Στο Παρίσι έχουν μπει μπροστά οι διαδικασίες για τον ύστατο αποχαιρετισμό στον παγκόσμιο Vangelis. Τον «δικό μας» Βαγγέλη Παπαθανασίου. Η καύση –σύμφωνα με τη δική του, τελευταία, επιθυμία– προγραμματίζεται μετά τη Δευτέρα 6 Ιουνίου 2022.
Και όμως. Ενώ ακόμη δεν έχει γραφτεί η τελευταία πράξη, στα μέρη μας έχουν αρχίσει οι εικασίες (τι άλλο μπορεί να είναι, άραγε;) για την περιουσία του, που κάποιοι την χρωματίζουν όχι μόνον με τη λέξη «αμύθητη», αλλά και με συγκεκριμένα ποσά: 245 εκατομμύρια ευρώ!
Να μιλήσουμε, λοιπόν, για περιουσία; Οι δικοί του άνθρωποι διαψεύδουν κατηγορηματικά τα νούμερα που «κυκλοφορούν», ως αυθαίρετα. Και όσοι πραγματικά γνώριζαν από πολύ κοντά και έζησαν τον Βαγγέλη Παπαθανασίου ξέρουν ποια ήταν η περιουσία του, όπως την καθόριζε και ο ίδιος σε τούτο το Σύμπαν, το ανθρώπινο: η Μουσική του και η Ζωγραφική του.
Αν, λοιπόν, μιλάμε για περιουσία που άφησε πίσω του, πέρα από τα γνωστά και ανέκδοτα μουσικά του έργα, αυτή είναι οι εκατοντάδες – αμέτρητες ακόμη – των πινάκων του. Χώρια τα αμέτρητα επίσης σκίτσα του.
Όλα εκείνα που, όπως και η Μουσική του, τον συνέδεαν με το Σύμπαν. Ή με τα άστρα. Ας πούμε, τον Αστεροειδή 6354 της Κύριας Ζώνης, που επιστήμονες έχουν ονομάσει, χρόνια τώρα, 6354 Vangelis.
Χαρακτηριστικό της «τεχνοτροπίας» του, όπως μού είχε πει και σε μια κουβέντα μας για τον πάλαι ποτέ «Ταχυδρόμο», ήταν η ταχύτητα. Αστρική… και αυτή. Ήταν κάτι σαν αυτόματη «γραφή» του ανείπωτου, για κείνον.
Δεν ήταν δύσκολο να τον συναντήσει κάποιος στο ιστορικό κατάστημα ειδών ζωγραφικής «Κατσαχνιάς Art» ή στο «Art & Hobby» να ψάχνει καμβάδες και χρώματα. Αμέτρητους καμβάδες. Αλλά και σε αντίστοιχα καταστήματα στο Παρίσι.
Και όταν δεν ζωγράφιζε πυρετωδώς, παράλληλα με την τέχνη σε πηλό που ήταν το πεδίο δημιουργίας της επί χρόνια συντρόφου της ζωής του, Λώρας Μεταξά, το έκανε απομονωμένος, σε μια «μοναξιά δημιουργική», όπως μού είχε πει.
Στην ταξινόμηση τόσων και τόσων έργων τον είχε βοηθήσει αρχικά η φίλη του Αγγελική Μαχάων, πρώην συντηρήτρια έργων τέχνης στην Εθνική Πινακοθήκη. Που τη είχε γνωρίσει όταν έγραψε και προσέφερε το έργο «Ελ Γκρέκο» στην Πινακοθήκη, το 1995.
Αν τώρα κάποιοι θέλουν να μιλάνε για «αμύθητες» περιουσίες σε ευρώ, ίσως η καλύτερη απάντηση – που απηχεί και την αλήθεια ζωής του Βαγγέλη Παπαθανασίου – είναι η φράση φίλου του: «Ο Βαγγέλης ποτέ δεν μάζευε χρήματα στις τράπεζες. Ζούσε απλά αυτό που ζούσε».
Και αν ξόδευε ήταν για τη Μουσική του, για τα στούντιο, για πολυδάπανες και κάποτε πολύμηνες παραγωγές και, φυσικά, για τους καμβάδες και τα χρώματά του. Το έλεγε δε ευθέως: «Είναι ακριβή η μουσική».
