«Οφείλουμε να διεκδικήσουμε μια ηθική και πολιτική υπεροχή. Σίγουρα δεν αισθάνομαι ηρωίδα, αλλά αν μπορώ να χρησιμοποιήσω τη φήμη μου για έναν δίκαιο σκοπό, δεν κάνω ποτέ πίσω» λέει σήμερα η Τζέιν Φόντα | CreativeProtagon / Shutterstock
Θέματα

Τζέιν Φόντα: «Εκπλήσσομαι που δεν θα ξαναγίνω τοξικομανής»

Η σπουδαία αμερικανίδα ηθοποιός και ακτιβίστρια, στα 85 της, πλέον, χρόνια, μίλησε σε ιταλικό περιοδικό για τις «πολλές διαφορετικές ζωές που έζησε», για τον αγώνα για τα δικαιώματα των γυναικών, για τη «δεύτερη ευκαιρία» που της προσέφερε η ιδιότητά της ως γιαγιάς, για την πρόσφατη μάχη της με τον καρκίνο και για το αναπόφευκτο του θανάτου
Protagon Team

«Είμαι θετικός άνθρωπος, πιστεύω πάντα ότι τα πράγματα θα πάρουν μια καλύτερη τροπή: για αυτό εργάζομαι για διαφορετικές οργανώσεις και ποτέ μόνη. Ολα όσα πιστεύω και κάνω με βοηθούν να παραμένω δυνατή. Αυτή η ενέργεια βρίσκεται μέσα μου (πράγματι, είναι σημαντικό να παραμένει κανείς υγιής, να κοιμάται καλά και να κοιμάται πολύ), αλλά με τις πεποιθήσεις ανακτά τη δύναμή του και βρίσκει το κουράγιο να προχωρήσει». Αυτό είναι το μυστικό της Τζέιν Φόντα, έτσι καταφέρνει να είναι ακόμα δυναμική σχεδόν όσο και στα νιάτα της, παρότι βρίσκεται στα μισά της ένατης δεκαετίας της εξαιρετικής ζωής της.

Η γεννημένη στις 21 Δεκεμβρίου 1937 Τζέιν Φόντα, κόρη του σπουδαίου αμερικανού ηθοποιού Χένρι Φόντα και της κοσμικής Νεοϋρκέζας Φράνσις Φορντ Σέιμουρ, φοίτησε στα καλύτερα σχολεία της Νέας Υόρκης, στο Emma Willard School αρχικά και για μία διετία στο περίφημο Vassar College.

Πριν καν γίνει 19 χρόνων, τον Ιούλιο του 1956, εμφανίστηκε σε εξώφυλλο της Vogue, ενώ το 1960 έκανε το ντεμπούτο της ως ηθοποιός, αρχικά στο Μπρόντγουεϊ και στη συνέχεια και στον κινηματογράφο, καταφέρνοντας τα επόμενα χρόνια να καθιερωθεί ως μiα από τις καταξιωμένες ηθοποιούς της γενιάς της.

Επειτα, όταν ο Πόλεμος του Βιετνάμ είχε, πλέον, διχάσει επικίνδυνα τους Αμερικανούς, κατέστη μαχητική πολιτική ακτιβίστρια, ενώ στην αρχή της δεκαετίας του 1980, διαθέτοντας πρωτοφανή ενεργητικότητα, επανεφηύρε τον εαυτό της ως βασίλισσα της αεροβικής με τις 22 βιντεοκασέτες της που κυκλοφόρησαν από το 1982 έως το 1995 να πουλούν συνολικά 17 εκατ. κόπιες. Από τότε έως σήμερα συνεχίζει να πρωτοστατεί σε πολιτικούς, κοινωνικούς και περιβαλλοντικούς αγώνες, έχοντας κάποια στιγμή επιστρέψει στο προσκήνιο και ως ηθοποιός.

