Ο οίκος Gucci ζήτησε την παραχώρηση του αρχαιολογικού χώρου της Ακρόπολης για την πραγματοποίηση επιδείξεων μόδας τον Ιούνιο. Η Εφορία Αρχαιοτήτων τοποθετήθηκε αρνητικά και το θέμα θα κριθεί από το Κεντρικό Αρχαιολογικό Συμβούλιο. Με αφορμή αυτό το γεγονός ακολουθούν ορισμένες σκέψεις γύρω από τον ρόλο των αρχαιολογικών κρατικών θεσμών ως μηχανισμών που παράγουν ιδεολογία και συγχρόνως αναπαράγουν τον εαυτό τους μέσα από ένα περίπλοκο σύστημα συμβόλων, τελετουργιών, τελετών μύησης, κρυπτικής γλώσσας, αμφιέσεων και άλλων πρακτικών.
Oι έλληνες αρχαιολόγοι είναι μια σκληρή και μαχητική συντεχνία, όπως πολλές άλλες. Θεωρούν εαυτούς ιερατείο που διαφυλάσσει και διερμηνεύει τα απτά υλικά κατάλοιπα του εθνικού παρελθόντος. Οι αρχαιολόγοι είναι θεματοφύλακες του εθνικού χώρου και του εθνικού χρόνου. Περισσότερο από την φιλολογία ή την ιστορική επιστήμη, που ασχολούνται με λέξεις, η αρχαιολογία είναι εκείνη η «πειθαρχία» που σχετίζεται στενότερα με τη δόμηση του εθνικού αφηγήματος και του ιδεολογήματος της τρισχιλιετούς τρισυπόστατης συνέχειας. Βρίσκεται σε αυτή την προνομιακή θέση διότι διαχειρίζεται υλικά αντικείμενα και διαφεντεύει χώρους οιονεί ιερούς, όπου η πρόσβαση είναι περιορισμένη για τους μη ειδικούς και μη αρχαιολόγους. Η Ελλάδα παραμένει άλλωστε πάντα η χώρα με τα περισσότερα αρχαιολογικά μουσεία από οποιαδήποτε άλλη.
Η κοινότητα των αρχαιολόγων επαναβεβαιώνει την εξουσία της επί των μνημείων μέσω των συνεχών αναστηλωτικών εργασιών, που για τους κοινούς θνητούς γίνονται αντιληπτές από τους γερανούς και τις σκαλωσιές, σαν αυτές που περιζώνουν σχεδόν μονίμως την αθηναϊκή Ακρόπολη. Αν η οικοδόμηση του Παρθενώνα διήρκεσε περίπου 10 έτη (15 αν υπολογίσουμε και την ολοκλήρωση του πλαστικού διακόσμου), οι αναστηλωτικές παρεμβάσεις κρατούν σχεδόν αδιάκοπα από την ίδρυση του νεοελληνικού κράτους. Do not touch. Περισσότερο από κάποιο υπερπολύτιμο και σπάνιο έκθεμα, ο αυτοαναφορικός ανυψωτικός γερανός επέχει θέση συμβόλου της αρχαιολογίας και των μουσειακών θεσμών. Μου είχε κάνει τρομερή εντύπωση, την πρώτη φορά που πήγα στο Λονδίνο και επισκέφθηκα το Βρετανικό Μουσείο, ο μικρός οδηγός που μοίραζαν στους επισκέπτες: είχε τη φωτογραφία ενός γιγάντιου γερανού, επιβλητικού με το τεράστιο μπράτσο του πάνω από το νεοκλασικό κτίριο, όχι κάποια περίτεχνη αρχαιότητα όπως περίμενα. Απογοήτευση…
Πριν από οτιδήποτε άλλο, πριν τα εκθέματα και τα μνημεία και τους αρχαιολογικούς χώρους, η αρχαιολογία είναι οι αρχαιολόγοι. Με το οπτικό μήνυμα των αναστηλωτικών μηχανημάτων και τα συνεχή «μερεμετίσματα», μας υπενθυμίζουν την εξουσία τους επί των τόπων και των αντικειμένων. Είναι περίπου σαν να μας λένε: «Βλέπετε το παρελθόν μέσα από τα δικά μας μάτια, μέσα από τη δική μας εργασία και επεξεργασία, μέσα από τη δική μας ερμηνεία. Χωρίς εμάς δεν υπάρχουν μνημεία παρά μόνο σωροί από πέτρες, που δεν παράγουν κανένα νόημα και καμιά αφήγηση. Το υλικό παρελθόν αξιολογείται, αξιοδοτείται, και πλαισιοθετείται μόνον από εμάς. Δεν υπάρχει αυτόφωτα αλλά μόνο με τη δική μας διαμεσολάβηση. Αγγίζετε τα αρχαία μάρμαρα με τη δική μας καθοδήγηση. Εμείς αποφασίζουμε τι είναι άξιο σεβασμού, έκθεσης, συντήρησης, μεταποίησης, καταφρόνησης. Είμαστε η όραση, η αφή και η σκέψη σας. Περισσότερο από τους δάσκαλους, τους πολιτικούς ή τους παπάδες, εμείς είμαστε οι ιεροφάντες της νεοελληνικής ιδεολογίας».
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News