Καθηγητές του στην Λεόντειο είχαν πει, μετά την αποφοίτησή του, για το ζωγραφικό του ταλέντο ότι «η ανθρωπότητα χάνει ένα μεγάλο ζωγράφο για να κερδίσει έναν μεγάλο μουσικό». Αυτό, ναι, είναι περιουσία.
Ο αξέχαστος Βασίλης Αλεξάκης, συμμαθητής του στη Λεόντειο, τού ζητούσε χρόνια να βρει και να τού δώσει το σκίτσο – προσωπογραφία που τού έκανε σε ένα από τα σχολικά τετράδια, που πάντα τα γέμιζε «ζωγραφιές».
Για κάποιους μπορεί να φαντάζει μυθικό (ή «αμύθητο») ότι έμενε και στο Παρίσι. Αν ήξεραν ότι ζούσε σε ένα διαμέρισμα, στον 1ο όροφο πολυκατοικίας, κοντά στο Τροκαντερό (και παλιότερα σε ένα διαμέρισμα μπροστά στην Αλμά – στην Pont de l’Alma, τη γέφυρα), τι θα έλεγαν;
Οι άνθρωποι που τον ζούσαν από κοντά, ο συνονόματός του, φίλος του και δικηγόρος του Βαγγέλης ή το «δεξί του χέρι», ο Λευτέρης, ήξεραν την αλήθεια. Δεν μπορεί να μην ήξεραν ότι αυτός, ο παγκόσμιος, Vangelis δεν κυνηγούσε τα σινιέ και τις μάρκες. Αλλά λάτρευε να ξεχωρίζει ρούχα στην οδό Αδριανού, στην Πλάκα ή στην οδό Ηφαίστου, στο Μοναστηράκι. Ή ότι δεν θα διάλεγε ένα εστιατόριο με αστέρια Michelin, αλλά θα χαιρόταν, με χαρά παιδιού, ένα ταβερνάκι.
Κρατάω μία κουβέντα από φίλη του Βαγγέλη Παπαθανασίου: «Αν είχε τόσα χρήματα ο Βαγγέλης, θα τα είχε δώσει σε ένα νοσοκομείο, σε ένα ανθρωπιστικό έργο, δεν θα τα κράταγε».
Και ό,τι είχε αποκτήσει, όπως το οίκημα στη Διονυσίου Αρεοπαγίτου (που εκποιήθηκε τελικά), το σπίτι στην οδό Μελεάγρου, ένα μεγάλο σπίτι, ψηλά στη Βουλιαγμένη, ήταν είτε νοικιασμένα, είτε προς το τέλος τα είχε εκποιήσει.
Το ζήτημα των εισπράξεων από πνευματικά δικαιώματα, ούτε λόγος να τεθεί όσο ακόμη δεν έχει ειπωθεί το ύστατο «χαίρε» στον παγκόσμια αγαπητό έλληνα συνθέτη. Ούτε για διαθήκη μπορεί κάποιος να μιλήσει, πριν τον τελευταίο ασπασμό.
Eνα είναι σίγουρο: Ο Βαγγέλης Παπαθανασίου, όλα τα προσωπικά του, ακόμη και εκείνον τον υποθετικό ή μη γάμο με τη σύντροφο ζωής του, που «αποκάλυψε» το 2013 αμερικανική ψυχαγωγική ιστοσελίδα, τα κρατούσε προσωπικά. Για τον εαυτό του.
Όπως μού έλεγε, όταν τον είχα ρωτήσει σε κάποια από τις κουβέντες μας, «θέλω με το έργο μου να μιλάω». Ή μόνον το έργο του να «μιλάει».
Αν κάτι κρατάω από όσα έμαθα, μιλώντας με τους αγαπημένους ανθρώπους του Βαγγέλη, είναι ότι ήθελε να ζήσει. Όσο πιο πολύ μπορούσε. «Στα 130 θα πρέπει να φεύγει ο άνθρωπος», έλεγε. Η δίψα του για ζωή δυστυχώς δεν τον κράτησε σε αυτό, το δικό μας, Σύμπαν.
Αν, λοιπόν, σε αυτή του την δίψα για ζωή και δημιουργία έχουμε μόνον οικονομικές «φαντασιώσεις» για «αμύθητες» περιουσίες να αντιτείνουμε, ας θυμόμαστε τουλάχιστον εκείνο που είχε πει ο ίδιος σε ανύποπτο χρόνο: «Πιο εύκολα περνάει στον παράδεισο η τριχιά μιας καμήλας, παρά μια παραφορτωμένη πλούσια καμήλα».