Ο πρόεδροςΜπάιντεν, συνομιλεί με τον σύμβουλο Εθνικής Ασφάλειας Τζέικ Σάλιβαν | REUTERS/Jonathan Ernst
Θέματα

Τζέικ Σάλιβαν: «Κόλλησε» το Νο 1 μυαλό του Μπάιντεν;

Ο πρόεδρος των ΗΠΑ έχει πει για τον σύμβουλο Εθνικής Ασφάλειας του Λευκού Οίκου ότι «σκέψη σαν τη δική του συναντάς μια φορά σε κάθε γενιά». Ωστόσο, οι Times του Λονδίνου θέτουν το ερώτημα αν ακόμη και αυτός αδυνατεί να σχηματοποιήσει την κατάλληλη απάντηση της Αμερικής στις κλιμακούμενες διεθνείς κρίσεις
Protagon Team

Το μοιραίο βράδυ: Τρίτη 8 Νοεμβρίου 2016. Ο Ντόναλντ Τραμπ εκλέγεται πρόεδρος των ΗΠΑ. Η Χίλαρι Κλίντον, με αξιοπρέπεια, εκφωνεί την ομιλία με την οποία παραδέχεται την ήττα της. Στην κατάμεστη αίθουσα του ξενοδοχείου New Yorker την ακούν συγκλονισμένοι οι υποστηρικτές της. Ανάμεσα στο επιτελείο της, που έχει ξεσπάσει σε δάκρυα, στην πρώτη σειρά, βρίσκεται ο επικεφαλής σύμβουλός της σε θέματα πολιτικής, Τζέικ Σάλιβαν.

Με τη «φωτογραφία» αυτής της ιστορικής και πικρής βραδιάς για τους Δημοκρατικούς των ΗΠΑ, οι Times του Λονδίνου ξεκινούν την ανάλυση τους για τον σημερινό ρόλο του Σάλιβαν στη διαμόρφωση της εξωτερικής πολιτικής της χώρας. Σήμερα, βέβαια, από τη θέση του συμβούλου εθνικής ασφάλειας του Λευκού Οίκου, δίπλα στον Τζο Μπάιντεν.

Ο Σάλιβαν ήταν 40 ετών εκείνη τη μοιραία νύχτα των εκλογών. Προηγουμένως είχε διατελέσει σύμβουλος της Κλίντον, όταν εκείνη ήταν υπουργός Εξωτερικών (ταξιδεύοντας μαζί της σε 112 χώρες), ενώ υπηρέτησε επίσης ως σύμβουλος εθνικής ασφάλειας του Τζο Μπάιντεν όταν ήταν αντιπρόεδρος.

Ο Μπάιντεν έχει πει για εκείνον ότι «σκέψη σαν τη δική του συναντάς μία φορά σε κάθε γενιά», ενώ η Κλίντον ότι θα μπορούσε πιθανώς μια μέρα να γίνει πρόεδρος των ΗΠΑ. Το 2020, ο Σάλιβαν ανακοινώθηκε ως σύμβουλος εθνικής ασφάλειας, λίγες ημέρες μετά την ήττα του Τραμπ, και έγινε ο κινητήριος μοχλός της εξωτερικής πολιτικής του Μπάιντεν από το 2021.

Αρχικά, το μενού των προκλήσεων περιελάβανε την ανερχόμενη Κίνα και την πανδημία. Αργότερα προστέθηκαν η ταπεινωτική αποχώρηση των ΗΠΑ από το Αφγανιστάν, η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία και ο πόλεμος του Ισραήλ με τη Χαμάς.