Η Τζέιν Φόντα τον Αύγουστο του 1967, ως Barbarella, στα γυρίσματα της ομότιτλης ταινίας του πρώτου της συζύγου, Ροζέ Βαντίμ, ο οποίος τη μεταμόρφωσε στην πιο ποθητή γυναίκα της Αμερικής (EPA PHOTO AFP FILES/OFF/ab/cg-fob)

«Είχα πολλές διαφορετικές ζωές, όλες πολύ ασυνήθιστες, και έχω βιώσει κάθε είδους συγκρούσεις» είχε αναφέρει η Τζέιν Φόντα πριν από χρόνια, συνομιλώντας με την ιταλίδα δημοσιογράφο Αλεσάντρα Βενέτσια. Πριν από λίγες ημέρες, ωστόσο, στο πλαίσιο συνέντευξης που παραχώρησε στο ioDonna, το ένθετο περιοδικό της Corriere della Sera για τη γυναίκα, της αποκάλυψε πως όταν ήταν ακόμη νέα, στα 20 της, «πίστευα ότι πριν φτάσω τα 30 θα πέθαινα από το αλκοόλ και τα ναρκωτικά, μόνη σαν το σκυλί. Ποτέ μα ποτέ δεν είχα φανταστεί ότι θα ζούσα τόσο πολύ, πόσω μάλλον μια ζωή με κάποιο νόημα. Είμαι ακόμα εδώ στα 85 μου, εκπλήσσοντας τον εαυτό μου που δεν θα ξαναγίνω τοξικομανής» είπε γελώντας.

Ομως «εξίσου γεμάτη, έντονη και αντιφατική» υπήρξε και η προσωπική ζωή της Φόντα, όπως αναφέρει η Αλεσάντρα Βενέτσια, εστιάζοντας κυρίως στους «τρεις γάμους της με τρεις συζύγους που δεν θα μπορούσαν να διαφέρουν περισσότερο». Ο πρώτος ήταν ο γάλλος (ρωσικής καταγωγής) σκηνοθέτης Ροζέ Βαντίμ, o οποίος το 1968, με την «Barbarella», τη μεταμόρφωσε στην πιο ποθητή γυναίκα της Αμερικής.

Τον διαδέχθηκε ο Τομ Χέιντεν, διανοούμενος και ριζοσπάστης ακτιβιστής, για τον οποίο η Τζέιν κατέληξε στη λίστα με τις πιο μισητές γυναίκες στις ΗΠΑ, ενώ μετά την περιβόητη φωτογραφία στο αντιαεροπορικό κανόνι με βορειοβιετναμέζους στρατιώτες μετονομάστηκε σε «Hanoi Jane».

Ο τελευταίος ήταν ο Τεντ Τέρνερ, ο τεξανός επιχειρηματίας, ιδρυτής του CNN, με τον οποίο έζησε επί δέκα χρόνια, μακριά από το Χόλιγουντ και την Ουάσινγκτον, μια περίοδο κατά την οποία μεταμορφώθηκε σε μια συγκροτημένη και κομψή κυρία και άψογη σύζυγο, επιστρέφοντας, έτσι, πολύ γρήγορα στην πρώτη δεκάδα των γυναικών που θαυμάζονταν περισσότερο στις ΗΠΑ εκείνη την εποχή.

Η Φόντα με τον τρίτο της σύζυγο, τον τεξανό επιχειρηματία, ιδρυτή του CNN, Τεντ Τέρνερ, σε εκδήλωση στην Ατλάντα (ELECTRONIC IMAGE, AFP PHOTO Paul J. RICHARDS)

Αλλά μετά το διαζύγιό της από τον Τέρνερ, η ψυχή της «Hanoi Jane» επανεμφανίστηκε ακόμη πιο δυναμική, με τη Φόντα να εστιάζει αυτή τη φορά στα δικαιώματα των γυναικών και στην οικολογία. Οσον αφορά την κύρια ιδιότητά της, της ηθοποιού, και τη συμβολή της στην Εβδομη Τέχνη, η δημοσιογράφος της Corriere επικαλείται την άποψη της Πολίν Κάελ: «Η Τζέιν Φόντα κατάφερε να εκφράσει τις αμερικανικές εντάσεις και να κυριαρχήσει στον κινηματογράφο της δεκαετίας του ’70, όπως έκανε η Μπέτι Ντέιβις τη δεκαετία του ’30» είχε αναφέρει σχετικά η κορυφαία αμερικανίδα κριτικός κινηματογράφου.

