Θέματα

Βρέθηκε η αιτία της πρωινής ναυτίας

Η ταυτοποίηση της υπεύθυνης ορμόνης μπορεί να οδηγήσει στην ανάπτυξη ενός είδους «εμβολίου» που θα αντιμετωπίζει το «βάσανο» των εγκύων πρώτου τριμήνου
Protagon Team

Η ναυτία και ο έμετος που συχνά κυριαρχούν στο πρώτο τρίμηνο της εγκυμοσύνης προκαλούνται κυρίως από μία μόνο ορμόνη, σύμφωνα με μια μελέτη που δημοσιεύθηκε στις 13 Δεκεμβρίου στο διεθνές επιστημονικό περιοδικό Nature. 

Κατά τους ερευνητές, αυτή η ανακάλυψη θα μπορούσε να οδηγήσει σε καλύτερες θεραπείες για την πρωινή ναυτία, ειδικά για τις βαριές περιπτώσεις, που μπορεί να απειλήσουν ακόμη και τη ζωή της εγκύου.  

Η νέα μελέτη επιβεβαιώνει τα ευρήματα μιας προηγούμενης έρευνας, η οποία είχε «δείξει» την ορμόνη με την ονομασία GDF15. Τώρα διαπιστώνεται ότι η ποσότητα της ορμόνης που κυκλοφορεί στο αίμα της γυναίκας κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης –καθώς και η έκθεσή της σε αυτήν πριν από την εγκυμοσύνη– καθορίζει τη σοβαρότητα των συμπτωμάτων της.

Πάνω από τα δύο τρίτα των εγκύων εμφανίζουν ναυτία και έμετο κατά το πρώτο τρίμηνο. Περίπου το 2% των γυναικών εμφανίζουν πολύ βαριά συμπτώματα, ακόμη και μετά την παρέλευση του πρώτου τριμήνου, με κατακλυσμιαίους εμέτους οι οποίοι οδηγούν σε αφυδάτωση, υποσιτισμό και σημαντική απώλεια βάρους. Οι έγκυες αυτές χρειάζεται να νοσηλευτούν, αφού παρουσιάζουν αυξημένο κίνδυνο προεκλαμψίας, πρόωρου τοκετού και θρόμβωσης. Η τελευταία επιπλοκή μπορεί να απειλήσει ευθέως τη ζωή της εγκύου και του εμβρύου.

Οπως γράφουν οι New York Times, η ναυτία και ο έμετος είναι τόσο συχνά στην εγκυμοσύνη, που οι γιατροί μπορεί να παραβλέψουν την υπερέμεση, παρότι αποτελεί την κυριότερη αιτία νοσηλείας των εγκύων στις πρώτες εβδομάδες της κύησης. Συχνά τα σοβαρά συμπτώματα αποδίδονται στα ψυχολογικά «σκαμπανεβάσματα» της εγκυμοσύνης. 

Για την πρωινή ναυτία έχουν μιλήσει δημοσίως διασημότητες όπως η πριγκίπισσα της Ουαλίας Κέιτ Μίντλετον και η κωμικός Εϊμι Σούμερ. 

«Δουλεύω πάνω σε αυτό εδώ και 20 χρόνια, και όμως, εξακολουθούν να υπάρχουν περιπτώσεις ελλιπούς ιατρικής φροντίδας ή ακόμη και κακομεταχείρισης, ενώ γυναίκες εξακολουθούν να πεθαίνουν από αυτό» δήλωσε στους NYT η δρ Μαρλένα Φέτζο, γενετίστρια στο Πανεπιστήμιο της Νότιας Καλιφόρνιας, η οποία συμμετείχε στη νέα μελέτη.

Η Φέτζο είναι παθούσα: στη δεύτερη εγκυμοσύνη της, το 1999, έκανε εμετό ό,τι έτρωγε και ό,τι έπινε. Εχασε γρήγορα βάρος και έφτασε σε τέτοιο σημείο αδυναμίας που δεν μπορούσε να περπατήσει. Ο γιατρός δεν έδωσε σημασία σε αυτά τα συμπτώματα, υπονοώντας ότι η ίδια υπερέβαλλε για να τραβήξει την προσοχή. Τελικά νοσηλεύτηκε και απέβαλε στις 15 εβδομάδες.