Ωστόσο, σύμφωνα με τους Times, το άστρο του Σάλιβαν έχει θαμπώσει από τις απανωτές κρίσεις «και την αποτυχία του να τις προβλέψει». Στις αρχές Οκτωβρίου τον εξέθεσε ένα άρθρο στο περιοδικό Foreign Affairs, στο οποίο επέμενε ότι η Μέση Ανατολή «είναι πιο ήσυχη από ό,τι ήταν εδώ και δεκαετίες». Παρά τις «πολυετείς προκλήσεις» στην περιοχή, συμπεριλαμβανομένων των εντάσεων μεταξύ Ισραηλινών και Παλαιστινίων, ο Σάλιβαν σημείωνε ότι «έχουμε αποκλιμακώσει τις κρίσεις στη Γάζα».

Πέντε ημέρες μετά την εκτύπωση του άρθρου (στις 7 Οκτωβρίου) η τρομοκρατική επίθεση της Χαμάς στο Ισραήλ έδειξε ότι η αισιόδοξη οπτική του δεν είχε βάση. Καθώς η κρίση είχε πια κλιμακωθεί, το Foreign Affairs του ζήτησε να επεξεργαστεί εκ νέου το άρθρο για την ανάρτησή του στο διαδίκτυο. Ο ισχυρισμός του ότι η Μέση Ανατολή ήταν «πιο ήσυχη» απαλείφθηκε σιωπηλά, σχολιάζουν οι Times, μιλώντας για τη νέα ηλεκτρονική εκδοχή του άρθρου (εδώ) στην ιστοσελίδα του Foreign Affairs.

Οι επικριτές του Μπάιντεν τού επιτέθηκαν αμέσως. Η προεκλογική εκστρατεία του Τραμπ έστελνε email για τη συγκέντρωση χρημάτων στο οποίο επέκρινε «τον παραληρηματικό σύμβουλο εθνικής ασφάλειας του Μπάιντεν» και στεκόταν στα διορθωμένα σχόλια του Σάλιβαν.

Οι επικριτές του τού χρεώνουν επίσης την αδυναμία του να προβλέψει την κατάρρευση του αφγανικού στρατού μπροστά στην αστραπιαία επίθεση των Ταλιμπάν, που οδήγησε το καλοκαίρι του 2021 στις ταραχές στο αεροδρόμιο της Καμπούλ, όταν 13 αμερικανοί στρατιώτες και δεκάδες Αφγανοί σκοτώθηκαν, βυθίζοντας τα ποσοστά δημοτικότητας του Μπάιντεν. Κάποιοι ζήτησαν τότε να απολυθεί, αλλά ο Λευκός Οίκος συσπειρώθηκε προς υπεράσπισή του.

Ακολούθησε η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία τον Φεβρουάριο του 2022. Ηδη από τον Σεπτέμβριο του 2021 ο Λευκός Οίκος είχε πεισθεί για την πρόθεση Πούτιν να προσχωρήσει. Μετά την εισβολή, ο Σάλιβαν διαδραμάτισε καθοριστικό ρόλο στην αντίδραση των ΗΠΑ, βοηθώντας τον Μπάιντεν να συσπειρώσει τους Δυτικούς συμμάχους και να προωθήσει την εκτεταμένη στρατιωτική υποστήριξη της Ουκρανίας μέσω του Κογκρέσου.

«Η σειρά των προκλήσεων της εξωτερικής πολιτικής που έχει αντιμετωπίσει ο Σάλιβαν είναι ιλιγγιώδης» παραδέχονται οι Times του Λονδίνου. «Εκτός από τη διαχείριση της εμπλοκής των ΗΠΑ σε τρεις πολέμους, του έχει ανατεθεί η επούλωση των ρήξεων με την Κίνα και τη Γαλλία, η αντιμετώπιση των κυβερνοεπιθέσεων, ενώ πριν από την επίθεση της Χαμάς είχε πρωτοστατήσει στην προσπάθεια για μια ιστορική ειρηνευτική συμφωνία μεταξύ του Ισραήλ και της Σαουδικής Αραβίας».

