Πριν λίγες μέρες μου εμφανίστηκε στον φάκελο με τα εισερχόμενα μια ειδοποίηση για εκδήλωση της Ενωσης Αθέων, που με (μας) προσκαλούσε σε πανηγυρική δημόσια κρεοφαγία το βράδυ της Μεγάλης Παρασκευής σε διάφορες χασαποταβέρνες ανά την επικράτεια. Ζητώ προκαταβολικά συγγνώμη, αν άθελά μου συμβάλλω στη διάδοση ενός ακόμη διαδικτυακού hoax. Η Ενωση Αθέων είναι μεν υπαρκτός σύλλογος, αλλά η πρωτοβουλία για μπάρμπεκιου διαμαρτυρίας απέπνεε τέτοια καφρίλα που δικαίως διατηρώ επιφυλάξεις για τη γνησιότητά της.
Μουφα(νετ) ή όχι η επιτάφιος γαρδούμπα, το ζήτημα «άθεος» χρειάζεται, νομίζω, λίγη κουβέντα παραπάνω. Θα μου πεις, τώρα βρήκα κι εγώ; Χρονιάρες μέρες; Δεν είναι αγένεια να ανοίγει κανείς τέτοια κουβέντα μέσα στην κατανυκτική ατμόσφαιρα της Εβδομάδας των Παθών;
Κάθε άλλο. Ο άθεος άνθρωπος δεν είναι υποχρεωτικά και χοντράνθρωπος, δεν είναι τραμπούκος, δεν προσβάλλει το συνάνθρωπό του και κυρίως, δεν αγνοεί τις παραδόσεις, την ιστορία και τις ευαισθησίες του κοινωνικού περιβάλλοντος στο οποίο ζει. Ή μάλλον μπορεί να τα κάνει όλα αυτά -και χειρότερα, αλλά αν τα κάνει, δεν είναι επειδή είναι άθεος, αλλά επειδή είναι μαλάκας.
Το πρώτο δεν αποκλείει το δεύτερο, δυστυχώς. Οπως και η ιδιότητα του θρησκευόμενου δεν αποτελεί αδιαπέραστη ηθική πανοπλία. Εχω γνωρίσει αφοσιωμένους πιστούς, ανεξαρτήτως δογμάτων ή θρησκειών, καταπιεστικούς, βίαια φανατικούς, να τους βλέπεις και να αλλάζεις πεζοδρόμιο, χώρα, ήπειρο, ακόμα και πλανήτη αν μπορείς. Εδώ που τα λέμε, δεν ήταν ανάγκη να τους γνωρίσω προσωπικά. Η ιστορία ολόκληρη από την αυγή της αρχαιότητας ως τις χτεσινές ειδήσεις είναι γεμάτη από δαύτους.
Ο άθεος δεν μισεί το Θεό και επ’ ουδενί δεν ασχολείται με την καταστροφή του. Μη μας μπερδεύετε με τους σατανιστές. Ο άθεος δεν απαρνείται τον Θεό, καθώς, σύμφωνα με τις πεποιθήσεις του δεν μπορεί να απαρνηθεί, πόσο μάλλον να μισήσει, μια έννοια που στη δική του αντίληψη, δεν υφίσταται καν.
Οι άθεοι δεν είναι αγνωστικιστές. Δεν κρατούν καβάντζες «μπας και». Είναι ξεκάθαροι μέσα τους -κι έξω τους- και αναλόγως συμπεριφέρονται. Αυτό σημαίνει ότι ο άθεος αισθάνεται ότι δεν έχει καμμιά θέση στην εκκλησία, στον ναό, στη συναγωγή, στο τέμενος;
Γενικώς, οι άθεοι δεν διαφημίζουν και δεν διαλαλούν την αθεΐα τους. Οχι επειδή ντρέπονται, ούτε επειδή ανησυχούν μήπως τους μαλώσουν οι πιστοί (εκτός αν είναι επαγγελματίες της πολιτικής και ξεφτιλίζονται, χωρίς καμμιά ντροπή, σε λειτουργίες, λιτανείες και μετάνοιες που δεν τις εννοούν, αλλά τις εκμεταλλεύονται μπας και τσιμπήσουν καμμιά ψήφο). Οι άθεοι δεν ασκούν «προσηλυτισμό» στην αθεΐα, δεν επιδιώκουν να επιβάλλουν τις προσωπικές τους απόψεις στους γύρω τους, ή αν το κάνουν, είναι ζήτημα χαρακτήρα και ανατροφής, ή δικής τους φλίπας, μην το ψάχνετε, παντού υπάρχουν πυροβολημένα άτομα.
Οι άθεοι δεν είναι αγνωστικιστές. Δεν κρατούν καβάντζες «μπας και». Είναι ξεκάθαροι μέσα τους -κι έξω τους- και αναλόγως συμπεριφέρονται. Αυτό σημαίνει ότι ο άθεος αισθάνεται ότι δεν έχει καμμιά θέση στην εκκλησία, στον ναό, στη συναγωγή, στο τέμενος; Κάθε άλλο.
Υπάρχει κάτι που πρέπει να ξέρετε για τους ανά τον κόσμο άθεους, (ή τουλάχιστον, για σημαντικό ποσοστό αυτών). Είναι η αξιοθαύμαστη προθυμία με την οποία επισκέπτονται χώρους λατρείας. Οι ναοί και οι ιεροί τόποι όλων των θρησκειών, η παρακολούθηση των λατρευτικών τυπικών, είναι συχνά η χαρά του άθεου. Πού αλλού μπορούμε να απολαύσουμε τους συνανθρώπους μας στην καλύτερη εκδοχή του εαυτού τους; Κάτω από τη σκέπη του Θεού τους, οι πιστοί συναθροίζονται ειρηνικά, σεβαστικά. Αποπνέουν μια ανακουφιστική αίσθηση αδελφότητας καθώς γίνονται ψυχικοί κοινωνοί ενός κοινού και άφευκτου πεπρωμένου.
Για μας τους άστεγους του ουρανού δεν υπάρχει μεγαλύτερη παρηγοριά. Τον ίδιο κόσμο, έναν κόσμο ειρηνικό, οραματιζόμαστε όλοι. Οι άθεοι απλώς συμμετέχουν στο επίγειο ταξίδι χωρίς την υποχρεωτική αστυνόμευση, την υπεσχημένη επιβράβευση ή το ανατριχιαστικό ποινολόγιο ενός επουράνιου μπαμπούλα. Ο δρόμος μας δεν είναι ευκολότερος από το δρόμο του ευσεβούς. Δεν είναι όμως ούτε δυσκολότερος αφού στις μεγάλες τις φρικτές δοκιμασίες, αναζητούμε παρηγοριά στις ίδιες κατά βάση έννοιες με τους θρησκευόμενους. Την ταπεινοφροσύνη της θνητότητας και την ταυτόχρονη βεβαιότητα του απέραντου.
Δεν μπορεί, δεν μπορεί, κάπου θα συναντηθούμε (κατά προτίμηση σ΄αυτή τη ζωή, για τις επόμενες… δεν δεσμευόμαστε).
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News