Είναι γνωστό ότι ο Μπομπ δεν μιλά πολύ. Εδώ ολόκληρο Νομπέλ Λογοτεχνίας κέρδισε τον περασμένο Οκτώβριο και είδατε πώς το αντιμετώπισε. Ομως, τώρα, με την ευκαιρία της κυκλοφορίας τού τριπλού νέου του άλμπουμ «Triplicate», το οποίο θα κυκλοφορήσει στις 31 Μαρτίου, έδωσε συνέντευξη στον μουσικό παραγωγό και κριτικό της ροκ μουσικής, Μπιλ Φλάναγκαν. Το τι διημείφθη μεταξύ των δύο ανδρών, ο Ντίλαν το πόσταρε στην προσωπική του ιστοσελίδα, ως προπομπό της νέας του δισκογραφικής δουλειάς.
Εκεί, ανάμεσα στα υπόλοιπα, ο τραγουδοποιός υποστηρίζει ότι ήταν καλύτερα που κυκλοφόρησαν συγχρόνως και οι τρεις δίσκοι του, επειδή -θεματικά- «συνδέονται μεταξύ τους και το ένα άλμπουμ γίνεται η συνέχεια του άλλου. Ετσι, δεν παραπέμπουν μόνο στην ηχογραφημένη τριλογία του Φρανκ Σινάτρα, αλλά και στην αρχαιοελληνική δραματουργία: στην τριλογία της “Ορέστειας” του Αισχύλου».
Δείτε και κάποιες άλλες επιλεγμένες απαντήσεις που έδωσε…
Μπιλ Φλάναγκαν: Η ερμηνεία αυτών των τραγουδιών σάς έμαθε κάτι που δεν γνωρίζατε ήδη;
Μπομπ Ντίλαν: «Είχα ήδη άποψη για το ποια ήταν η θέση τους στη μουσική, δεν είχα συνειδητοποιήσει όμως πόση ουσία ζωής βρίσκεται μέσα τους, την ανθρώπινη κατάσταση, πόσο δένουν οι μελωδίες και οι στίχοι τους, πόσο σχετίζονται με την καθημερινή ζωή και δεν έχουν υλιστικά στοιχεία».
Τα τραγούδια αυτά ακούγονταν παντού έως και τη δεκαετία του ’60. Τώρα που έχουν εκλείψει, το άκουσμά τους σημαίνει κάτι παραπάνω για εσάς;
«Αυτά τα τραγούδια είναι τα πιο συγκινητικά που έχουν μπει σε δίσκο και ήθελα να τους το αναγνωρίσω. Τώρα που τα έζησα, τα καταλαβαίνω περισσότερο. Σε βγάζουν από το αλέτρι της ζωής, εκεί όπου είσαι παγιδευμένος ανάμεσα σε πράγματα που μοιάζουν διαφορετικά, ενώ ουσιαστικά είναι κοινοτοπίες. Η μοντέρνα μουσική και τα τραγούδια είναι τόσο καθιερωμένα που δεν το αντιλαμβάνεσαι. Αυτά όμως τα τραγούδια είναι ψυχρά και διαυγή έχοντας μέσα τους τον άμεσο ρεαλισμό, την πίστη στην καθημερινή ζωή που υπήρχε στην αρχή του ροκ εν ρολ».
Με ποιον τρόπο τα προσεγγίζετε φωνητικά; Μήπως όπως ο ηθοποιός επιλέγει να παίξει έναν ρόλο;
«Είναι σαν κατάσταση ύπνωσης. Ενσταλάζεις κάτι στο μυαλό σου και το επαναλαμβάνεις μέχρις ότου βγάλεις νόημα. Η ανάμνηση των πραγμάτων που ανήκουν στο παρελθόν είναι αυτό που κάνω συνεχώς».
