Ας ξεκινήσουμε από τα βασικά. Προτού γίνει ταινία, το «Δόκτωρ Ζιβάγκο» ήταν ένα εμβληματικό μυθιστόρημα, του Μπορίς Παστερνάκ. Τιτλοφορήθηκε έτσι από το όνομά του πρωταγωνιστή του, Γιούρι Ζιβάγκο – ιατρός (χειρουργός) και ποιητής οι ιδιότητές του. Διηγείται την ιστορία ενός άνδρα που παντρεύεται την κόρη μιας αριστοκρατικής οικογένειας, αλλά ερωτεύεται τη Λάρα, που είναι μια κοπέλα των κατώτερων τάξεων. Ο Ζιβάγκο βρίσκεται έτσι εγκλωβισμένος ανάμεσα στη θέλησή του να μείνει πιστός στη σύζυγό του -που του είναι απόλυτα αφοσιωμένη- και στο πάθος του για τη Λάρα, η οποία ξυπνάει την ποίηση μέσα του και μετουσιώνεται σε μούσα του.
Επίσης πολύ βασικό: Η ιστορία εκτυλίσσεται με φόντο την Οκτωβριανή Επανάσταση και τον συνακόλουθο Ρωσικό Εμφύλιο Πόλεμο του 1918-1920. Το ότι πρόκειται για ένα από τα καλύτερα πολιτικά μυθιστορήματα του 20ού αιώνα το λέμε εμείς, δεν σημαίνει ότι όλοι συμφωνούσαν με αυτό. Μετά την υποβολή του για δημοσίευση, στο περιοδικό «Novy mir», απορρίφθηκε λόγω της πολιτικής άποψης του Παστερνάκ, αφού ήταν λανθασμένη – στα μάτια των σοβιετικών πολιτικών Αρχών. Βλέπετε, ο συγγραφέας, όπως ο Ζιβάγκο, ενδιαφέρονταν περισσότερο για την ευτυχία των ατόμων, παρά για την ευημερία της κοινωνίας, οπότε οι σοβιετικοί λογοκριτές θεώρησαν κάποια κομμάτια του έργου ως αντιΜαρξιστικά. Επίσης, στο έργο ελλοχεύουν υποβόσκουσες κριτικές του Σταλινισμού, αλλά και αναφορές σε στρατόπεδα συγκέντρωσης.
Το 1957, ο ιταλός εκδότης Φελτρινέλι εξήγαγε παράνομα το χειρόγραφο του βιβλίου από τη Σοβιετική Ενωση και, ταυτόχρονα, δημοσίευσε εκδόσεις, τόσο στη ρωσική, όσο και στην ιταλική γλώσσα, στο Μιλάνο. Τον επόμενο χρόνο το έργο δημοσιεύθηκε στα Αγγλικά και, εν τέλει, δημοσιεύθηκε -συνολικά- σε 18 γλώσσες. Αν δεν γίνονταν όλα αυτά, δεν ξέρουμε αν ο Παστερνάκ θα έπαιρνε Νόμπελ Λογοτεχνίας, το 1958. Και πάλι, όμως, η Μητέρα Ρωσία ήταν παρούσα και ζήτησε από την επιτροπή να μην απονείμει το βραβείο. Αναγκαστικά, ο συγγραφέας το αρνήθηκε, προκειμένου να μην προκληθεί σκάνδαλο στη χώρα του. Ο «Δόκτωρ Ζιβάγκο» δημοσιεύτηκε, τελικά, στη Σοβιετική Ενωση το 1988. Ο Μπορίς Παστερνάκ δεν το είδε ποτέ. Είχε πεθάνει στις 30 Μαΐου 1960, από φυσικά αίτια. Το ότι στην κυκλοφορία του βιβλίου σε άλλες χώρες ενεπλάκη η CIA -έχουν γράψει για αυτό τόσο ο αμερικανός μελετητής της ρωσικής λογοτεχνίας Καρλ Πρόφερ, όσο και ο Ιβάν Τολστόι- είναι δεδομένο: Στόχος των αμερικανικών μυστικών υπηρεσιών ήταν να εκμεταλλευτούν την όποια «προπαγανδιστική αξία» του έργου.
Cut…
Η ταινία «Δόκτωρ Ζιβάγκο» (λέγε με και «Doctor Zhivago») αποτέλεσε την οπτικοποίηση του βιβλίου με τη μορφή επικού δράματος, σε σκηνοθεσία του «τεράστιου» Ντέιβιντ Λιν. Το ομώνυμο μυθιστόρημα το διασκεύασε ο Ρόμπερτ Μπολτ. Πρωταγωνιστές της ταινίας είναι ο Ομάρ Σαρίφ στον ρόλο του Γιούρι Ζιβάγκο και η Τζούλι Κρίστι στον ρόλο της Λάρα Αντίποβα. Οι δυο πρωταγωνιστές πλαισιώνονται από τους Τζέραλντιν Τσάπλιν, Αλεκ Γκίνες και Ροντ Στάιγκερ. Αν δεν έχετε δει αυτή την ταινία, ό,τι και να διαβάσετε για τις ερμηνείες τους, θα είναι λίγο. Το ίδιο συμβαίνει κι αν την έχετε παρακολουθήσει.
