Κατά 4,4 εκατοστά απομακρύνθηκε η Λέσβος από τη Χίο εξαιτίας του σεισμού μεγέθους 6,1 βαθμών που συγκλόνισε το νησί και ισοπέδωσε ένα ολόκληρο χωριό, στις 12 Ιουνίου.
Την καταγραφή της μετακίνησης έκαναν δύο γεωδαιτικοί σταθμοί που είναι τοποθετημένοι στα δύο νησιά και χρησιμοποιούνται για τις ακριβείς μετρήσεις συντεταγμένων εδάφους πριν και μετά τον σεισμό, όπως είπε ο διευθυντής ερευνών του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών Θανάσης Γκανάς, μιλώντας στα Νέα.
Μέχρι το μεσημέρι της Τρίτης είχαν σημειωθεί 708 μετασεισμοί, κάτι που δεν ανησυχούσε τους επιστήμονες που έκαναν λόγο λόγο για μία «αρκετά τυπική ακολουθία». Οπως είπε ο διευθυντής Ερευνών στο Αστεροσκοπείο Βασίλης Καραστάθης, «ο αριθμός των σεισμών αρχίζει να μειώνεται σταδιακά».
Ειδικά η εκδήλωση ενός σεισμού μεγέθους 5,3 βαθμών Ρίχτερ που σημειώθηκε λίγο πριν από τις 11 το βράδυ του περασμένου Σαββάτου καθησύχασε τους ειδικούς, που θεωρούν ότι εκτονώθηκε σημαντικά η συσσωρευμένη ενέργεια –υπήρξαν ωστόσο ζημιές, καθώς κατέρρευσε ένα κτίριο ενώ τρία σπίτια που είχαν αντέξει στον σεισμό της 12ης Ιουνίου κρίθηκαν μη κατοικήσιμα.
Ωστόσο, όπως υπογράμμισε ο καθηγητής Γεωφυσικής στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης Κώστας Παπαζάχος «ο ισχυρός μετασεισμός δεν πρέπει να δημιουργεί ψευδαισθήσεις ότι τελειώσαμε με τη μετασεισμική ακολουθία. Πρέπει να περιμένουμε κι άλλους ισχυρούς μετασεισμούς, γι’ αυτό και πρέπει να δοθεί ιδιαίτερη βαρύτητα στην ασφάλεια των κατοίκων που μένουν σε σπίτια τα οποία επλήγησαν από τον σεισμό».
Ο σεισμός των 6,1 Ρίχτερ προκλήθηκε από το ρήγμα που εκτείνεται νότια του Πλωμαρίου. Καθώς είχε μικρό βάθος -μόλις 10 χιλιόμετρα- ήταν πιο έντονος με αποτέλεσμα αφ’ ενός να προκληθεί μικρό τσουνάμι, το οποίο έφτασε σε μέγιστο ύψος τα 30 εκατοστά και αφ’ ετέρου να σημειωθούν μεγάλες ζημιές σε κτίρια. Οι περισσότερες ζημιές σημειώθηκαν στο χωριό Βρίσα, το οποίο εκκενώθηκε άμεσα και εν πολλοίς χαρακτηρίζεται μη κατοικήσιμο. Μάλιστα χωριό σημειώθηκε «παγκόσμιο γεωλογικό φαινόμενο», καθώς δέχτηκε σεισμική ενέργεια ισχύος που αντιστοιχεί με 9 της αντίστοιχης κλίμακας, ενώ άλλες πολύ κοντινές περιοχές και οικισμοί δεν δέχθηκαν αντίστοιχη επιβάρυνση, όπως είπαν ειδικοί σε συνεδρίαση που πραγματοποιήθηκε το περασμένο Σαββατοκύριακο.
Σύμφωνα με τον καθηγητή και πρόεδρο του Οργανισμού Αντισεισμικού Σχεδιασμού και Προστασίας (ΟΑΣΠ) Ευθύμιο Λέκκα, οι επιστήμονες επιδιώκουν να αποκτήσουν μια πλήρη εικόνα των φαινομένων που προκάλεσαν τον σεισμό. «Τα στοιχεία που θα συλλέξουμε θα μας βοηθήσουν να φτιάξουμε πιο ισχυρές κατασκευές, καθώς οι σεισμοί δεν πρόκειται να πάψουν να σημειώνονται στην περιοχή» είπε ο καθηγητής.
Πράγματι η περιοχή όπου σημειώθηκε ο σεισμός είναι γνωστή για τη σεισμικότητά της. Στα νεότερα χρόνια, ο μεγαλύτερος σεισμός -μεγέθους 6,7 βαθμών- σημειώθηκε τον Ιούλιο του 1949, ενώ τον Μάιο του 1994 προκλήθηκε σεισμός 5,6 Ρίχτερ.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News