Στο «Στάδιο του Φωτός», η Λέστερ βυθίστηκε στο σκοτάδι ακόμη περισσότερο. Γεύτηκε την έβδομη ήττα της σε 14 αγώνες. Σε ολόκληρη την περασμένη σεζόν (38 αγωνιστικές) είχε μετρήσει μόλις τρεις. Εχει κατρακυλήσει στη 15η θέση της βαθμολογίας. Απέχει δυο πόντους -όλους κι όλους- από τον γκρεμό του υποβιβασμού. Κανένα από τα «κόλπα» του Κλάουντιο Ρανιέρι δεν μπορεί να βάλει τέλος σε αυτόν τον κατήφορο.
Ο Ιταλός, υποψήφιος για «Προπονητής της Χρονιάς», έχει χάσει το… μαγικό ραβδί του, αλλά όχι και την ολύμπια ψυχραιμία του – αυτή που πάντοτε τον χαρακτήριζε, και στους θριάμβους και στις δυστυχίες. «Ολα πέρυσι πήγαιναν καλά. Η τύχη, πρώτα πρώτα. Εφέτος, όλα πάνε στραβά. Πρέπει να συνεχίσουμε τη δουλειά και να πιστέψουμε στους εαυτούς μας. Η μάχη είναι μεγάλη, όμως αυτό είναι το ποδόσφαιρο, αυτός είναι ο αθλητισμός», εξήγησε ο Ρανιέρι μετά την ήττα (2-1) στη βορειοανατολική Αγγλία από τη Σάντερλαντ.
Οι οπαδοί των «Αλεπούδων», πάντως, δεν το βλέπουν ακριβώς έτσι. Σε μια επίδειξη αχαριστίας -ασυνήθιστη για τη βρετανική μενταλιτέ-, την περασμένη εβδομάδα (που η Λέστερ έπαιζε στο γήπεδό της με τη Μίντλεσμπρο) αποδοκίμασαν την ομάδα τους, επειδή δεν παίζει καλά. Είναι, βεβαίως, οι ίδιοι άνθρωποι που τον Μάιο αποθέωναν τον Ρανιέρι και τους παίκτες του για το «θαύμα» της κατάκτησης του τίτλου στην Premier League. Οι ίδιοι που, προ ημερών, πανηγύρισαν την πρόκριση από τους ομίλους του Champions League για πρώτη φορά στα χρονικά της Λέστερ.
Το τι συνέβη στην ομάδα που πριν από περίπου έξι μήνες συγκλόνισε τον ποδοσφαιρικό κόσμο με το ασύλληπτο επίτευγμά της, είναι ένα ερώτημα στο οποίο επιχειρούν να απαντήσουν -τούτες τις μέρες- οι αναλυτές στη Βρετανία. Αλλά, υπάρχει κι άλλο ένα μυστήριο: πώς είναι δυνατόν, η Λέστερ της Αγγλίας να «σέρνεται», και η Λέστερ της Ευρώπης να προκρίνεται πανηγυρικά στους «16», παραμένοντας αήττητη σε πέντε ματς του Champions League;
Στο ποδόσφαιρο υπάρχει ένας όρος – «κλισέ» που πολλοί τον επικαλούνται, όμως ελάχιστοι γνωρίζουν τη σημασία του και τον καθοριστικό του ρόλο στην αγωνιστική πορεία ενός συλλόγου: το «μομέντουμ». Για τα λεξικά είναι ένας νεολογισμός που αποδίδει την έννοια της κατάλληλης στιγμής, της κατάλληλης ευκαιρίας. Για τη Φυσική είναι η φόρα, η ορμή, η ροπή. Στον μικρόκοσμο των γηπέδων σημαίνει ένα σύνολο καταστάσεων που δημιουργούν την περίσταση, την καλή ή την κακή, από την οποία εξαρτάται η δυναμική μιας ομάδας. Το «μομέντουμ», λοιπόν, εξηγεί επακριβώς το… μυστήριο με τις «Αλεπούδες».
