Το ότι ο πόλεμος είναι καταρχάς μακάβρια μεν, μπίζνες δε, είναι γνωστό. Η επιβολή κυρώσεων και η καταστρατήγηση κυρώσεων, η εμπορία όπλων και εμπορία ανθρώπων, καθώς και η κατάχρηση πόρων που προορίζονται για ανθρωπιστική και επισιτιστική βοήθεια «πλουτίζουν μια πολυεθνική ομάδα κερδοσκόπων και εγκληματικών συμμοριών που συχνά συνεργάζονται ανεξαρτήτως εθνικότητας ή καταγωγής. Το οποίο μπορεί να οδηγήσει στο συμπέρασμα ότι οι εμπόλεμοι λαοί είναι πάντα οι χαμένοι, ακόμη και όταν η χώρα τους και ο στρατός τους κερδίζουν τον πόλεμο», γράφει σε άρθρο του ο Μάσιμο Νάβα της Corriere della Sera.
Οσον αφορά την εξίσου κερδοφόρα δράση των μισθοφόρων στους πολέμους, εστιάζοντας στην Ουκρανία, σημειώνει πως στο πλευρό των Ουκρανών πολεμούν άνδρες ακόμη και από την Ταϊβάν, «γνωρίζοντας, πιθανώς, ότι μοιράζονται την ίδια αβέβαιη μοίρα, μπροστά στην απειλή μιας μεγάλης δύναμης», γράφει ο ιταλός αρθρογράφος.
Την ίδια ώρα, τις υπηρεσίες τους στις ρωσικές δυνάμεις εισβολής φέρεται ότι προσφέρουν, μεταξύ άλλων, ακόμη και αφγανοί μαχητές. Η δράση των μισθοφόρων της διαβόητης Ομάδας Βάγκνερ στην Ουκρανία (πέρα από τη Συρία και διάφορες περιοχές της Αφρικής) είναι γνωστή εδώ και καιρό.
«Ομως, η αγορά και τα σενάρια πολέμου συνεχίζουν να προσφέρουν νέες δυνατότητες», γράφει ο ιταλός δημοσιογράφος αναφερόμενος σε μια αγγελία που εντόπισε το BBC, μόλις λίγες ημέρες μετά την εισβολή των ρωσικών δυνάμεων στην Ουκρανία: «Ζητούνται πολύγλωσσοι πρώην στρατιώτες που είναι πρόθυμοι να κατευθυνθούν κρυφά στην Ουκρανία για το τεράστιο ποσό των 2.000 δολαρίων την ημέρα –συν μπόνους– για να συνδράμουν στη διάσωση οικογενειών από μια ολοένα και πιο ζοφερή σύρραξη».
Η αγγελία είχε δημοσιευθεί σε έναν ιστότοπο ανεύρεσης εργασίας ονόματι «Silent Professionals», που απευθύνεται σε όσους προσφέρουν μισθοφορικές υπηρεσίες ή εργάζονται στη βιομηχανία της ασφάλειας. Ηδη από τότε, ειδικοί ανέφεραν πως η ζήτηση επρόκειτο να αυξηθεί κατακόρυφα λόγω του πολέμου στην Ουκρανία, ενώ ιδιωτικές εταιρείες παροχής στρατιωτικών υπηρεσιών, αμερικανικές και ευρωπαϊκές, προσέφεραν νέες ευκαιρίες αναζητώντας από ειδικούς στην επιμελητεία έως άτομα ικανά να φέρουν σε πέρας αποστολές φυγάδευσης αμάχων από την εμπόλεμη χώρα.
Κάνοντας λόγο για «φρενίτιδα στην αγορά», ο αμερικανοκαναδός συγγραφέας Ρόμπερτ Γιανγκ Πέλτον, που ειδικεύεται στις Ιδιωτικές Στρατιωτικές Εταιρείες (Private Military Companies), είχε εξηγήσει πως μια εταιρεία θα μπορούσε να λάβει από 30.000 έως 6 εκατ. δολάρια για μια φυγάδευση από την Ουκρανία, με τα εκατομμύρια να αφορούν ολόκληρες ομάδες οικογενειών που επιθυμούν να φυγαδευτούν μαζί με όλα τα περιουσιακά τους στοιχεία.
«Η τιμή των διαφυγών εξαρτάται από την πολυπλοκότητα της δουλειάς», είχε εξηγήσει ο Τόνι Σκιένα, πρώην πράκτορας των μυστικών υπηρεσιών της Νότιας Αφρικής και νυν διευθύνων σύμβουλος της Mosaic, μιας αμερικανικής συμβουλευτικής εταιρείας με ειδίκευση στη συλλογή πληροφοριών και στην ασφάλεια, που δραστηριοποιείται εδώ και καιρό στην Ουκρανία.