Πλέον, στα 85 της, απολαμβάνει να γυρίζει κωμωδίες. Τον επόμενο μήνα θα αρχίσει να προβάλλεται στους κινηματογράφους όλου του κόσμου το «Book Club: The Next Chapter», όπου η Τζέιν Φόντα συμπρωταγωνιστεί με την Νταϊάν Κίτον, τη Μαίρη Στίνμπεργκεν και την Κάντις Μπέργκεν. Με τις εισπράξεις του πρώτου «Book Club», το 2018, να ξεπερνούν τα 100 εκατ. δολάρια, οι τέσσερις φίλες απέδειξαν ότι υπάρχει κοινό και για τις ηθοποιούς μιας κάποιας ηλικίας.

Στη συνέντευξη που παραχώρησε στην Αλεσάντρα Βενέτσια, η Τζέιν Φόντα αναφέρεται καταρχάς στις γυναίκες και στους αγώνες τους, σε όλα όσα άλλαξαν τα τελευταία χρόνια χάρη και στη δράση διάφορων κινημάτων, με πρώτο το #MeToo. «Δεν έχω δει “μεγάλες” αλλαγές, μάλλον έχω παρατηρήσει πολλές μικρές και σημαντικές αλλαγές. Μιλάμε για μεταμόρφωση ενός πατριαρχικού συστήματος χιλιετιών, χρειάζεται χρόνος» παραδέχεται.

Προσθέτει, όμως, πως «καμία σημαντική αλλαγή δεν διαμορφώνεται αστραπιαία και δεν πρέπει να ανυπομονούμε ή να αποθαρρυνόμαστε: σταδιακά, ολοένα περισσότερες γυναίκες μιλούν και ακούγονται και ορθώνουν το ανάστημά τους, έστω και χωρίς να κερδίζουν συγκλονιστικές μάχες. Μερικές φορές, πράγματι, αναγκαζόμαστε να κάνουμε βήματα πίσω, όπως δυστυχώς συνέβη με την ανατροπή της απόφασης “Roe v. Wade” του Ανωτάτου Δικαστηρίου για τις αμβλώσεις […] Αλλά, σας παρακαλώ, ας μην παραπονιόμαστε, ας μην αισθανόμαστε ηττημένες, ας μην καθόμαστε με τα χέρια σταυρωμένα. Ας συνεχίσουμε να αγωνιζόμαστε, ούτως ώστε να μην επιστρέψουμε στο παρελθόν και να αντιμετωπίζουμε σθεναρά νέες προκλήσεις», προτρέπει τις γυναίκες όλου του κόσμου.

Η αμερικανίδα ηθοποιός και ακτιβίστρια χαιρετά τον αιδεσιμότατο Τζέσι Τζάκσον στη διάρκεια αντιπολεμικής πορείας διαμαρτυρίας στην Ουάσινγκτον DC τον Ιανουάριο του 2007. Δεξιά η ηθοποιός Σούζαν Σαράντον (EPA/MATTHEW CAVANAUGH)

Ερωτηθείσα αν αισθάνεται ακόμη έτοιμη, στην ηλικία των 85 ετών, να καταφύγει, όπως έκανε τη δεκαετία του 1970, στην πολιτική ανυπακοή με στόχο την αλλαγή του στάτους κβο, η Φόντα σημειώνει ότι «μερικές φορές πρέπει να παραβιάσεις κανόνες για να τραβήξεις την προσοχή […] υπάρχουν αδιαμφισβήτητα παραδείγματα, σκεφτείτε τον Γκάντι, τον Μάρτιν Λούθερ Κινγκ, τους νεαρούς μαύρους φοιτητές που αψήφησαν τους νόμους περί φυλετικού διαχωρισμού στις νότιες Ηνωμένες Πολιτείες… Αυτά είναι τα κινήματα που άλλαξαν τον κόσμο. Σήμερα έχουμε έλλειψη χρόνου και πρέπει να καταφύγουμε στην πολιτική ανυπακοή, γιατί με τη βία δεν θα μπορέσουμε ποτέ να νικήσουμε, ποτέ δεν θα μπορέσουμε να αντιμετωπίσουμε τη βία του κράτους. Οφείλουμε να διεκδικήσουμε μια ηθική και πολιτική υπεροχή. Σίγουρα δεν αισθάνομαι ηρωίδα, αλλά αν μπορώ να χρησιμοποιήσω τη φήμη μου για έναν δίκαιο σκοπό, δεν κάνω ποτέ πίσω. Αντιθέτως».