Τότε που ήσασταν παιδί το ροκ εν ρολ σάς φαινόταν ως κάτι νέο ή ήταν προέκταση εκείνου που ήδη συνέβαινε;
«Το ροκ εν ρολ ήταν πράγματι η προέκταση εκείνου που υπήρχε. Δηλαδή οι μεγάλες ορχήστρες των Ρέι Νομπλ, Γουίλ Μπράντλεϊ, Γκλεν Μίλερ. Ακουγα τη μουσική τους προτού ακούσω Ελβις Πρίσλεϊ. Αλλά το ροκ εν ρολ ήταν υψηλή ενέργεια, εκρηκτική και απότομη. Ηταν η μουσική που σαν σκελετός έβγαινε από το σκοτάδι, ταίριαξε στην πυρηνική εποχή και οι καλλιτέχνες ήταν σαν τα αστέρια που έμοιαζαν με μυστηριώδεις θεούς. Το rythm and blues, η κάντρι και η γουέστερν, τα μπλούγκρας και τα γκόσπελς βρίσκονταν ήδη εκεί. Ηταν όμως περιθωριοποιημένα. Σπουδαία αλλά όχι επικίνδυνα. Το ροκ εν ρολ ήταν ένα επικίνδυνο όπλο, επιχρωμιωμένο και εκπυρσοκροτούσε όπως η ταχύτητα του φωτός αντανακλώντας την εποχή του, ιδιαίτερα την παρουσία της ατομικής βόμβας που πριν από λίγα χρόνια είχε συμβεί. Εκείνο τον καιρό ο κόσμος φοβόταν το τέλος του χρόνου. Η μεγάλη αναμέτρηση του καπιταλισμού και του κομμουνισμού φαινόταν στον ορίζοντα. Το ροκ εν ρολ σε έκανε να ξεχνάς τον φόβο ρίχνοντας κάτω τα εμπόδια που είχαν υψώσει η θρησκεία, η ιδεολογία και τα φυλετικά ζητήματα. Ζούσαμε κάτω από ένα νέφος θανάτου, ο αέρας ήταν ραδιενεργός. Δεν υπήρχε αύριο, οποιαδήποτε μέρα μπορεί να ήταν η τελευταία, η ζωή δεν άξιζε μία. Αυτή ήταν η αίσθηση της εποχής και δεν υπερβάλλω».
Ποια είναι η άποψή σου για την Τζόαν Μπαέζ;
«Η φωνή της μοιάζει με σειρήνα που ακούγεται μακρινή σε κάποιο ελληνικό νησί. Και μόνο ο ήχος της μπορεί να σε μαγέψει. Ηταν μάγισσα. Επρεπε να έχεις δεθεί με σχοινιά πάνω στο κατάρτι όπως ο Οδυσσέας και να βουλώσεις τα αφτιά σου για να μην την ακούσεις. Θα σε έκανε να ξεχάσεις ποιος ήσουν».
Λεπτομέρειες ενός (τριπλού) δίσκου
Ο Ντίλαν με την τελευταία του δουλειά εκφράζει τη αγάπη του για την κλασική αμερικανική μουσική – που γράφτηκε πριν, αλλά και λίγο μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Ως έμπειρος dj και με μια πολύ συγκεκριμένη οπτική, επιλέγει προσεκτικά τα καλύτερα τραγούδια για τους ακροατές του, τα οποία έχουν σφραγιστεί από τις ερμηνείες κορυφαίων ερμηνευτών – βλέπε, πέραν του Φρανκ Σινάτρα, Μπίλι Χόλιντεϊ, Ελα Φιτζέραλντ κ.ά.
Η τριπλή αυτή κυκλοφορία θα περιλαμβάνει 30 συνολικά κομμάτια, ενώ κάθε ένα από τα τρία άλμπουμ της θα αποτελεί και μία ξεχωριστή θεματική ενότητα. Το πρώτο άλμπουμ θα έχει τίτλο «Til The Sun Goes Down», με κομμάτια για τις συννεφιασμένες μέρες της ζωής, με νότες-τροφή της μνήμης για να γυρνά στο παρελθόν. Ανάμεσα στα δέκα τραγούδια αυτού του δίσκου θα υπάρχουν και το «September of My Years» του Φρανκ Σινάτρα και το «Once Upon A Time».
Ο δεύτερος δίσκος, με τίτλο «Devil Dolls», είναι αφιερωμένος στον έρωτα που μπορεί να σε φτάσει στα ουράνια, αλλά και να σου προσφέρει θανατηφόρα δόση δυστυχίας. Οπως το «As Time Goes By» -πρωτακούστηκε στην ταινία «Καζαμπλάνκα»- ή τα «The Best Is Yet to Come» και «Here’s That Rainy Day» – τα έχουν ερμηνεύσει οι Φρανκ Σινάτρα και Τόνι Μπένετ.
Η τριλογία του κλείνει με τον δίσκο «Comin’ Home Late», ως παντοτινή αφιέρωση στην αξία του έρωτα ως το πιο βασικό νόημα της ζωής. Το πνεύμα του Σινάτρα βρίσκεται και εδώ, αλίμονο, με το εξαίσιο «Day in Day Out», ενώ η αυλαία τού δίσκου πέφτει με το κλασικό «Why Was Born» – στην περίπτωση που μπεις στη διαδικασία να μετρήσεις όλους εκείνους που το έχουν ερμηνεύσει κατά καιρούς, θα χάσεις το μέτρημα.
Το χάνεις έτσι κι αλλιώς, αναλογιζόμενος την καριέρα του, τους δίσκους του, τα χρόνια ζωής του, αλλά τίποτα από όλα αυτά δεν πρέπει να σου κάνει εντύπωση. Στο έχει δηλώσει, πολλά χρόνια πριν, ότι θα συνεχίσει να σε εκπλήσσει: Forever Young, ρε…
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News