Υπήρξε σίγουρα κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου, αλλά φαίνεται πως η Βιέννη είναι και πάλι –μετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία– η ευρωπαϊκή πρωτεύουσα των κατασκόπων. Φαίνεται επίσης ότι η κυβέρνηση της Αυστρίας δεν επείγεται να το αλλάξει αυτό, όπως αναφέρει σε ανταπόκρισή του από τη Βιέννη ο Σαμ Τζόουνς των Financial Times.
Εξηγεί πως μετά από μια έξαρση των κατασκοπευτικών δραστηριοτήτων στη χώρα, τα τρία μεγαλύτερα κόμματα της αντιπολίτευσης προώθησαν και υποστήριξαν από κοινού νομοθετικές αλλαγές (την περασμένη άνοιξη) με στόχο να ποινικοποιηθεί, επιτέλους, η κατασκοπεία στην Αυστρία. Αλλά μήνες αργότερα οι προσπάθειές τους δεν έχουν φέρει κανένα αποτέλεσμα, κυρίως λόγω συστηματικής κωλυσιεργίας από την πλευρά της κυβέρνησης.
«Εχουμε επισημάνει αυτή την κατάχρηση εδώ και πολύ καιρό», ανέφερε σχετικά η Στέφανι Κρίσπερ, βουλευτής του φιλελεύθερου κόμματος Neos, που υποστηρίζει τη νομοθετική προσπάθεια για την ποινικοποίηση της κατασκοπείας στην αυστριακή επικράτεια. «Ομως τίποτα δεν έχει αλλάξει στον ποινικό κώδικα», πρόσθεσε, κάνοντας λόγο για «τρομερές συνέπειες».
Οπως αναφέρει ο βρετανός ανταποκριτής στην Αυστρία, η έξαρση της κατασκοπείας στη Βιέννη έχει προκαλέσει έντονη δυσφορία στους συμμάχους της, ενώ υπονόμευσε επίσης τη θέση της χώρας μεταξύ των ευρωπαίων γειτόνων της, οι οποίοι, από το ξέσπασμα του πολέμου και μετά, καθίστανται ολοένα πιο ευαίσθητοι όσον αφορά ζητήματα ασφαλείας.
Είναι γνωστό πως η Αυστρία φιλοξενεί αρκετούς μεγάλους διεθνείς οργανισμούς, περιλαμβανομένων του Διεθνούς Οργανισμού Ατομικής Ενέργειας, του ΟΠΕΚ και διαφόρων υπηρεσιών του ΟΗΕ, αλλά παραδοσιακά τείνει να παραβλέπει κατασκοπευτικές δραστηριότητες με στόχο τη συλλογή πληροφοριών στο έδαφός της – εφόσον ο στόχος των επιχειρήσεων δεν είναι η αυστριακή κυβέρνηση.
Ευρωπαίος αρχικατάσκοπος, μιλώντας πέρυσι στους Financial Times, είχε αναφέρει χαρακτηριστικά πως η Αυστρία είχε καταστεί πλέον ένα «πραγματικό αεροπλανοφόρο» παράνομων ρώσων πρακτόρων στην καρδιά της Ευρώπης, γεγονός που εξηγεί γιατί ανώτεροι αξιωματούχοι διάφορων ευρωπαϊκών υπηρεσιών πληροφοριών αντιμετωπίζουν την κατάσταση εκεί με αυξανόμενη απορία και ανησυχία.
Ο δημοσιογράφος των Financial Times σημειώνει πως η Αυστρία έχει ήδη αποκλειστεί από πολλές συμφωνίες ανταλλαγής πληροφοριών στην ήπειρο, οι οποίες συντονίζονται μέσω του «Club de Berne», του άτυπου δικτύου ευρωπαϊκών κατασκοπευτικών υπηρεσιών που φέρει το όνομα της ελβετικής πόλης.
Ενώ η Βιέννη έδειχνε να επιθυμεί να επανενσωματωθεί στη δυτική συμμαχία και η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία της προσέφερε μια εξαιρετική ευκαιρία, η κυβέρνηση της χώρας δεν κατάφερε ή δεν θέλησε να την εκμεταλλευθεί.
