Υπάρχουν άνθρωποι που πέρασαν 45 χρόνια από τη ζωή τους σκυφτοί πάνω από έναν πάγκο, στο εργοστάσιο. Που μέτρησαν τα κέρματα στην τσέπη με μεγαλύτερη προσοχή από τις μέρες τους. Και έφτασαν ξέπνοοι, γέροι, κουρασμένοι, σε ένα καφενείο να μην έχουν τι να πουν, να μην ξέρουν τι να κάνουν.
Είναι άλλοι άνθρωποι που έφαγαν τη ζωή τους μέσα σε ένα γραφείο. Εμεναν όλα ίδια και άλλαζαν μόνο αυτοί, σαν ένα λουλούδι που μαραίνεται στο βάζο. Κοπέλες που έσπασαν χιλιάδες νύχια σε γραφομηχανές και πληκτρολόγια, που είπαν εκατομμύρια «παρακαλώ» στο τηλέφωνο και έντυσαν τόσες σεζόν τις κούκλες στη βιτρίνα, που έφτασαν να τις ζηλεύουν επειδή δεν μεγαλώνουν ποτέ.
Ναι, όμως σήμερα τα πράγματα στην αγορά εργασίας είναι πιο σύνθετα από τότε. Πρέπει να είσαι δημόσιος υπάλληλος για να τελειώσεις την καριέρα σου στη δουλειά που την άρχισες. Αλλιώς θα αλλάξεις πέντε-έξι σημεία απασχόλησης, πιθανότατα και επαγγέλματα. Θα περάσεις περιόδους ανεργίας, με ελπίδα το πρωί και απελπισία το βράδυ. Θα δουλέψεις από το σπίτι, θα πάρεις «μαύρα», θα έχεις παράλληλη ή μερική απασχόληση. Μπορεί να κολλήσεις ένσημα στο εξωτερικό. Να είσαι ελεύθερος επαγγελματίας που εργάζεσαι ως μισθωτός. Αλλά και μισθωτός που ψάχνεις μερικά μεροκάματα ως ελεύθερος επαγγελματίας.
Οι συνδικαλιστές που θα πάρουν τον λόγο στις συγκεντρώσεις της Πρωτομαγιάς, δεν θα αδικήσουν την αλήθεια περιγράφοντας την αγριότητα του τοπίου. Μισθοί της ντροπής, χωρίς δικαιώματα, ωράρια και επιδόματα. Εργαζόμενοι χωρίς αξιοπρέπεια, με σκυφτό κεφάλι να σκάβουν την πόλη με τα πόδια για μισό μεροκάματο. Παιδιά καβάλα σε μηχανές, σε γύρους θανάτου για μία παραγγελία παραπάνω. Ανθρωποι που ανοίγουν τρομαγμένοι τα μάτια στη μέση της νύχτας. Ποιος μπορεί να κάνει κάτι ουσιαστικό για όλους αυτούς; Σίγουρα όχι οι φωνές πίσω από τη ντουντούκα.
Αν η Πρωτομαγιά μας δίνει μία επετειακή ευκαιρία να συζητήσουμε τα εργασιακά, είναι καιρός πια να βάλουμε στην κουβέντα και τα συνδικαλιστικά. Διότι αυτό που θα συμβεί σήμερα στις κεντρικές πλατείες των πόλεων, είναι επαρκές μόνο αν το δεις ως επετειακή εκδήλωση μνήμης προς εκείνους που αγωνίστηκαν για την προάσπιση και την κατοχύρωση εργασιακών δικαιωμάτων. Μέχρι εκεί. Πέραν των επετειακών δεν υφίσταται σχέση με το σύγχρονο κόσμο. Να παίξεις τη «Φάμπρικα» του Χαλκιά, να παίξεις και την «Πρώτη του Μάη» του Μπακαλάκου και πάμε πάλι για του χρόνου.
Πριν από λίγες μέρες, στο TED στο Βανκούβερ, είπαν ότι μέχρι να φτάσει ο αιώνας στα μισά του, τα ρομπότ θα απειλούν πάνω από το 50% των θέσεων εργασίας στον πλανήτη. Λογικό. Μέχρι τότε δεν θα υπάρχει εργοστάσιο που να χρειάζεται ανθρώπινα χέρια. Η αγορά και η φύση της εργασίας υφίστανται δραματικές αλλαγές, όμως ο εγχώριος συνδικαλισμός παραμένει βαθιά αναχρονιστικός, προσηλωμένος σε κώδικες, ήθη και συνθήκες που αντιστοιχούν καλύτερα στις αρχές του προηγούμενου αιώνα. Πολλά επαγγελματικά στελέχη, με πολιτικές βλέψεις, ενίοτε με διαθέσεις συναλλαγής και αγωνιστικά ένστικτα που αφυπνίζονται αν απολυθεί κανένας δικός μας και πάμε και αποκλείσουμε το μαγαζί στο οποίο δούλευε. Ποιος εργαζόμενος αισθάνεται σήμερα ότι έχει την κάλυψη του συνδικαλιστικού του οργάνου; Και ποιο συνδικάτο αντιλαμβάνεται τη ρευστότητα των συνθηκών, την ανάγκη για επιμόρφωση ή και για αλλαγή επαγγέλματος;
Σε έναν κόσμο που διαπραγματεύεσαι και παλεύεις μόνος, είναι μάταιο να μιλάς για συνδικαλισμό με τους όρους που γίνεται σήμερα. Τα συνδικάτα κατέληξαν να λειτουργούν ως μαυσωλεία μίας εποχής που δεν υπάρχει πλέον. Αρτηριοσκληρωτικά, δύσκαμπτα, αρνούμενα να αποδεχθούν ότι ο κόσμος αλλάζει επειδή, απλούστατα, δεν θα ήθελαν να αλλάξει ποτέ.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News