Η εφετινή Λέστερ δεν διαφέρει πολύ από την περυσινή -έχει τον ίδιο προπονητή και τους ίδιους παίκτες, με μικρές προσθαφαιρέσεις- όμως, στην πραγματικότητα, τα πάντα έχουν αλλάξει στην ομάδα. Μέσα της και γύρω της.
Τον Αύγουστο του 2015 μπήκε στη σεζόν ως ένα από τα φαβορί για υποβιβασμό. Εβγαινε στο τερέν να παίξει, χωρίς να τη βαραίνει καμία προσδοκία. Με τη βοήθεια (και) της τύχης στην αρχή, κάποια απρόσμενα καλά αποτελέσματα πολύ γρήγορα την απελευθέρωσαν από οποιοδήποτε βαθμολογικό άγχος. Δεν φοβόταν τίποτα, δεν ήλπιζε σε τίποτα, ήταν ελεύθερη να ευχαριστηθεί κάθε παιχνίδι, κάθε στιγμή. Οι αλλεπάλληλες νίκες χάρισαν στους ποδοσφαιριστές του Ρανιέρι φοβερή αυτοπεποίθηση. Ο,τι κι αν δοκίμαζαν στο γήπεδο, τους έβγαινε. Κι όσο τους έβγαιναν τα πάντα, δοκίμαζαν -και κατάφερναν- τα απίθανα.
Πέρυσι τέτοιες μέρες, η Λέστερ έβαζε πλώρη για τον τίτλο – κι ας το αρνιόταν ο Ρανιέρι, για να μην αγχωθούν οι παίκτες του. Ολος ο κόσμος «έτριβε τα μάτια» του. Ολοι ήταν με το μέρος της. Ολοι ήθελαν, αυτό το παραμύθι να βγει αληθινό. Ακόμα και οι διαιτητές, σφύριζαν υπέρ της όλες τις αμφισβητούμενες φάσεις. Τη χειροκροτούσαν και οι αντίπαλοι, έπειτα από κάθε της εμφάνιση. Το… σύμπαν συνωμοτούσε για να τα καταφέρει, και οι ποδοσφαιριστές της δοκίμαζαν τα όρια των αντοχών τους, αγώνα προς αγώνα.
Τον Αύγουστο του 2016, η Λέστερ μπήκε στη σεζόν ως πρωταθλήτρια Αγγλίας. Κανένας δεν απαιτούσε από αυτήν να ξαναπάρει τον τίτλο -αλίμονο- όμως όλοι θεωρούσαν ως αυτονόητη υποχρέωσή της να φέρνει αποτελέσματα συμβατά με το νέο της στάτους. Το άγχος είχε χτυπήσει την πόρτα της, ενώ το κίνητρο των παικτών της είχε υποχωρήσει. Είχαν, ήδη, κατορθώσει το ακατόρθωτο. Πλέον, ήταν πλούσιοι και διάσημοι. Είχαν αποδείξει τις δυνατότητές τους σε όλους – στους εαυτούς τους, πάνω απ’ όλα. Είχαν αδειάσει από τη φιλοδοξία που, πέρυσι, τους έκανε να μοιάζουν με θηρία.
Η καθημερινότητά τους φορτώθηκε, ξαφνικά, με τους πολύ απαιτητικούς αγώνες (και τα αλλεπάλληλα κουραστικά ταξίδια) του Champions League. Διόλου τυχαία, εκεί εξακολούθησαν να «τα δίνουν όλα». Επειδή ήταν η πρώτη τους φορά. Ποιος μπορεί να τους κατηγορήσει γι’ αυτό; Μπορεί να μην έχουν ποτέ ξανά την ευκαιρία να παίξουν με τους κορυφαίους συλλόγους στην Ευρώπη. Η Λέστερ δέχτηκε το πρώτο της γκολ στην πέμπτη αγωνιστική. Αλλά, στο αγγλικό πρωτάθλημα, έχασε τέσσερα παιχνίδια της πριν από ευρωπαϊκό ματς – τα τρία εξ αυτών με βαρύ σκορ (από τη Λίβερπουλ, τη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ και την Τσέλσι).
