O βάτραχος του γένους Ecnomiohyla rabborum δεν υπάρχει πια. Ο τελευταίος του είδους (που ανακαλύφθηκε μόλις το 2005 στα δάση του Παναμά) πέθανε σε ζωολογικό κήπο των ΗΠΑ πέρυσι. Η είδηση πέρασε χωρίς μεγάλο θόρυβο · ποιος να ασχοληθεί άλλωστε με τη μοίρα μίας οικογένειας βατράχων, εκτός από τους ειδικούς και τεθλιμμένους επιστήμονες; Το πρόβλημα είναι πως ανάλογες ειδήσεις που αφορούν το τέλος της παρουσίας ενός είδους στον πλανήτη δεν είναι πλέον σπάνιες. Κατά μέσο όρο δύο είδη εξαφανίζονται ανά έτος. Ρυθμός εκατό φορές μεγαλύτερος από τον αντίστοιχο των αρχών του 20ου αιώνα.
Σύμφωνα με έρευνα της Εθνικής Ακαδημίας Επιστημών των ΗΠΑ αν μπορούσαμε να καταμετρήσουμε όλα τα – μη κατοικίδια ζώα – που ζούνε σήμερα θα βλέπαμε ότι δεν είναι ούτε τα μισά από αυτά που ζούσαν εκατό χρόνια πριν.
Κάπως έτσι, εν μέσω γενικής αδιαφορίας, ανεπαισθήτως εισήλθαμε στην περίοδο της έκτης μαζικής εξαφάνισης των ειδών, κατά την εκτίμηση τριών βιολόγων του Πανεπιστημίου του Στάντφορντ και του Εθνικού Αυτόνομου Πανεπιστημίου του Μεξικού. Μία βιολογική εξόντωση που δεν αφορά μόνο τα ζώα αλλά απειλεί τα «θεμέλια του ανθρώπινου πολιτισμού» όπως αναφέρουν στη μελέτη τους στην οποία αναφέρεται η ιταλική εφημερίδα «La Repubblica».
Δεν είναι η πρώτη φορά που χρησιμοποιείται ο όρος «έκτη μαζική εξαφάνιση» και η σχετική συζήτηση διχάζει τα τελευταία χρόνια τους επιστήμονες. Αυτή τη φορά όμως ο καθηγητής Γκεράρντο Σεμπάλος, συντονιστής της μελέτης της Εθνικής Ακαδημίας Επιστημών των ΗΠΑ, μίλησε με την σκληρή αλήθεια των αριθμών. «Η έκταση της εξαφάνισης είναι υποτιμημένη και η ανθρωπότητα θα πληρώσει βαρύ τίμημα για την εξόντωση του μοναδικού γνωστού παζλ ζωής στο σύμπαν» αναφέρει.
Ανάμεσα στα σπονδυλωτά, ένα στα τρία ζώα είναι σε παρακμή τόσο σε ό,τι αφορά τους αριθμούς όσο και τους χώρους διαβίωσής τους. Και τα 177 είδη θηλαστικών που μελετήθηκαν έχουν χάσει κατά μέσο όρο το 30% του φυσικού τους χώρου. Δύο στα πέντε έχασαν το 80%. Ο κίνδυνος της εξαφάνισης απειλεί το 41% των αμφίβιων και το 26% των θηλαστικών. Τα τελευταία 25 χρόνια ο αριθμός των λιονταριών μειώθηκε κατά 43%. Εχουν απομείνει μόνο 35.000 ζώα που ζουν περιορισμένα σε μικρές περιοχές ενώ κάποτε βιότοπός τους ήταν σχεδόν ολόκληρη η Αφρική, η Νότια Ευρώπη, η Μέση Ανατολή και τμήμα της Ινδίας.
Στη Νότια και Νοτιοανατολική Ασία όλα τα μεγάλα θηλαστικά που μελετήθηκαν έχουν χάσει το 80% του βιιοτόπου τους. Σε γενικές γραμμές η μείωση της βιοποικιλότητας είναι σημαντικά μεγαλύτερη κοντά στους τροπικούς. Οι ρινόκεροι, το μεγαλύτερο μέρος των αιλουροειδών και όλα τα μεγάλα πρωτεύοντα θηλαστικά έχουν περιοριστεί στο 20% των περιοχών όπου ζούσαν μόλις πριν από έναν αιώνα. Μέσα σε 30 χρόνια οι καμηλοπαρδάλεις μειώθηκαν από 115.000 σε 97.000. Οι παγκολίνοι, ένα μικρό θηλαστικό που θυμίζει μυρμηγκοφάγο έχουν σχεδόν εξαφανιστεί εξαιτίας της λαθροθηρίας.
Μέσα σε εκατό χρόνια εξαφανίστηκαν 200 είδη. Υπό φυσιολογικές συνθήκες, καταστροφή τέτοιας έκτασης χρειάζεται μια περίοδο τουλάχιστον 10.000 ετών για να συμβεί. «Λαμβάνοντας υπόψη την περιορισμένη διάρκεια ζωής του ανθρώπου είναι δύσκολο να αντιληφθούμε τη σοβαρότητα αυτού που συμβαίνει» σημειώνουν οι επιστήμονες. «Αλλά τα χρονικά περιθώρια για να αντιμετωπίσουμε και να σταματήσουμε αυτό που ήδη συμβαίνει μειώνονται δραματικά. Δύο με τρεις δεκαετίες το πολύ» προειδοποιούν.
«Τι θα μείνει στο τέλος; Μόνο τα μυρμήγκια φαντάζομαι» λέει στη Repubblica ο Λουίτζι Μποϊτάνι, καθηγητής Βιολογίας στο πανεπιστήμιο Σαπιέντζα της Ρώμης. Ο Μποϊτάνι δεν έχει καμία αμφιβολία ότι πράγματι ζούμε στην εποχή της έκτης μαζικής εξαφάνισης των ειδών. Φέρνει για παράδειγμα το Δέλτα του Νίγηρα, κάποτε έναν τόπο απαράμιλλης φυσικής ομορφιάς και βιοποικιλότητας που τώρα έχει καταλήξει σε ένα εφιαλτικό τοπίο γεμάτο αγωγούς, διυλιστήρια και μικρές λίμνες πετρελαίου.
Η μείωση και η καταστροφή του φυσικού περιβάλλοντος των ζώων, η εισβολή ξένων ειδών (στις περιοχές άλλων), η τεραστίων διαστάσεων «αφαίμαξη» φυσικών πηγών από τον άνθρωπο, η κλιματική αλλαγή και η μόλυνση είναι οι αιτίες της καταστροφής. Στις μαζικές εξαφανίσεις του παρελθόντος απαιτήθηκαν μερικά εκατομμύρια χρόνια για να ξαναβρεί η ζωή τον δρόμο της. Ποτέ όμως η αιτία της εξόντωσης των έμβιων οργανισμών δεν ήταν ένα άλλο ζώο.
Η κατάσταση, κατά τους ειδικούς επιστήμονες, έχει «λάβει διαστάσεις επιδημίας, που πλήττει όλες τις περιοχές του πλανήτη και όλα τα είδη, ξεκινώντας από τα πιο σπάνια ως τα πιο πολυπληθή». Και προειδοποιούν: «Ας κάνουμε κάτι προτού είναι αργά».
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News