Θέματα

Urban Stories: Μια χριστουγεννιάτικη ιστορία… για κάθε εποχή

Η παράσταση του Γιάννη Μόσχου, με πρώτη ύλη την διάσημη νουβέλα του Ντίκενς, μετά την εξαιρετική επιτυχία – και δικαίως – που γνώρισε τον περασμένο χειμώνα επαναλαμβάνεται φέτος στην Κεντρική Σκηνή του Εθνικού Θεάτρου.
Δημήτρης Χαλιώτης

Η «Χριστουγεννιάτικη ιστορία» του Τσαρλς Ντίκενς δεν χρειάζεται ιδιαίτερες συστάσεις. Γραμμένη το 1843 έχει διαβαστεί όσο λίγα βιβλία στον κόσμο, έχει μεταφραστεί σε δεκάδες γλώσσες και έχει αγαπηθεί και εμπνεύσει εκατομμύρια ανθρώπους.

Η παράσταση του Γιάννη Μόσχου, που μετά την εξαιρετική επιτυχία – και δικαίως – που γνώρισε τον περασμένο χειμώνα επαναλαμβάνεται φέτος στην Κεντρική Σκηνή του Εθνικού Θεάτρου, θα μπορούσε να είναι μία ακόμα από τις αναρίθμητες θεατρικές διασκευές της νουβέλας του Ντίκενς. Όμως δεν είναι. Είναι σχεδόν ένα ολοκαίνουριο, πλήρες και απολύτως σύγχρονο έργο όσον αφορά τα μηνύματά του.

Ο Γιάννης Μόσχος «πάτησε» πάνω στη νέα διασκευή του Τζακ Θορν και σε συνεργασία με τον συνθέτη Θοδωρή Οικονόμου, τον στιχουργό Σταύρο Σταύρου, αλλά και τη συμβολή των ίδιων των ηθοποιών στις πρόβες, δημιούργησε ουσιαστικά ένα νέο κείμενο – μιούζικαλ, κινηματογραφικών  ρυθμών και στέρεων χαρακτήρων, που ήρθε να φωτίσει μοναδικά τον πυρήνα της «Χριστουγεννιάτικης ιστορίας» του Ντίκενς, που δεν είναι άλλος από την ριζική αναθεώρηση της ίδιας μας της ύπαρξης και του τρόπου με τον οποίο αντιλαμβανόμαστε τον κόσμο.

Η «Χριστουγεννιάτικη ιστορία» δεν μιλάει γενικά για την αγάπη και την προσφορά προς τον συνάνθρωπο. Αυτό θα ήταν μία υπερβολικά μελό ανάγνωση της νουβέλας του Ντίκενς. Στο επίκεντρο του μυθιστορήματός του βρίσκεται ο Εμπενέζερ Σκρουτζ, ένας άνθρωπος που έχοντας στερηθεί την αγάπη στα παιδικά του χρόνια αδυνατεί όχι απλά να την προσφέρει, αλλά και να την αναγνωρίσει. Έχει γίνει ένας μίζερος, φιλοχρήματος μισάνθρωπος, οπαδός της αυστηρής πειθαρχίας και της σκληρής δουλειάς. Αυτός λοιπόν ο άνθρωπος, μετά από την επίσκεψη των τριών φαντασμάτων των Χριστουγέννων που τον ταξιδεύουν στο παρελθόν του που έχει διαγράψει, στο παρόν που αδυνατεί να δει καθαρά και στο μέλλον που μοιάζει δυσοίωνο, αποφασίζει να αλλάξει. Όχι επιφανειακά. Εκ βάθρων. Ουσιαστικά συντρίβει τον κόσμο του και μαζί τον ίδιο του τον εαυτό, για να ξαναβρεί τη χαμένη του αθωότητα. Το καταφέρνει, παρά τα άπειρα εμπόδια και τα τείχη που του υψώνει το ίδιο του το εγώ, γιατί το θέλει πραγματικά. Και όπως λένε και οι στίχοι του Σταύρου Σταύρου «τον εαυτό σου αν κρατήσεις απ’ το χέρι δεν είναι τίποτα που να μην το μπορεί».

Η παράσταση λοιπόν του Γιάννη Μόσχου στο Εθνικό Θέατρο παρακολουθεί αυτό το ταξίδι αυτογνωσίας και συμφιλίωσης του Σκρουτζ με το παιδί μέσα του. Και το κάνει μαγικά. Η σκηνοθεσία του αλλάζει τον χρόνο και τον τόπο χωρίς σκηνικές αμηχανίες. Όλα κυλούν εύρυθμα σε μία εντυπωσιακή και καλοκουρδισμένη παράσταση, εξαιρετικής αισθητικής, που απευθύνεται σε μικρούς και μεγάλους.

