Τα περισσότερα ηλεκτρικά είδη για το σπίτι μου τα αγόρασα, μετά το 2012, από την Ηλεκτρονική Αθηνών. Δεν είχε πολύ κόσμο, ούτε λαβυρινθώδεις διαδρόμους, ούτε υπερβολική ποικιλία – που αν είσαι ασυνήθιστος σε ζαλίζει με την υπερπροσφορά ερεθισμάτων και δεν ξέρεις τι να διαλέξεις. Κάθε Παρασκευή λάμβανα και ένα SMS με την προσφορά της εβδομάδας – δεν με πολυενοχλούσε, καταλάβαινα τρόπον τινά ότι έρχεται το Σαββατοκύριακο. Ηταν λίγο μπακάλικο. Σε έναν κόσμο φτιαγμένο για σούπερ μάρκετ.
Θα μου πεις, μπακάλικο με 41 καταστήματα; Οχι. Η Ηλεκτρονική Αθηνών, που πτώχευσε την Τετάρτη, ήταν μια κανονικότατη εταιρεία, από μόνη της μια μικρή ιστορία τού ελληνικού καπιταλισμού. Ο πρόεδρός της, Ιωάννης Στρούτσης, διηγήθηκε πώς τη δεκαετία του 1980 πήγαινε πόρτα-πόρτα για να πουλήσει τοστιέρες. Αλλά το 1999 η εταιρεία του έμπαινε και αυτή θριαμβευτικά στο Χρηματιστήριο Αθηνών. Για να ανασταλεί η διαπραγμάτευση των μετοχών της το 2012. Κλασική διαδρομή.
Αλλά και πάλι, ακόμα και εκτός Χρηματιστηρίου και με την κρίση να έχει διαλύσει την κατανάλωση των διαρκών αγαθών – που γνώρισε έκρηξη τις δεκαετίες του 1990 και του 2000, ακολουθώντας την έκρηξη του κατασκευαστικού τομέα – η Ηλεκτρονική Αθηνών υπήρχε, πουλούσε αξιοπρεπώς και επιζούσε, ανταποκρινόμενη σε συνθήκες τεράστιου ανταγωνισμού: από τη μία η γερμανική υπερδύναμη των Mediamarkt και από την άλλη ο, υπό βρετανική επικυριαρχία, Κωτσόβολος.
Σε συνθήκες οικονομικής κρίσης, τηλεοράσεις και ψυγεία δεν πουλάει ούτε ο «Αλέκος», ούτε η Πετρούλα με τα παλλόμενα ντεκολτέ της. Δεν πουλάνε οι καμπάνιες και το καλό ή κακό μάρκετινγκ. Πουλάνε οι προσφορές
Οι κακές γλώσσες λένε ότι η Ηλεκτρονική χρωστούσε ΦΠΑ και ότι κάποια στιγμή εξέλιπε η κυβερνητική στήριξη που φρόντιζε για ρυθμίσεις, αλλά το τέλος δεν ήρθε για αυτό – ούτε η πρώτη ούτε η τελευταία που έχει τέτοιες οφειλές στη χώρα που τα ληξιπρόθεσμα προς το Δημόσιο είναι δεκάδες δισεκατομμύρια.
Το τέλος ήρθε γιατί το να δανείζεσαι με 9% -αν καταφέρνεις να δανείζεσαι- όταν ο ανταγωνιστής σου δανείζεται με 1% είναι όχι μόνο αδιέξοδο, αλλά θανατική καταδίκη. Το τέλος ήρθε επειδή όταν εισάγεις και δεν έχεις τις πλάτες μιας ισχυρής (ξένης) τράπεζας ή και ενός ισχυρού (ξένου) συνεταίρου πολύ απλά παύεις να εισάγεις. Και, άρα, παύεις να υπάρχεις.
Κακά τα ψέματα, σε συνθήκες οικονομικής κρίσης, τηλεοράσεις και ψυγεία δεν πουλάει ούτε ο «Αλέκος», ούτε η Πετρούλα με τα παλλόμενα ντεκολτέ της. Δεν πουλάνε οι καμπάνιες και το καλό ή κακό μάρκετινγκ. Πουλάνε οι προσφορές, οι εκπτώσεις και οι ευκολίες πληρωμής. Και – απλοϊκό αλλά αληθές – αν δεν έχεις ρευστό, ενώ ο ανταγωνιστής σου έχει και διαθέτει παράλληλα και μια μητρική που σπεύδει να απορροφήσει τις ενδεχόμενες ζημιές του, πολύ απλά δεν αντέχεις. Δεν μπορείς να κάνεις προσφορές και χάνεις πελάτες, δεν μπορείς να πληρώσεις τους προμηθευτές και τα ράφια σου αδειάζουν. Στοιχειώδες, Γιώργο Σταθάκη.
Αν η κυβέρνηση και το κράτος ήθελαν να υπάρχει ανταγωνισμός και να υπάρχουν δουλειές, θα έπρεπε να διασφαλίσουν τις συνθήκες ώστε να είναι αυτός ο ανταγωνισμός υγιής, προς όφελος του εργαζόμενου και, βεβαίως, του καταναλωτή. Να μπορεί κάθε εταιρεία να έχει πρόσβαση σε (φτηνή) χρηματοδότηση. Να μην υπάρχουν capital controls. Να μην μπορεί με τέτοια άνεση ο ένας ανταγωνιστής να πουλάει σε τιμές κάτω του κόστους επειδή έχει τη μαμά στην Ευρώπη να καλύπτει ζημιές. Και, έτσι, να υπάρχουν περισσότεροι παίκτες, να αυξάνεται ο κύκλος εργασιών και οι οικονομίες κλίμακος, να υπάρχει ανάπτυξη – έστω και αυτή μέσω της κατανάλωσης. Το είδαμε πρόσφατα, τι συνέβη με το «κανόνι» του Μαρινόπουλου στα σούπερ μάρκετ – εταιρείες που πνίγονται, δεν πληρώνουν προμηθευτές και προχωρούν στο απονενοημένο. Τώρα, με την πτώχευση της Ηλεκτρονικής Αθηνών εκατοντάδες οικογένειες μένουν στον δρόμο ενώ λιγοστεύουν οι παίκτες στην αγορά των διαρκών αγαθών – άρα και ο ανταγωνισμός των τιμών.
Ισως βέβαια, πάλι, κάπου να υπάρχει μια έκθεση του Ινστιτούτου της Φλωρεντίας για το πόσοι πρέπει να πωλούν ηλεκτρικές κουζίνες στην Ελλάδα…
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News