υπόθεσης Ούλριχ Βέμπερ, η οποία μάλιστα αποδίδει ευθύνες συνενοχής ακόμη και στον αδελφό του πρώην Πάπα Βενέδικτου ΙΣΤ’, Γκέοργκ Ράτσινγκερ. Ο τελευταίος, σύμφωνα με την Frankfurter Allgemeine Zeitung, κατά τη διάρκεια της θητείας του (1964-1994) ως διευθυντής της παραπάνω χορωδίας, διακρινόμενος από την αγάπη προς την τελειομανία ξεσπούσε με επιθετικό τρόπο σε μικρά παιδιά. Ο ίδιος ο αδερφός του απελθόντος Πάπα είχε παραδεχθεί στο παρελθόν τόσο ότι χαστούκισε μαθητές του, όσο και το ότι στην αντίληψη του είχαν υποπέσει φαινόμενα βίας, χωρίς όμως, όπως τουλάχιστον υποστηρίζει, να γνωρίζει την έκταση αυτών. Ο ειδικός ερευνητής γράφοντας για τον Ράτσινγκερ σημειώνει πως είχε πολλές φορές χρησιμοποιήσει τόσο σωματική όσο και ψυχολογική βία».
Τα φαινόμενα αυτά αφορούν κατά κύριο λόγο παιδιά στο νηπιαγωγείο, και λιγότερο στο Γυμνάσιο. Η σωματική βία στη Γερμανία είναι στις περισσότερες των περιπτώσεων απαγορευμένη και αξιόποινη· οι σεξουαλικές παρενοχλήσεις καθ’ ολοκληρίαν. Στην πλειονότητα όμως των παραπάνω καταγγελιών, η νομική φύση των υποθέσεων δεν υφίσταται πια, καθότι έχουν περάσει περισσότερα από 25 χρόνια, διάστημα το οποίο οδηγεί στην παραγραφή των αδικημάτων.
Σύμφωνα με την Süddeutsche Zeitung, ο διευθυντής και ο επόπτης του νηπιαγωγείου είναι οι κύριοι εμπλεκόμενοι των περισσοτέρων παραπάνω αναφερθέντων σχετικών υποθέσεων βίας και βιασμού. Υπήρχε «μία κουλτούρα σιωπής» ισχυρίζεται ο Βέμπερ, παρά το ότι όλοι οι άνθρωποι του ιδρύματος είχαν μία σχετική γνώση των συμβάντων. Οι προσπάθειες των εμπλεκομένων αναλώνονταν σε τακτικές συγκάλυψης, οι οποίες είχαν ως προφανή σκοπό τη διατήρηση της φήμης και του καλού ονόματος του ιδρύματος.
Τα θύματα, προχωρημένης ηλικίας πλέον τα περισσότερα, περιέγραψαν τις στιγμές που πέρασαν ως οικότροφοι σαν «φυλακή, κόλαση και στρατόπεδο συγκέντρωσης». Η βία ήταν καθημερινό φαινόμενο, λαμβάνοντας πολλές φορές ακραίες διαστάσεις. Πολλά από τα θύματα εξέφρασαν την απόγνωσή τους για αυτά τα περασμένα χρόνια κάνοντας λόγο για τη χειρότερη περίοδο της ζωής τους. Οι βιαιοπραγίες είχαν πολλές φορές ως κατάληξη αιμόφυρτα παιδιά. Τα χτυπούσαν με μπαστούνια, με δαχτυλίδια-σφραγίδες, με αρμαθιές κλειδιών. Όταν μάλιστα κάποιο παιδί «τα έκανε πάνω του» από τον φόβο του καθώς κοιμόταν, το εξέθεταν ενώπιον όλων των άλλων παιδιών, λοιδορώντας και εξευτελίζοντάς το. Οι σεξουαλικές παρενοχλήσεις εκτείνονταν από «χάδια μέχρι βιασμούς».
Τον Ιανουάριο του 2016, στην ενδιάμεση παρουσίαση των αποτελεσμάτων της έρευνας, ο Βέμπερ είχε μιλήσει για ένα οργανωμένο σύστημα κακοποίησης στο πλαίσιο της διάσημης χορωδίας, μία δήλωση την οποία επιβεβαίωσε με την έτοιμη πια επίσημη έκθεση του.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News