705
Τα κεντρικά γραφεία της Microsoft στο Ρέντμοντ, στην Ουάσιγκτον | REUTERS

Μια θέση στη Microsoft μπορεί να προκαλέσει μετα-τραυματικό στρες

Protagon Team Protagon Team 13 Ιανουαρίου 2017, 16:34
Τα κεντρικά γραφεία της Microsoft στο Ρέντμοντ, στην Ουάσιγκτον | REUTERS

Μια θέση στη Microsoft μπορεί να προκαλέσει μετα-τραυματικό στρες

Protagon Team Protagon Team 13 Ιανουαρίου 2017, 16:34

Μια θέση στις εταιρείες τεχνολογικών κολοσσών, βλέπε Apple, Microsoft, Facebook και Twitter, είναι το όνειρο σχεδόν κάθε εργαζόμενου. Δεν λείπουν όμως κατά καιρούς και οι φωνές εκ των έσω που μαρτυρούν αφύσικο στρες, πίεση και παραβιάσεις εργασιακών νόμων –με πιο πρόσφατο παράδειγμα εκείνο της Google– που «τσαλακώνουν» την εικόνα του ιδανικού περιβάλλοντος εργασίας.

Τον περασμένο Δεκέμβριο δύο προϊστάμενοι της ομάδας ηλεκτρονικής ασφάλειας της Microsoft κατέθεσαν αγωγή κατά της εταιρείας, καθώς λόγω θέσης ήταν αναγκασμένοι να βλέπουν φωτογραφίες και βίντεο από «απερίγραπτες σεξουαλικές επιθέσεις», όπως τις χαρακτήρισαν, σκηνές από δολοφονίες και κακοποίηση παιδιών, με αποτέλεσμα να αντιμετωπίσουν διαταραχή μετα-τραυματικού στρες (Posttraumatic Stress Disorder, PTSD).

Οι ενάγοντες, Χένρι Σότο και Γκρεγκ Μπλάουερτ, εργάζονταν στην ομάδα που ήταν επιφορτισμένη να εντοπίζει δείγματα παιδικής κακοποίησης και σχετικών εγκλημάτων, καθώς σύμφωνα με νομοθεσία που ισχύει από το 2008, οι εταιρείες τεχνολογίας είναι υποχρεωμένες να αναφέρουν όλα τα στοιχεία τέτοιου τύπου που ανιχνεύουν στις συνομιλίες των χρηστών τους.

Σύμφωνα με ρεπορτάζ του Guardian, η καταγγελία, που προήλθε από τους δύο εργαζόμενους και τις οικογένειές τους, αναφέρει ότι το «απάνθρωπο και αηδιαστικό περιεχόμενο» με το οποίο ασχολούνταν καθημερινά είχε ακραίο ψυχολογικό αντίκτυπο στους δύο άνδρες, με αποτέλεσμα να μην μπορούν πλέον καν να εργαστούν μπροστά σε υπολογιστή.

Η Microsoft κατηγορείται λοιπόν για «αμέλεια στην πρόκληση συναισθηματικής δυσφορίας» και η ιστορία τους ρίχνει φως στις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν οι εργαζόμενοι σε αντίστοιχες υψηλές θέσεις, καθώς χειρίζονται περιεχόμενο «φτιαγμένο για να διασκεδάζει τα πιο διεφθαρμένα και άρρωστα ανθρώπινα μυαλά».

«Είναι φρικτό», δήλωσε ο Μπεν Γουέλς, ένας από τους δικηγόρους που κατέθεσε τη μήνυση στην Ουάσιγκτον όπου βρίσκεται η έδρα της εταιρείας, «οι περισσότεροι από εμάς δεν μπορούμε να αντιληφθούμε το περιεχόμενο που αντικρίζουν καθημερινά».

Η Microsoft από την πλευρά της δήλωσε ότι «διαφωνεί» με την αγωγή, τονίζοντας ότι αφενός εργάζεται σκληρά για να αφαιρεί περιεχόμενο που σχετίζεται με την παιδική σεξουαλική εκμετάλλευση και αφετέρου φροντίζει για την υγεία και τις αντοχές των εργαζομένων της σε αυτόν τον απαιτητικό τομέα.

