Η γνωστοποίηση από τον Ντόναλντ Τραμπ ότι α) μολύνθηκε από τον κορονοϊό, β) νοσηλεύτηκε, γ) έλαβε για θεραπεία το πειραματικό κοκτέιλ αντισωμάτων της εταιρείας Regeneron και δ) πήρε εξιτήριο νιώθοντας «20 χρόνια νεότερος», επικρίθηκε μεν από τον δρα Αντονι Φάουτσι ως μια ακολουθία δηλώσεων που προκαλεί σύγχυση και ενδεχομένως να παραπλανά τους πολίτες όσον αφορά την επικινδυνότητα και φονικότητα της Covid-19, αλλά την ίδια ώρα έφερε στο προσκήνιο με τρόπο εμφατικό τις έρευνες της φαρμακευτικής εταιρείας και τον ελληνικής καταγωγής πρόεδρο και επικεφαλής των ερευνών Τζορτζ Γιανκόπουλο.
Ο κ. Γιανκόπουλος βέβαια, μόνο άγνωστος δεν είναι —το Protagon είχε παρουσιάσει την περίπτωσή του από τον περασμένο Ιούλιο και άλλωστε ο ερευνητής είχε συνομιλία και με τον Κυριάκο Μητσοτάκη. Ομως τώρα επέστρεψε στη δημόσια σφαίρα.
Και τώρα έδωσε μια αποκλειστική συνέντευξη στα «Νέα Σαββατοκύριακο» και στη Μάρνυ Παπαματθαίου στην οποία λέει ότι η επιστημονική και ερευνητική κοινότητα, αρχίζει να βλέπει «το φως στο τέλος του τούνελ», όσον αφορά στην αντιμετώπιση του κορονοϊού.
Τι ήταν όμως το κοκτέιλ φαρμάκων που έλαβε ο Τραμπ; Η απάντηση που έδωσε ο κ. Γιανκόπουλος ήταν η ακόλουθη:
«Οπως όλοι ξέρουμε, η μόλυνση από αυτόν (ή οποιονδήποτε) ιό, είναι μια μάχη μεταξύ του ίδιου του ιού που καταλαμβάνει το σώμα του ασθενούς και του ανοσοποιητικού του συστήματος που παλεύει για να τον σκοτώσει, με όπλο του φυσικά τα γνωστά μας αντισώματα. Οι περισσότεροι άνθρωποι δημιουργούν τα δικά τους αντισώματα γρήγορα, σκοτώνοντας τον ιό, και έτσι κερδίζουν τη μάχη και αναρρώνουν καλά και γρήγορα. Ωστόσο, ορισμένοι άνθρωποι δεν τα καταφέρνουν και ο οργανισμός τους δεν δημιουργεί αρκετά αντισώματα, ή δεν τα δημιουργεί αρκετά γρήγορα, με αποτέλεσμα ο ιός να πολλαπλασιαστεί μέσα τους, με σοβαρές συνέπειες που μπορεί να σημαίνει ότι αρρωσταίνουν, χρειάζονται νοσηλεία ή ακόμη χειρότερα.
Τα τελευταία 20 χρόνια, έχουμε δημιουργήσει πρωτοποριακές τεχνολογίες για να φτιάξουμε εμείς τα καλύτερα δυνατά αντισώματα καθ ομοίωση εκείνων που συνήθως δημιουργεί το ανθρώπινο σώμα (ή θεραπείες που μοιάζουν με θεραπείες αντισωμάτων). Τα κατασκευάζουμε έξω από το σώμα, σε μεγάλους βιοαντιδραστήρες. Στη συνέχεια συγκεντρώνουμε και “καθαρίζουμε” το αποτέλεσμα και το δίνουμε πίσω στους ασθενείς με τη μορφή θεραπειών αντισωμάτων. Η δουλειά μας και η προσέγγιση αυτή, έχει οδηγήσει σε μερικά από τα πιο σημαντικά και ασφαλή φάρμακα στον κόσμο, όπως το EYLEA για την καταπολέμηση της τύφλωσης, το DUPIXENT για αλλεργικές παθήσεις όπως το άσθμα και η ατοπική δερματίτιδα, το PRALUENT για την πρόληψη καρδιακών παθήσεων και πολλά άλλα για καρκίνους και άλλες ασθένειες. Πρόσφατα, χρησιμοποιήσαμε τις ίδιες τεχνολογίες για να δημιουργήσουμε ένα “κοκτέϊλ αντισωμάτων” ειδικό για τον Έμπολα, το οποίο και αποδείχθηκε σωτήριο για πολλές ζωές, οπότε θα είναι η πρώτη εγκεκριμένη από τον FDA θεραπεία γι αυτό τον ιό. Τώρα παρουσιάσαμε ένα νέο “κοκτέιλ αντισωμάτων” για την COVID-19, και μόλις την περασμένη εβδομάδα είχαμε πράγματι τα αποτελέσματα κλινικών δοκιμών που έγιναν σε ασθενείς, οι οποίοι είχαν υψηλότερα επίπεδα του ιού στο αίμα τους και οι οποίοι πιθανότατα αντιμετώπιζαν τον μεγαλύτερο κίνδυνο να χάσουν τη μάχη που έδινε ο οργανισμός τους απέναντί του. Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι θα μπορούσαμε γρήγορα και σημαντικά να ρίξουμε τα επίπεδα του ιού στον οργανισμό τους, περίπου 100 φορές σε λιγότερο από μία εβδομάδα. Και, όπως και με προηγούμενες θεραπείες αντισωμάτων, η θεραπεία φαινόταν πολύ ασφαλής και ανεκτή από τον οργανισμό. Ετσι, όταν η ομάδα του προέδρου εξέταζε ποιες θα ήταν οι καλύτερες και ασφαλέστερες επιλογές για αυτόν, στράφηκαν στο “κοκτέϊλ αντισωμάτων” μας για να του το δώσουν, ως την καλύτερη δυνατή ευκαιρία να κερδίσει ο οργανισμός του τη μάχη που έδινε ενάντια στον ιό».
Στην ερώτηση αν είμαστε κοντά στη λύση, ο κ. Γιανκόπουλος απάντησε:
«Νομίζω ότι τα αποτελέσματά μας και η θεραπεία με το “κοκτέιλ” αντισωμάτων μας δίνουν πολλές ελπίδες. Ακόμη κι έτσι όμως, ακόμη κι αν το “κοκτέιλ” αντισωμάτων μας αποδειχθεί ασφαλές και αποτελεσματικό ως θεραπεία, καθώς και προληπτικό μέσο για τους ασθενείς με υψηλότερο κίνδυνο, θα χρειαζόμαστε φυσικά και τα εμβόλια για τον ιό, που μπορούν να δοθούν σε εκατοντάδες εκατομμύρια, αν όχι δισεκατομμύρια ανθρώπους. Νομίζω ότι οι επιστημονικές κοινότητες και οι κοινότητες των φαρμακευτικών εταιρειών φέρνουν ελπίδα σε όλα τα μέτωπα».