Σχετικά με το ότι είναι και γιαγιά, αναγνωρίζει καταρχάς ότι «σίγουρα δεν ήμουν καλή μητέρα: ήταν πολύ δύσκολο έργο για μένα. Τώρα προσπαθώ να διορθώσω τα λάθη μου, αλλά πρέπει να το παραδεχτώ, και τα παιδιά μου θα το επιβεβαίωναν: δεν ήμουν καλή. Το να είμαι γιαγιά, μου φάνηκε σαν μια δεύτερη ευκαιρία. Εμαθα από τα παιδιά μου τι σημαίνει να είσαι γονιός, πώς να είσαι παρών στη ζωή των παιδιών σου, και τα εγγόνια μου έχουν ωφεληθεί από αυτό, νομίζω. Σίγουρα είμαι καλύτερη ως γιαγιά παρά ως μητέρα».

Μόλις έχει συλληφθεί σε εκδήλωση διαμαρτυρίας κατά της κλιματικής αλλαγής, στην Ουάσινγκτον, κοντά στο Καπιτώλιο, τον Οκτώβριο του 2019 (Shutterstock)

Ερωτηθείσα από την ιταλίδα δημοσιογράφο αν η πρόσφατη μάχη της με τον καρκίνο (τον περασμένο Σεπτέμβριο η Τζέιν Φόντα ανακοίνωσε πως, έχοντας διαγνωστεί με λέμφωμα, επρόκειτο να υποβληθεί σε χημειοθεραπεία για διάστημα έξι μηνών) επηρέασε την καθημερινότητά της, τις προσδοκίες της, τα όποια σχέδιά της για το μέλλον, απαντά: «Οχι πολύ, στην πραγματικότητα. Πάντα σκεφτόμουν: θα είχε νόημα η ζωή αν δεν ήξερα ότι οδεύω προς το τέλος της; Ο θάνατος καθιστά πολύτιμη τη ζωή και αποκτάς καλύτερη επίγνωση όσον αφορά το πώς να χρησιμοποιείς τον χρόνο που απομένει. Δεν ελαχιστοποιώ το δράμα και τον πόνο, αλλά ο καρκίνος είναι μια εμπειρία που βιώνουν εκατομμύρια άνθρωποι καθημερινά, και είμαι ευγνώμων που την έζησα και εγώ. Και πριν από χρόνια είχα διαγνωστεί με καρκίνο (υποβλήθηκα σε μαστεκτομή), αλλά είχα αποφασίσει να μην το αποκαλύψω. Τώρα είναι διαφορετικά: είμαι σε συνεχή επαφή με το κοινό και, αν αρρωστήσω και χάσω τα μαλλιά μου, θέλω ο κόσμος να ξέρει τι συνέβη».

Αποκαλύπτει επίσης ότι κάποια περίοδο «ήλπιζα να χάσω όλα μου τα μαλλιά, να ξυρίσω το κεφάλι μου και να το χρησιμοποιήσω ως μαυροπίνακα για να γράψω επάνω του “Κατάσταση έκτακτης κλιματικής ανάγκης: Ξυπνήστε”. Αργότερα έμαθα ότι σε όσους ξεπερνούν τον καρκίνο δεν αρέσει να εκμεταλλεύονται την κατάστασή τους για αλλότριους λόγους, οπότε, από σεβασμό, δεν το έκανα».