Η έξοχη μουσική του Θοδωρή Οικονόμου, που διευθύνει επίσης τη ζωντανή ορχήστρα, έχει γίνει ένα με την πρόζα, μοιάζει πυρηνικό της κομμάτι.  Οι στίχοι του Σταύρου Σταύρου αναδεικνύουν εύστοχα το ζητούμενο της σκηνοθεσίας, ενώ οι χορογραφίες της Ζωής Χατζηαντωνίου έχουν φυσικότητα και αρμονία, αλλά και αρκετό χιούμορ όπου χρειάζεται. Το εντυπωσιακό εικαστικό σύμπαν της παράστασης φέρει την υπογραφή της Τίνας Τζόκα. Η δουλειά της στα σκηνικά και τα κοστούμια είναι αριστουργηματική. Στο πνεύμα του ρεαλισμού, αλλά με μία φρέσκια ματιά. Όχι μία γραφική απεικόνιση της βικτωριανής εποχής. Εξίσου εξαιρετική δουλειά έχουν κάνει στις κομμώσεις και στο μακιγιάζ ο Χρόνης Τζήμος και η Olga Faleichyk, ενώ οι ατμοσφαιρικοί φωτισμοί του Λεύτερη Παυλόπουλου μετατρέπουν όλη την παραπάνω συνθήκη σε… θέατρο.

Ο Γιάννης Μόσχος φαίνεται ότι διάλεξε έναν έναν τους ηθοποιούς του δημιουργώντας έναν θίασο που ανταποκρίνεται μοναδικά στις απαιτήσεις της παράστασής του. Η Στέλλα Αντύπα, η Μελίνα Βαμπούλα, ο Θανάσης Βλαβιανός, ο Πάρις Θωμόπουλος, η Αριάδνη Καβαλιέρου και η Ζωή Μυλωνά εναλλάσσονται σε μία σειρά από ρόλους, λειτουργούν σαν ένα άψογα συντονισμένο σύνολο και εντυπωσιάζουν με τις υποκριτικές και τραγουδιστικές τους ικανότητες.  Ο Γιώργος Τζαβάρας είναι απολύτως πειστικός στον καλοκάγαθο Φρεντ του, ο Βασίλης Παπαδημητρίου  χάρμα οφθαλμών στον μικρό Σκρουτζ, η Χριστίνα Μαξούρη τόσο διαφορετική και υπέροχη στο Φάντασμα των περασμένων Χριστουγέννων, η Ευαγγελία Καρακατσάνη ανεπιτήδευτα αθώα ως μικρή Φαν και τόσο συγκινητική και άρτια τραγουδιστικά σαν Φάντασμα των μελλοντικών Χριστουγέννων, ο Παναγιώτης Παναγόπουλος απολαυστικά «κακότροπος» ως Φάντασμα των τωρινών Χριστουγέννων, ο Λαέρτης Μαλκότσης κυρίαρχος της σκηνής ως Αφηγητής και ο Χρήστος Στέργιογλου εξαιρετικός στο φάντασμα του νεκρού συνεταίρου του Σκρουτζ, Τζέικομπ Μάρλεϋ.

Θα μου επιτρέψετε να ξεχωρίσω την πολύτιμη Αλίκη Αλεξανδράκη, μία ηθοποιό σπάνιας εσωτερικότητας που η ηλικιωμένη πια Μπελ της είναι πολύ δύσκολο να μην σε συγκινήσει, και φυσικά τον Αλέξανδρο Μυλωνά στον ρόλο του Σκρουτζ. Τι σπουδαίος ηθοποιός! Πόσες διαφορετικές αποχρώσεις κρύβουν πάντα οι ερμηνείες του. Εδώ φτιάχνει έναν γήινο, απολύτως πειστικό Σκρουτζ, μακριά από οποιαδήποτε καρικατούρα, που έρχεται αντιμέτωπος με τα δικά του φαντάσματα και αποφασίζει να αλλάξει. Η ερμηνεία του είναι σαγηνευτική.

Ξεχωριστή μνεία οφείλω και στους τέσσερις ταλαντούχους τραγουδιστές (Ηλίας Καπάνταης, Ζωή Κάππου, Σοφία Μάλαμα και Στρατής Στηλ) που αποτελούν την χορωδία των καλάντων και μας καλωσορίζουν στην παράσταση με τις μαγικές τους φωνές.

Η «Χριστουγεννιάτικη ιστορία» είναι μια παράσταση που αξίζει να δείτε είτε είστε μικρός είτε μεγάλος. Είναι μια παράσταση που μιλάει κατευθείαν στην καρδιά. Και δεν χρειάζεται να περιμένετε τα Χριστούγεννα για να τη δείτε. Οι καλές παραστάσεις είναι παντός καιρού.