Ο Σότο, σύμφωνα με την αγωγή, ισχυρίζεται όχι μόνο ότι η εταιρεία δεν τον προστάτευσε από τους κινδύνους, αλλά και ότι μεταφέρθηκε στον εν λόγω τμήμα χωρίς τη θέλησή του. Από τη θέση του είχε πρόσβαση στις επικοινωνίες κάθε πελάτη, με σκοπό να εντοπίζει δείγματα που μαρτυρούν εγκληματική συμπεριφορά. Παρομοίως και ο Μπλάουερτ, που προσελήφθη το 2012, ήταν υποχρεωμένος να βλέπει χιλιάδες εικόνες παιδικής και ενήλικης πορνογραφίας.

Η Microsoft στην απάντησή της υπογράμμισε ότι προσπάθησε να διευκολύνει το έργο τους στήνοντας ένα «πρόγραμμα ευεξίας» και ορίζοντας σύμβουλο που θα παρείχε ψυχολογική υποστήριξη. Μα οι υπηρεσίες αυτές κατά τους δύο εργαζόμενους ήταν ανεπαρκείς. Ενώ οι υπεύθυνοι του προγράμματος τους συμβούλευσαν να κάνουν συχνές βόλτες εκτός των γραφείων τους και να παίζουν βιντεοπαιχνίδια, για να αποβάλουν το στρες, οι εποπτικές αρχές της εταιρείας τους αξιολόγησαν ως αντιπαραγωγικούς, καθώς έχαναν «πολύτιμο χρόνο παίζοντας παιχνίδια».

Οταν ο Σότο συναντήθηκε αρχικά με τους ψυχιάτρους, δήλωσε ότι αντιμετώπιζε διαταραχές τον ύπνο του, εφιάλτες και άγχος ενώ ανέφερε ότι είχε συνεχώς «μια οθόνη στο μυαλό του με ενοχλητικές εικόνες». Οσο ο καιρός περνούσε άρχισε να βιώνει ψευδαισθήσεις, κρίσεις πανικού και, τελικά, κατάθλιψη. Μα το μεγαλύτερο πρόβλημα για αυτόν ήταν τα παιδιά του, δεν μπορούσε να κοιτάξει καν τον γιο του, δεν μπορούσε να αντικρίσει μαχαίρι στην κουζίνα ή να ασχοληθεί με υπολογιστή. Μετά από λίγο καιρό, πήρε άδεια από την εταιρεία για λόγους υγείας.

Αντίστοιχα προβλήματα αντιμετώπιζε και ο Μπλάουερτ, που το 2013 υπέστη σωματική και ψυχική κατάρρευση. Υπέφερε για μεγάλο διάστημα από ανεξήγητο κλάμα, άγχος, αϋπνία και μετατραυματικό στρες. Πλέον είναι ανήσυχος όταν συναντά ενήλικες, τους αντιμετωπίζει καχύποπτα, ενώ ανησυχεί σε αφύσικο βαθμό για τα παιδιά που γνωρίζει. Και εκείνος αδυνατεί να επανέλθει στην δουλειά του.

Οι δύο άνδρες διεκδικούν αποζημίωση και στην αγωγή τους ζητούν ριζικές αλλαγές στη λειτουργία της εταιρείας, που περιλαμβάνουν υποχρεωτική συμμετοχή στο πρόγραμμα ψυχολογικής υποστήριξης, περισσότερες ημέρες εκτός δουλειάς και εβδομαδιαίες συναντήσεις με ψυχολόγους.

Η εταιρεία αρνήθηκε να σχολιάσει τις απαιτήσεις τους, τόνισε ωστόσο ότι η υγεία και η ασφάλεια των εργαζομένων της που απασχολούνται σε αυτό το πόστο είναι κορυφαία της προτεραιότητα.

Ο δικηγόρος Γουέλς εκτίμησε πως και άλλες εταιρείες έχουν ανεπαρκή προγράμματα, καθώς τα τελευταία χρόνια έχουν σημειωθεί εξίσου ανησυχητικές αναφορές από εργαζόμενους σε Facebook, Twitter και Youtube. «Αυτοί οι εργαζόμενοι σώζουν ζωές παιδιών. Βάζουν εγκληματίες στη φυλακή. Το κοινό πρέπει να καταλάβει ότι το έργο αυτό δεν γίνεται από έναν υπολογιστή», τόνισε.

Ακολουθήστε το Protagon στο Google News

Διαβάστε ακόμη...

Διαβάστε ακόμη...