Ο Σαμ Τζόουνς αναφέρει ενδεικτικά ότι από τότε που ο Βλαντίμιρ Πούτιν διέταξε τα στρατεύματά του να εισβάλουν στην Ουκρανία (τον Φεβρουάριο του 2022) έως σήμερα οι ευρωπαϊκές χώρες έχουν απελάσει περισσότερους από 400 ρώσους κατασκόπους που δραστηριοποιούνταν υπό διπλωματική κάλυψη.
Η Αυστρία, όμως, απέλασε μόλις τέσσερις, ενώ σήμερα υπάρχουν ακόμη περισσότεροι από 180 διαπιστευμένοι ρώσοι διπλωμάτες στη Βιέννη, όπως αποκάλυψε ένας ανώτερος αξιωματούχος μυστικών υπηρεσιών της Δύσης, και τουλάχιστον το ένα τρίτο από αυτούς είναι γνωστό ότι χρησιμοποιούν τη διπλωματική κάλυψη για δραστηριότητες συλλογής πληροφοριών. Εκτιμάται, όμως, ότι πλέον στη χώρα, λόγω του πολέμου, δραστηριοποιούνται παράνομα πολλοί περισσότεροι.
«Είναι πραγματικά η Αγρια Δύση» υποστήριξε ένας Δυτικός διπλωμάτης. «Είναι σχεδόν κωμικό το πόσοι καταφεύγουν εδώ. Ακόμη και από την πλευρά μας, είμαι σίγουρος». Στην Αυστρία δραστηριοποιούνται επίσης πολλοί πράκτορες της Κίνας, του Ιράν, του Ισραήλ και της Σαουδικής Αραβίας, μαζί με δεκάδες αμερικανούς, βρετανούς και ευρωπαίους συναδέλφους τους, αποστολή των οποίων είναι να τους παρακολουθούν.
Η κατάσταση προκαλεί αναμφίβολα πονοκέφαλο στη (συντηρητική-πράσινη) κυβέρνηση συνασπισμού της Αυστρίας. Ωστόσο, τα πολύ χαμηλά ποσοστά στις δημοσκοπήσεις και ένας διχαστικός εγχώριος διάλογος περί της αυστριακής ουδετερότητας έχουν ωθήσει το ζήτημα της κατασκοπείας χαμηλά στη λίστα προτεραιοτήτων της κυβέρνησης.
Από τότε που το Neos πρότεινε την ποινικοποίηση της κατασκοπείας «κατά ξένου κράτους ή διεθνούς οργανισμού» στην Αυστρία, η κυβέρνηση χρησιμοποίησε την ισχύ της στο κοινοβούλιο δύο φορές για να αναβάλει οποιαδήποτε σχετική ψηφοφορία, υποστηρίζοντας ότι χρειαζόταν περισσότερο χρόνο για διαβουλεύσεις μεταξύ των αρμόδιων υπουργείων πριν την αλλαγή του νόμου. Αυτό, όμως, σημαίνει πως «εάν, για παράδειγμα, η Ρωσία κατασκόπευε τη Γερμανία –έναν από τους στενότερους εταίρους μας– στην αυστριακή επικράτεια, δεν θα μπορούσαμε να κάνουμε τίποτα για αυτό, καθώς ό,τι θα συνέβαινε δεν θα συνέβαινε “εις βάρος της Αυστρίας”», δήλωσε η Στέφανι Κρίσπερ, η βουλευτής του Neos, παραθέτοντας τη διατύπωση του ισχύοντος νόμος.
«Η Βιέννη είναι, και ανέκαθεν ήταν, ένας τέλειος κατασκοπευτικός κόμβος», επιβεβαίωσε ο Γκούσταβ Γκρέσελ, πρώην στέλεχος των αυστριακών ενόπλων δυνάμεων και νυν ανώτερος συνεργάτης του European Council on Foreign Relations. «Αν είσαι αξιωματικός της ρωσικής υπηρεσίας πληροφοριών και θέλεις να διευθύνεις μια πηγή στη Γερμανία, γιατί να διακινδυνεύσεις να τον συναντήσεις εκεί; Προσκαλείς αυτόν τον τύπο σε διακοπές για σκι στην Αυστρία ή σε μια χοροεσπερίδα στη Βιέννη: μπορείτε, να στρατολογείτε πηγές και να εκμεταλλεύεστε πληροφορίες εντελώς ανενόχλητοι».