Η υπερομάδα των ποπ σταρ που συμμετείχαν στο «We Are The World» σε στιγμιότυπο από την ολονύκτια ηχογράφηση | Getty Images
Θέματα

«We Are The World», ένας ύμνος στις καλές προθέσεις της Δύσης

Πριν 39 χρόνια, με προτροπή των Λάιονελ Ρίτσι και Μάικλ Τζάκσον και υπό την «μπαγκέτα» του Κουίνσι Τζόουνς, 40 αστέρες της αμερικανικής ποπ μαζεύτηκαν σε ένα στούντιο του Λος Αντζελες και ηχογράφησαν ένα τραγούδι, τα έσοδα από τις πωλήσεις του οποίου θα στέλνονταν, ως φιλανθρωπική βοήθεια, στην πεινασμένη Αιθιοπία. Το ντοκιμαντέρ «The Greatest Night in Pop» αφηγείται την ιστορία
Protagon Team

Υπήρξε ένα διάστημα, πριν από σχεδόν 40 χρόνια, το 1985, που δεκάδες αστέρες πρώτου μεγέθους της αμερικανικής μουσικής σκηνής βάλθηκαν να εξαλείψουν την πείνα από την Αιθιοπία. Μεμονωμένα, μάλλον δεν ήταν όλοι υπέρ το δέον ευαισθητοποιημένοι, αλλά κάπως έτυχε και περισσότεροι από 40 επιφανείς τραγουδιστές και τραγουδίστριες της εποχής συγκεντρώθηκαν σε ένα στούντιο του Λος Αντζελες, την 28η Ιανουαρίου, και πέρασαν όλη τη νύχτα μαζί, έως τις οκτώ το πρωί, ηχογραφώντας ένα φιλανθρωπικό τραγούδι που, ακόμα και σήμερα, εξακολουθεί να είναι διάσημο παγκοσμίως, το «We Αre the World».

Σήμερα, ένα ντοκιμαντέρ του Netflix με τίτλο «The Greatest Night in Pop» αφηγείται την ιστορία του τραγουδιού, μέσα από πλάνα εποχής αλλά και νέες συνεντεύξεις με διάφορους από τους διάσημους ερμηνευτές του, περιλαμβανομένων των Λάιονελ Ρίτσι, Μπρους Σπρίνγκστιν, Χιούι Λιούις, Ντιόν Γουόργουικ και Σίντι Λόπερ.

Πώς, όμως, κατέστη δυνατό αυτό το συμβάν, αυτή η ξαφνική και μαζική κινητοποίηση της αφρόκρεμας της αμερικανικής μουσικής σκηνής που βασίστηκε σε μια ιδέα του Χάρι Μπελαφόντε; Σε ανάλυσή του στην πολιτιστική διαδικτυακή επιθεώρηση Minima e Moralia ο Λιμπόριο Κόνκα κάνει λόγο για «θρίαμβο της ποπ μουσικής», για «παντοδύναμα οράματα» και για καλλιτέχνες που αισθάνονταν ωσάν «θεότητες», για την «ιδέα της επίλυσης τεράστιων προβλημάτων με πάμπολλα χρήματα», για την «οριστική αμαύρωση των ιδεολογιών του ’60 και του ’70» και την «αντικατάστασή» τους με «καλή θέληση και φιλανθρωπία».

Σε κάποιο σημείο του ντοκιμαντέρ γίνεται ξεκάθαρο πως αρκετοί από τους συμμετέχοντες στο φιλόδοξο εγχείρημα δεν γνώριζαν για ποιον λόγο ακριβώς είχαν συγκεντρωθεί στα A&M Studios του Λος Αντζελες. Αυτό συνέβη όταν, ενώπιων των κορυφαίων ποπ σταρ της Αμερικής που ήταν έτοιμοι και έτοιμες να ηχογραφήσουν ένα τραγούδι που έγραψαν για αυτούς ο Λάιονελ Ρίτσι και ο Μάικλ Τζάκσον, εμφανίστηκε ένας ψιλόλιγνος Ιρλανδός ονόματι Μπομπ Γκέλντοφ, ο οποίος είχε ήδη βαλθεί να αποδείξει ότι η μουσική μπορούσε να προσφέρει κάτι παραπάνω από διασκέδαση και ψυχαγωγία.

Λίγους μήνες νωρίτερα, ο Γκέλντοφ είχε πρωτοστατήσει στην ίδρυση, στη Βρετανία, της φιλανθρωπικής σούπερ μπάντας Band Aid, με στόχο τη συγκέντρωση πόρων για την καταπολέμηση της ασιτίας στην Αιθιοπία μέσω της ηχογράφησης και κυκλοφορίας του τραγουδιού «Do They Know It’s Christmas?» τον Νοέμβριο του 1984.

To «We Are The World» επρόκειτο να είναι το αμερικανικό αντίστοιχο του βρετανικού φιλανθρωπικού μουσικού εγχειρήματος, οπότε ο Γκέλντοφ εκφώνησε μια μικρή ομιλία πριν από την έναρξη της ηχογράφησης, εξηγώντας ποια ήταν η κατάσταση στην Αιθιοπία.

«Σε ορισμένους καταυλισμούς βλέπεις 15 σακιά αλεύρι για 27.500 ανθρώπους» είπε μεταξύ άλλων, προκαλώντας τουλάχιστον αμηχανία στους ακροατές και στις ακροάτριές του, καθώς τα περισσότερα από τα μέλη του USA for Africa, όπως ονομάστηκε το αμερικανικό φιλανθρωπικό σούπερ συγκρότημα, βρίσκονταν εκεί μόνο και μόνο επειδή τους είχε προσκαλέσει «ο Μάικλ» (Τζάκσον) ή γιατί θα έδινε το παρών και ο «Κουίνσι» (Τζόουνς).