Στο «Ολντ Τράφορντ», ο Βάρντι και ο Μαχρέζ έγιναν αλλαγή στο ημίχρονο επειδή ακολουθούσε αγώνας στην Ευρώπη, όπως παραδέχτηκε ο Ρανιέρι. Τα δυο ρεπό την εβδομάδα, που ο Ιταλός έδινε στους παίκτες του την περασμένη σεζόν, εφέτος είναι μια ανέφικτη πολυτέλεια. Εκτός από την ξεκούραση, χάθηκε και η (αυτο)συγκέντρωση. Πέρυσι ο Ντρινκγουότερ δεν θα έκανε ποτέ μια απρόσεκτη πάσα προς τα πίσω, όπως συνέβη στο ματς κόντρα στη Γουέστ Μπρομ. Και η Λέστερ δεν θα δεχόταν τρία γκολ σε πέντε λεπτά, όπως εφέτος από τη Γιουνάιτεντ.
Αλλαξαν κι άλλα. Λίγα, όμως σημαντικά. Ο Καντέ έφυγε, το καλοκαίρι, για την Τσέλσι. Ολοι γνώριζαν πόσο χρήσιμος ήταν για τη Λέστερ, όμως η απουσία του το κατέδειξε ακόμη περισσότερο. Ο γάλλος ήταν ο ιδανικός αμυντικός χαφ, πάνω στον οποίο ο Ρανιέρι έχτισε τη στρατηγική των αντεπιθέσεων. Το κενό που άφησε πίσω του, δεν το κάλυψε η απόκτηση του Μεντί από τη Νις. Μπορεί να φταίνε και οι αλλεπάλληλοι τραυματισμοί του. Αλλά το αποτέλεσμα μετράει: ο Ντρινκγουότερ προσπαθεί να κάνει τη δουλειά που έκανε ο Καντέ, δίπλα σε συμπαίκτες χαμηλότερης ποιότητας, όπως ο Αμαρτέι και ο Κινγκ.
Ακόμη και ένας εξαιρετικός παίκτης που προστίθεται στη δύναμη μιας ομάδας, μπορεί να την αποσυντονίσει. Ο Ισλάμ Σλιμανί, αν και μπαινοβγαίνει στην ομάδα με τραυματισμούς, έχει… μπερδέψει τον Βάρντι, έναν από τους πρωταγωνιστές της περυσινής, θαυματουργής Λέστερ. Ο αρχισκόρερ της ομάδας δεν μπορεί να προσαρμοστεί στο νέο σύστημα του Ρανιέρι,,που προσπαθεί να χωρέσει τον αλγερινό επιθετικό στην ενδεκάδα. Ο Βάρντι δεν είναι, πια, ο παίκτης που όλοι οι συμπαίκτες του αναζητούν με τις μπροστινές μπαλιές τους. Δείχνει απομονωμένος, ίσως και απογοητευμένος.
Εκτός από τη Λέστερ, άλλαξαν και οι αντίπαλοί της. Η Τσέλσι, για παράδειγμα, η οποία πέρυσι τερμάτισε… 30 βαθμούς πίσω, σήμερα βρίσκεται στην κορυφή της Premier League, αναγεννημένη από τον Αντόνιο Κόντε. Η Λίβερπουλ του Κλοπ «πετάει σπίθες», παρά τις… αυτοκτονικές της τάσεις. Η Τότεναμ του Ποκετίνο έχει ωριμάσει. Η Σίτι έχει γίνει «άλλη» ομάδα στα χέρια του Γκουαρντιόλα. Η Εβερτον έχει ενισχυθεί…
Κι όλοι μαζί, θέλουν να νικήσουν την πρωταθλήτρια Αγγλίας. Η Λέστερ δεν είναι, πια, η «Σταχτοπούτα» που μάγευε με το παραμύθι της. Είναι μια «απειλή» που η ελίτ των αγγλικών συλλόγων δεν θέλει να (ξανα)βρεί απέναντί της. Οταν την εγκατέλειψε και η τύχη, μεταμορφώθηκε πάλι σε μια συνηθισμένη, μικρομεσαία ομάδα που -στο εξής- θα ζει με την ανάμνηση της αναπάντεχης δόξας της.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News