Η ταινία έκανε πρεμιέρα στις κινηματογραφικές αίθουσες των Ηνωμένων Πολιτειών στις 22 Δεκεμβρίου του 1965 (πρώτη προβολή στη Νέα Υόρκη, από τη Metro-Goldwyn-Mayer, με κόστος παραγωγής 11 εκ. δολάρια). Από τη στιγμή που το μυθιστόρημα του Παστερνάκ είχε απαγορευθεί στη Σοβιετική Ενωση, ένα μεγάλο κομμάτι της ταινίας γυρίστηκε στην Ισπανία – τα γυρίσματα κράτησαν πάνω από 10 μήνες. Εξω από τη Μαδρίτη στήθηκαν τεράστια σκηνικά -αποτελούσαν αναπαράσταση της Μόσχας- ενώ κάποιες από τις χειμερινές σκηνές γυρίστηκαν και στην Ισπανία, αλλά και στη Φινλανδία. Οι σκηνές στις οποίες η Λάρα κι ο Ζιβάγκο εργάζονται στο υπαίθριο νοσοκομείο, κατά τη διάρκεια του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, γυρίστηκαν στην πόλη Σόρια της Ισπανίας. Αντίστοιχα, οι ερωτικές σκηνές του Ζιβάγκο με τη Λάρα, στο χιονισμένο και παγωμένο Βαρίκινο, γυρίστηκαν επίσης στη Σόρια. Εκεί, χρησιμοποιήθηκε λιωμένο κερί για την κάλυψη του σπιτιού στο οποίο διέμενε το ζευγάρι.
Παρά το γεγονός ότι η ταινία σημείωσε τεράστια επιτυχία και αγαπήθηκε από τους θεατές, δεν συμφώνησαν όλοι οι κριτικοί με αυτό. Μάλιστα, πολλοί από εκείνους σχολίασαν αρνητικά τη μεγάλη της διάρκεια, άλλοι στάθηκαν στην υπερβολικά ρομαντική απόδοση της σχέσης μεταξύ του Ζιβάγκο και της Λάρας. Αλλοι, έκαναν λόγο για «σαπουνόπερα». Ή ότι η ερμηνεία του Σαρίφ, ενώ είχε ψυχή, δεν ήταν «ξεκάθαρη». Αρκετοί έμειναν αδιάφοροι από το «γλυκανάλατο» μουσικό θέμα της Λάρας, που ακουγόταν σε μεγάλο κομμάτι της ταινίας.
Στον αντίποδα, πολλοί ήταν εκείνοι που είδαν το αυταπόδεικτο, ότι η ταινία μεταφέρει μια σημαντική για την ιστορία της ανθρωπότητας περίοδο και είχε εντρυφήσει σε τεράστια θέματα – βλέπε ζωή πάνω από τον θάνατο, προσωπικότητα του πολίτη κόντρα στο κράτος, καρδιά ή λογική.
Η ταινία προτάθηκε για 10 βραβεία Οσκαρ, μεταξύ των οποίων και για Οσκαρ Καλύτερης Ταινίας – τελικά, το κέρδισε η ταινία «Η Μελωδία της Ευτυχίας». Αντίστοιχα, ο Ντέιβιντ Λιν έχασε το Οσκαρ Σκηνοθεσίας από τον Ρόμπερτ Γουάιζ. Η Τζούλι Κρίστι δεν πήρε Οσκαρ Α΄ Γυναικείου Ρόλου. Όμως, ο Μορίς Ζαρ βραβεύθηκε για τη μουσική επένδυση της ταινίας και ο Ρόμπερτ Μπολτ έλαβε (το πρώτο του) Οσκαρ Διασκευασμένου Σεναρίου. Συνολικά, η ταινία κέρδισε πέντε βραβεία Οσκαρ. Το 1998, το Αμερικανικό Ινστιτούτο Κινηματογράφου κατέταξε την ταινία στην 39η θέση της λίστας με τις 100 καλύτερες ταινίες όλων των εποχών. Βάσει προσαρμογής του πληθωρισμού, κατέχει την 8η θέση στη λίστα με τις εμπορικότερες ταινίες όλων των εποχών στις ΗΠΑ και τον Καναδά. Επίσης, έχει διασκευαστεί αρκετές φορές για την τηλεόραση, έχει γίνει μιούζικαλ, ενώ έγινε σίριαλ για τη ρωσική τηλεόραση, το 2005. Κι αφού πιάσαμε τη γλώσσα της Ρωσικής Αρκούδας, εκεί γράφεται «Доктор Живаго». Η λέξη «Ζιβάγκο» έχει κοινή ρίζα με τη ρωσική λέξη για τη «ζωή» («жизнь»), που αποτελεί ένα από τα μεγαλύτερα θέματα της νουβέλας.
Ετσι κι αλλιώς, αυτή η ταινία άφησε ανεξίτηλο το σημάδι της στις (κινηματογραφικές) ζωές μας…
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News