Πάντως, όσοι και όσες προσκλήθηκαν, ανταποκρίθηκαν θετικά, εκτός από τον Prince, με τον Λάιονελ Ρίτσι και τον Κουίνσι Τζόουνς να προσκαλούν την ντράμερ του Σίλα Ε., ευελπιστώντας σε μια αναπάντεχη εμφάνιση του απρόσιτου και ιδιότροπου –όσο και κορυφαίου– μουσικού από τη Μινεάπολη.

«Check your ego at the door», δηλαδή «Αφησε τον εγωισμό σου στην πόρτα» προέτρεπε τους συμμετέχοντες στο φιλόδοξο εγχείρημα μια χειρόγραφη επιγραφή σε χαρτί που ανάρτησε ο Κουίνσι Τζόουνς. Ωστόσο στη διάρκεια της ηχογράφησης δεν έλειψαν τα απρόοπτα, με τον θρύλο της τζαζ Αλ Τζάρο να είναι εμφανώς μεθυσμένος και τον Στίβι Γουόντερ να προτείνει ξαφνικά κάποια στιγμή να εισαγάγουν στο τραγούδι ορισμένους στίχους στα σουαχίλι, παρότι «κανένας δεν μιλάει σουαχίλι στην Αιθιοπία», όπως του επισήμαναν ορισμένοι εκλεκτοί συνάδελφοί του.

Κάποια στιγμή ο Prince προθυμοποιήθηκε να λάβει μέρος, αλλά μόνος του, σε ξεχωριστό χώρο, ηχογραφώντας ένα σόλο στην κιθάρα, ωστόσο η παραγωγή δεν ενθουσιάστηκε με την πρότασή του. Η Σίντι Λόπερ φορούσε τόσο πολλά βραχιόλια και κολιέ με μπιχλιμπίδια ώστε να προκαλεί προβλήματα στην ηχογράφηση, με αποτέλεσμα να αναγκαστεί να τα βγάλει όλα.

«Υπάρχουν πολλά ενδιαφέροντα πράγματα στο “The Greatest Night in Pop”» σημειώνει ο Λιμπόριο Κόνκα στην ανάλυσή του. Το πιο ενδιαφέρον, όμως, σύμφωνα με τον ιταλό αρθρογράφο, ενδέχεται να είναι ο Μπομπ Ντίλαν, ο οποίος επίσης συμμετείχε στο φιλανθρωπικό εγχείρημα.

«Εχει πάντα το ίδιο σαστισμένο πρόσωπο κάποιου που αναρωτιέται πού στο καλό κατέληξε. Αποπνέει κάτι ανάμεσα σε σαστιμάρα και παντελή απουσία» γράφει ο Κόνκα. «Σίγουρα η δεκαετία του 1980 ήταν η λιγότερο… ντιλανική δεκαετία που θα μπορούσε να φανταστεί κανείς. Ισως το πρόσωπο του Μπομπ εκείνο το βράδυ να ήταν το πρόσωπο που κράτησε καθ’ όλη τη δεκαετία των ’80s» προσθέτει.

Σε ένα σημείο του ντοκιμαντέρ ο Ντίλαν εμφανίζεται να λέει «είναι σαν να είμαι σε ένα όνειρο». Ενδέχεται, όμως, να εννοούσε «σε έναν εφιάλτη» εικάζει ο Λιμπόριο Κόνκα, εστιάζοντας στην ηχογράφηση του δικού του σόλο, καθώς στο Λος Αντζέλες άρχιζε πια να ξημερώνει. «Και να τος ο Μπομπ Ντίλαν, ο θρυλικός Μπομπ με τα ακουστικά στο κεφάλι να τραυλίζει τους στίχους: “There’s a choice we’re making / We’re saving our own lives / It’s true we’ll make a better day, just you and me”. Δεν καταφέρνει να τους τραγουδήσει, τους ψιθυρίζει, τους σφυρίζει […] Ισως να σκέφτεται πόσο άσχημοι είναι» γράφει ο ιταλός σχολιαστής.

«Ο Κουίνσι Τζόουνς οσφραίνεται το πρόβλημα και σπεύδει να τον καθησυχάσει. Μετά ακολουθεί η πιο όμορφη σκηνή του ντοκιμαντέρ: είναι επτά το πρωί και ο Ντίλαν ζητά από τον Στίβι Γουόντερ να παίξει το κομμάτι του στο πιάνο. Ο Στίβι το κάνει και ο Ντίλαν γελάει, χαλαρώνει και μπορεί επιτέλους να ηχογραφήσει αυτούς τους άθλιους στίχους» συμπληρώνει.

Μετά την κυκλοφορία του, στις 7 Μαρτίου 1985, και την ταυτόχρονη μετάδοσή του από χιλιάδες σταθμούς σε όλον τον κόσμο, το «We Are The World» σημείωσε, τελικά, την επιτυχία που αναμενόταν πως θα σημείωνε, συμβάλλοντας στη συγκέντρωση 80 εκατ. δολαρίων, ενώ με τον καιρό θεωρήθηκε κλασικό, «ένα είδος ύμνου στις χοντροκομμένες και ακανόνιστες καλές προθέσεις μιας Δύσης που είναι έρμαιο περιστασιακών αισθημάτων ενοχής» καταλήγει ο Λιμπόριο Κόνκα.