«Οταν υπάρχει μεγαλύτερος αριθμός ανθρώπων, ο κίνδυνος αυξάνεται. Τα παιδιά και οι οικογένειες συνεπάγονται περισσότερες δυσκολίες», προσέθεσε. Οι αποστολές της Mosaic βασίζονται περισσότερο στη συλλογή και στην αξιοποίηση πληροφοριών (intelligence) παρά στα όπλα, ενώ στην Ουκρανία προσφέρει τις υπηρεσίες της σε ιδιώτες, εταιρείες και πολιτικώς εκτεθειμένα πρόσωπα που επιθυμούν να εγκαταλείψουν τη χώρα.
Ιδιωτικές στρατιωτικές εταιρείες και εταιρείες ασφαλείας υπάρχουν εδώ και δεκαετίες, αλλά η δράση τους άρχισε να γίνεται ευρέως γνωστή κατά τη διάρκεια των πολέμων στο Ιράκ και στο Αφγανιστάν, μετά την 11η Σεπτεμβρίου, όταν δούλευαν για λογαριασμό δυτικών κυβερνήσεων και εμπορικών συμφερόντων.
Στο αποκορύφωμα του πολέμου στο Ιράκ, πάμπολλες ιδιωτικές εταιρείες, όπως η Blackwater, δραστηριοποιούνταν εκεί προσφέροντας πλήθος υπηρεσιών, από ένοπλη προστασία φαλάγγων έως σίτιση και στέγαση στρατιωτών σε στρατιωτικές βάσεις. Ωστόσο, η Blackwater κατέστη σύντομα διαβόητη λόγω μιας σειράς πολύκροτων περιστατικών, περιλαμβανομένου και του θανάτου 14 ιρακινών αμάχων που σκοτώθηκαν από συνεργάτες της εταιρείας στη Βαγδάτη το 2007.
Στην Ανατολική Ευρώπη, οι ιδιωτικές στρατιωτικές εταιρείες χρησιμοποιούνται εδώ και καιρό για την προστασία εύπορων ατόμων και εταιρειών. Κατά τη διάλυση της πρώην Γιουγκοσλαβίας, ορισμένες εταιρείες προσλήφθηκαν για να συνδράμουν στον εξοπλισμό, την εκπαίδευση και την οργάνωση δυνάμεων της Βοσνίας και της Κροατίας – εν γνώσει, μάλιστα, της κυβέρνησης των ΗΠΑ.
Λόγω της φύσης του κλάδου, είναι δύσκολος ο καθορισμός του συνολικού αριθμού των ιδιωτικών στρατιωτικών εταιρειών, καθώς και των εσόδων τους, αλλά πρόκειται, από κάθε άποψη, για μια αναπτυσσόμενη βιομηχανία. Σύμφωνα με μια έκθεση της Aerospace & Defense News, ο κύκλος εργασιών της παγκόσμιας βιομηχανίας παροχής στρατιωτικών υπηρεσιών και υπηρεσιών ασφάλειας πρόκειται να εκτιναχθεί από περίπου 224 δισ. δολάρια το 2020, σε περισσότερα από 457 δισ. το 2030.
Οσον αφορά τη δράση ξένων ιδιωτικών στρατιωτικών εταιρειών στην Ουκρανία τους τελευταίους εννέα μήνες, υποστηρίζουν ότι δεν πολεμούν. Κάποιες δηλώνουν πως προσεγγίστηκαν για να συνδράμουν ΜΚΟ και ανθρωπιστικές οργανώσεις (στην Ουκρανία και σε γειτονικές χώρες) που χρειάζονται άτομα με εξειδικευμένες γνώσεις και δεξιότητες και προϋπηρεσία σε εμπόλεμες ζώνες.
«Οι περισσότεροι από τους ανθρώπους που γνωρίζω προσωπικά είναι γιατροί, βοηθοί γιατρών, τραυματιοφορείς, νοσοκόμοι και πρώην κομάντος ή απλοί στρατιώτες, οι οποίοι είναι βετεράνοι και κατανοούν», εξήγησε ο Μάικλ Χοκ, πρώην αξιωματικός των ειδικών δυνάμεων των ΗΠΑ, που έχει εργαστεί για λογαριασμό ιδιωτικής εταιρείας σε εμπόλεμη ζώνη.
Οι δυτικές ιδιωτικές στρατιωτικές εταιρείες υπόκεινται στους νόμους και τους κανονισμούς των χωρών τους, σημείωσε ο Κρίστοφερ Μάιερ, πρώην συνταγματάρχης του αμερικανικού στρατού, που προσέφερε τις υπηρεσίες του σε διάφορες εταιρείες που δραστηριοποιούνταν στο Ιράκ. Θεωρητικά προστατεύουν ανθρώπους, μέρη ή περιουσιακά στοιχεία και σπανίως εμπλέκονται σε μάχες και πολλοί στη βιομηχανία αντιδρούν όταν χαρακτηρίζονται ως μισθοφόροι.
