Για όσους είναι ακόμη παγιδευμένοι στη Συρία -αν και η λέξη «παγιδευμένοι» μόλις που αρχίζει να περιγράφει την κατάσταση- ο θάνατος είναι η μοναδική βεβαιότητα. Αν δεν είναι ο δικός τους, μπορεί να είναι ενός οικείου, του αδελφού, του παιδιού, του γείτονα, ίσως του άγνωστου που είναι δίπλα σου την ώρα που και δύο αγοράζετε πορτοκάλια από τη λαϊκή.
Τότε πέφτουν οι βόμβες. Από τα συριακά και, πιο πρόσφατα, τα ρωσικά αεροσκάφη, αδιακρίτως, μέσα σε άμαχο και ανυποψίαστο πληθυσμό, πολλές φορές κατά παράβαση κάθε στοιχειώδους τήρησης των κανόνων του πολέμου.
Αυτή είναι η εικόνα της Συρίας σήμερα, μετά από πέντε χρόνια πολέμου που ξεκίνησε από αιματηρές οδομαχίες, εξελίχτηκε σε εμφύλιο και κατέλεξε σε πόλεμο των πάντων κατά των πάντων. Την εικόνα αποτύπωσε η δημοσιογράφος του CNN Κλαρίσα Γουόρντ, η οποία επισκέφτηκε σχεδόν κρυφά και με ορατό κίνδυνο περιοχές όπου επικρατούν οι πιεζόμενοι από παντού αντάρτες.
Το ρεπορτάζ της Γουόρντ είναι μια αλληλουχία από μικρές και μεγαλύτερες εικόνες μιας καθημερινότητας που έχει αποδιοργανωθεί πλήρως κάτω από την συνεχή απειλή του θανάτου. Είτε από τα στρατεύματα του Ασαντ, είτε από τους ρωσικούς βομβαριδισμούς, οι οποίοι μάλλον θα μειωθούν σημαντικά μετά την αποχώρηση των ρωσικών δυνάμεων, είτε από το Ισλαμικό Κράτος, που αντιπροσωπεύει διπλή απειλή, ένοπλη και επιβολής ενός άκρως καταπιεστικού τρόπου ζωής.
Ο εμφύλιος και η ξένη επέμβαση στη χώρα έχουν φέρει ένα πόλεμο χωρίς κανόνες. Η βόμβα έρχεται από παντού: αν την ακούσεις να εκρήγνυεται, είναι αρκετά πιθανό ότι έχεις επιζήσει, δεν υπάρχει όμως καμία εξασφάλιση. Οι Ρώσοι, λένε οι Σύροι που το ζούσαν για μήνες, ειδικεύτηκαν στο «διπλό χτύπημα»: πρώτα σε κάθε στόχο που μπορούσαν -ακόμα και σε νοσοκομεία- και την ώρα που διασώστες έψαχναν στα χαλάσματα ένα δεύτερο κύμα.
Απλές πράξεις, όπως το να βγεις για τα ψώνια της ημέρας, γίνονται επικίνδυνες και -αυτό το ξεχνάμε πολλές φορές- ψυχολογικά επώδυνες όταν πρέπει να διασχίσει κάποιος ερειπωμένες και άδειες γειτονιές. Οι οδηγοί κινούνται όσο πιο γρήγορα μπορούν λόγω των ελεύθερων σκοπευτών που είναι παντού. Τα καύσιμα, το νερό και τα τρόφιμα δεν υπάρχουν για όλους.
Η Συρία έχει γίνει μία χώρα όπου έχει χαθεί η εμπιστοσύνη του ενός στον άλλο
Εστω και έτσι όμως, οι άνθρωποι προσπαθούν να οργανώσουν λίγο την ζωή τους: τους βλέπουμε να προσπαθούν όπως-όπως να μαζέψουν τα χώματα και τα συντρίμμια που άφησε στη μέση του δρόμου μια ακόμη αεροπορική επιδρομή. Και, φυσικά, τα αίματα των θυμάτων.
Κλεισμένοι στα σπίτια τους, το μοναδικό σχετικά ασφαλές σημείο, οι Σύροι έχουν κλειστεί και στον εαυτό τους. Η Γουόρντ μιλά για μια χώρα όπου έχει χαθεί η εμπιστοσύνη του ενός στον άλλο. Οι άνθρωποι, λέει, δεν ρωτάνε πολλά· για την ίδια θα κατάλαβαν ότι είναι ξένη, αλλά και πάλι δεν ήθελαν να πουν πολλά μαζί της.
Αν πάλι η εικόνα των παγιδευμένων είναι η μία πλευρά -μόνο στο Χαλέπι που ελέγχουν εν μέρει οι αντικαθεστωτικοί ζουν ακόμη πάνω από 300.000 άνθρωποι- η εικόνα όσων εγκατέλειψαν τις κατοικίες τους για τις τεράστιες παραγκουπόλεις είναι η αλλη που ξεχνιέται συστηματικά.
Η Συρία, μας θυμίζει το ρεπορτάζ, είναι μια χώρα γεμάτη χήρες και ορφανά, παιδιά που είτε είναι ακόμα πολύ μικρά είτε έχουν δει πολλά και επώδυνα. Ολα όμως είναι εξαρτημένα από την βοήθεια των άλλων, από όπου και αν έρχεται.
Για όσους δεν ζούμε εκεί και τα βλέπουμε εξ αποστάσεως, όλα αυτά είναι μια απειλή κατά της ίδιας της ζωής μας σε μέγεθος που είναι αδύνατον να συλλάβουμε. Είναι ίσως δύσκολο να συλλάβουμε και αυτό που κάνει κάποιους να επιμένουν. Οπως ένας γιατρός που δακρύζει όταν η δημοσιογράφος τον ρωτά γιατί δεν φεύγει. «Δεν είμαι καλύτερος από αυτούς τους μάρτυρες που πέθαναν. Καλύτερα να πεθάνω παρά να φύγω».
Κάθε φορά που πηγαίνω στη Συρία, λέει η Γουόρντ, «πάντα σκέφτομαι ότι δεν μπορει να γίνουν τα πράγματα χειρότερα, αλλά συνεχίζουν να χειροτερεύουν».
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News