Το μοντέλο του προέδρου και του συμβούλου εθνικής ασφάλειας που ασκούν την εξωτερική πολιτική από κοινού καθορίστηκε από τον Ρίτσαρντ Νίξον και τον Χένρι Κίσινγκερ τη δεκαετία του 1970. Ωστόσο, τα ελαττώματα αυτής της στρατηγικής, συνεχίζει το δημοσίευμα των Times, φάνηκε κατά τον αποκλεισμό των φωνών κριτικής όταν ο Τζορτζ Μπους αποφάσιζε τους πολέμους στο Ιράκ και στο Αφγανιστάν μετά την 11η Σεπτεμβρίου.

Οι επικριτές  του σημερινού σχήματος των «δύο» υποστηρίζουν ότι ο Μπάιντεν και ο Σάλιβαν κινδυνεύουν να καταπλακωθούν από τις ανταγωνιστικές απαιτήσεις του Ισραήλ και της Ουκρανίας, καθώς εισέρχονται σε μια εκλογική χρονιά.

Ο Μπάιντεν είναι υπερήφανος για την πλούσια εμπειρία του στην εξωτερική πολιτική και είναι αποφασισμένος να αναλάβει προσωπικά την ευθύνη της διεθνούς διπλωματίας της κυβέρνησής του. Αυτή η προσέγγιση ενέχει σοβαρά μειονεκτήματα, συνεχίζουν οι επικριτές του, όταν ένας 80χρονος πρόεδρος αποφασίζει για την εξωτερική πολιτική με έναν σύμβουλο που φροντίζει να μη διαφωνεί μαζί του.

«Μπορεί να καθοδηγήσει [τον Μπάιντεν], αλλά δεν μπορεί να αντιταχθεί σε εκείνον» δήλωσε ένας πρώην αξιωματούχος του Λευκού Οίκου τον περασμένο μήνα στο New Yorker. «Ο Τζέικ ήταν πάντα πολύ συνειδητοποιημένος, όπως ειλικρινά κάθε καλός υπάλληλος της Ουάσινγκτον, ώστε να μην έρχεται ποτέ σε σύγκρουση με τον διευθυντή του – και ποτέ δεν το κάνει».

Υπό τις οδηγίες του Μπάιντεν, ο Σάλιβαν διαμόρφωσε μια προσεκτική στρατηγική στο μέτωπο της Ουκρανίας, αντί να πιέσει περισσότερο για να ηττηθεί η Ρωσία, διακινδυνεύοντας πυρηνικά αντίποινα από τον Πούτιν. Παρά τα δεκάδες δισ. δολάρια που δόθηκαν στην Ουκρανία, το Κίεβο έχει απογοητευθεί από τις πολύμηνες παρακλήσεις που χρειάστηκαν για να εξασφαλίσει πιο προηγμένα όπλα από την Ουάσινγκτον. Κάθε βήμα, από τους πυραύλους Himars και τους πυραύλους ATACMS μέχρι τα αεροσκάφη F16, απαιτούσε μήνες διαπραγματεύσεων για να ξεπεραστεί η επιφυλακτικότητα του Μπάιντεν.

Αυτή η στρατηγική κινδυνεύει τώρα να «ανατιναχθεί», με τον Σάλιβαν και τον Λευκό Οίκο να πιέζονται από τον πόλεμο στο Ισραήλ. Παράλληλα, η διακομματική υποστήριξη για την Ουκρανία στο Κογκρέσο διαβρώνεται, καθώς ο Τραμπ βαδίζει προς το προεδρικό χρίσμα των Ρεπουμπλικανών και η χρονιά των εκλογών πλησιάζει.

Οι λονδρέζικοι Times επισημαίνουν ότι ο πολλαπλές ανταγωνιστικές προκλήσεις της εξωτερικής πολιτικής συσσωρεύονται και επικροτούν την άποψη ότι υπάρχει ένα όριο στο τι μπορούν να κάνουν δύο άνθρωποι μέσα σε 24 ώρες…