Οπως αναφέρει η ίδια στους New York Times, μετά την περιπέτειά της με την υπερέμεση ζήτησε κρατική χρηματοδότηση για μια σχετική γενετική μελέτη, αλλά το αίτημά της απορρίφθηκε. Τελικά έπεισε την 23andMe, μια δημοφιλή εταιρεία γενετικών δοκιμών, να συμπεριλάβει ερωτήσεις σχετικά με την υπερέμεση σε έρευνες δεκάδων χιλιάδων ατόμων. Το 2018 η Μαρλένα Φέτζο δημοσίευσε τα συμπεράσματα αυτών των ερευνών, που έδειξαν ότι οι γυναίκες με υπερέμεση έτειναν να φέρουν μεταλλαγμένο γονίδιο σχετιζόμενο με την ορμόνη GDF15.

Οι ορμόνες είναι χημικές ουσίες που στέλνουν μηνύματα σε όλο το σώμα. Η GDF15 απελευθερώνεται από πολλούς ιστούς και οι υποδοχείς της εντοπίζονται σε εκείνο το σημείο του εγκεφάλου που είναι υπεύθυνο για τη ναυτία και τον έμετο.

Στη νέα μελέτη, η δρ Φέτζο και επιστήμονες από το Πανεπιστήμιο του Κέιμπριτζ μέτρησαν την ορμόνη στο αίμα των εγκύων και ανέλυσαν τους γενετικούς παράγοντες κινδύνου για την υπερέμεση. Διαπίστωσαν ότι οι γυναίκες που εμφάνισαν υπερέμεση είχαν σημαντικά υψηλότερα επίπεδα GDF15 κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης από εκείνες που δεν είχαν συμπτώματα.

Η επίδραση της ορμόνης φαίνεται να εξαρτάται και από την έκθεση της γυναίκας σε αυτή πριν την εγκυμοσύνη. Οι ερευνητές παρατήρησαν, για παράδειγμα, ότι κάποιες γυναίκες στη Σρι Λάνκα έχουν μια σπάνια διαταραχή του αίματος, που προκαλεί χρόνια υψηλά επίπεδα GDF15. Αυτές οι γυναίκες σπανίως παρουσίαζαν ναυτία ή έμετο κατά την εγκυμοσύνη.

Μπορεί να υπάρξει «εμβόλιο»; 

Ο δρ Στίβεν Ο’Ράιλι, ενδοκρινολόγος στο Κέιμπριτζ και επικεφαλής της έρευνας, υπέθεσε ότι η παρατεταμένη έκθεση στην GDF15 πριν από την εγκυμοσύνη θα μπορούσε να έχει προστατευτική δράση, καθιστώντας τις γυναίκες λιγότερο ευαίσθητες στην απότομη αύξηση της ορμόνης που προκαλείται από το αναπτυσσόμενο έμβρυο.

Σε εργαστηριακά πειράματα, οι επιστήμονες εξέθεσαν ποντίκια σε μια μικρή ποσότητα της ορμόνης. Οταν δόθηκε μια πολύ μεγαλύτερη δόση, τρεις ημέρες αργότερα, τα ποντίκια που είχαν εκτεθεί στην ορμόνη αντέδρασαν καλύτερα σε σύγκριση με την ομάδα ελέγχου.  

Τα ευρήματα αυτά προσφέρουν ελπίδα για την ανάπτυξη θεραπειών κατά της υπερέμεσης των εγκύων. Ηδη, τέτοια φάρμακα δοκιμάζονται σε μελέτες με καρκινοπαθείς που έχουν εμέτους και απώλεια όρεξης. Ωστόσο, για την πρωινή ναυτία, θα πρέπει να αποδειχθεί η ασφάλεια χορήγησης τέτοιων θεραπειών στη διάρκεια της εγκυμοσύνης και ιδιαίτερα στο πρώτο τρίμηνο. 

Θα μπορούσε ακόμη να αναπτυχθεί ένα είδος «εμβολίου», έτσι ώστε πριν την εγκυμοσύνη οι γυναίκες υψηλού κινδύνου (π.χ. όσες είχαν υπερέμεση σε προηγούμενη κύηση) να εκτίθενται σε χαμηλές δόσεις της ορμόνης GDF15 και να απευαισθητοποιούνται απέναντί της.  

Οπως και να έχει, η νέα μελέτη θέτει τα βιολογικά θεμέλια της πρωινής ναυτίας και της υπερέμεσης και τελικά συμβάλλει στο να κατανοήσουν όλοι –ιδίως οι επαγγελματίες υγείας– ότι αυτό δεν είναι κάτι που η έγκυος βγάζει από το κεφάλι της.  

Τι να κάνεις για την πρωινή ναυτία 

Η έγκυος θα πρέπει να ζητήσει άμεσα ιατρική βοήθεια εάν…