«Είναι το ίδιο είδος δουλειάς που βλέπετε στις Ηνωμένες Πολιτείες και αλλού», υποστήριξε ο απόστρατος αμερικανός συνταγματάρχης. «Η διαφορά είναι ότι στις εμπόλεμες ζώνες, οι πιθανότητες να χρειαστεί να χρησιμοποιήσουμε θανατηφόρα βία είναι πολύ, πολύ μεγαλύτερες», προσέθεσε.
Πρακτικά, ωστόσο, η διαφορά μεταξύ ενός ιδιωτικού στρατιωτικού εργολάβου (private contractor) και ενός μισθοφόρου είναι αχνή. «Εάν έχεις τις ικανότητες να είσαι ιδιωτικός εργολάβος, έχεις τις ικανότητες να είσαι μισθοφόρος. Δεν υπάρχει διαχωριστική γραμμή μεταξύ των δύο», θεωρεί ο Σον ΜακΦέιτ, πρώην αλεξιπτωτιστής των ΗΠΑ, ο οποίος στη συνέχεια εργάστηκε για λογαριασμό ιδιωτικών στρατιωτικών εταιρειών στην Αφρική και αλλού.
«Αυτό εξαρτάται από τις συνθήκες της αγοράς και τις αποφάσεις του καθενός. Οι άνθρωποι μιλούν για νομιμότητα και για το ποιος είναι ο πελάτης. Τίποτε από αυτά δεν έχει σημασία. Αν μπορείς να κάνεις το ένα, μπορείς να κάνεις και το άλλο», σημείωσε, προειδοποιώντας πως η αύξηση του αριθμού των ιδιωτικών εταιρειών παροχής στρατιωτικών υπηρεσιών θα μπορούσε να οδηγήσει σε χάος. «Οι μισθοφόροι ιστορικά επιμηκύνουν τις συρράξεις στοχεύοντας στο κέρδος. Θα μπορούσαμε να φτάσουμε σε ένα σημείο, στα μέσα του αιώνα, όπου οι υπερπλούσιοι άνθρωποι θα έχουν ιδιωτικούς στρατούς», εξήγησε ο αμερικανός βετεράνος.
Μεταξύ των ιδιωτικών στρατιωτικών εταιρειών, διαβόητη για την ιδιαίτερα επιθετική στάση της είναι η Executive Outcomes, που εδρεύει στη Νότια Αφρική, άνδρες της οποίας πολέμησαν για λογαριασμό της κυβέρνησης της Ανγκόλα και της Σιέρα Λεόνε τη δεκαετία του 1990. Η Sandline International, που εδρεύει στο Λονδίνο, ενεπλάκη σε συγκρούσεις στην Παπούα Νέα Γουινέα, στη Λιβερία και στη Σιέρα Λεόνε, ενώ σήμερα στην Ουκρανία εκτιμάται πως επιχειρούν μισθοφόροι πολλών ρωσικών παραστρατιωτικών οργανώσεων, πέρα από τους άνδρες της Wagner.
Σύμφωνα, όμως, με τον Σάιμον Μαν, πρώην αξιωματικό των βρετανικών ειδικών δυνάμεων, και συνιδρυτή της Executive Outcomes και της Sandline, το να προβούν ιδιωτικές στρατιωτικές εταιρείες σε επιθετικές ενέργειες στην Ουκρανία είναι «εξαιρετικά απίθανο», λόγω νομικών αλλά και οργανωτικών ζητημάτων.
Ο Μαν (ο οποίος πέρασε αρκετά χρόνια στη φυλακή, αφού καταδικάστηκε για τον ηγετικό ρόλο του σε ένα πραξικόπημα που ματαιώθηκε την τελευταία στιγμή, στη Ισημερινή Γουινέα, το 2004) επιβεβαίωσε, όμως, ότι εκτελούνται όντως αποστολές φυγάδευσης από την Ουκρανία έναντι 10.000 δολαρίων ανά άτομο.
Αντιθέτως, χαρακτηρίζοντας τα περισσότερα από όσα ακούγονται για τη δράση ξένων ιδιωτικών εταιρειών στην Ουκρανία ως «ανοησίες», ο Ορλάντο Γουίλσον, πρώην μέλος του βρετανικού στρατού που στη συνέχεια εργάστηκε επί χρόνια ως ιδιωτικός στρατιωτικός εργολάβος, σημείωσε: «Δεν βλέπω πώς μπορούν να δράσουν οι άνθρωποι στην Ουκρανία αυτή την περίοδο, τουλάχιστον ιδιωτικά. Αν συλληφθούν, από οποιαδήποτε πλευρά, ή από κάποια από τις πολιτοφυλακές, απλά θα τους πάρουν για κατασκόπους. Δεν είναι ασφαλές για τους ανθρώπους που το κάνουν και δεν είναι ασφαλές ούτε για τους πελάτες».