Η αν. υπουργός Υγείας Ειρήνη Αγαπηδάκη συναντά (αναπόφευκτες) αντιδράσεις για την νέα ΠΦΥ | Creative Protagon / IN TIME
Θέματα

Τριβές για την ανασύνταξη της Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας

Η μετατροπή των αγροτικών σε προσωπικούς γιατρούς όπως και το στοχευμένο πρόγραμμα επαναπατρισμού ολιγάριθμων γενικών γιατρών και παθολόγων για διδακτικούς σκοπούς προκαλούν αντιδράσεις. Στηρίζουν πάντως τις αλλαγές υπό κάποιους όρους οι εκπρόσωποι της Γενικής Ιατρικής στη χώρα μας. Διευκρινίσεις και εξηγήσεις από το υπουργείο
Protagon Team

Ανάμεικτες αντιδράσεις έχει προκαλέσει το σχέδιο που παρουσίασε η αναπληρώτρια υπουργός Υγείας, Ειρήνη Αγαπηδάκη, για την ενίσχυση του θεσμού του προσωπικού γιατρού αλλά και την ανασύνταξη της πολύπαθης Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας (ΠΦΥ). Σημεία αιχμής η μετατροπή των αγροτικών γιατρών σε προσωπικούς γιατρούς  όπως και το στοχευμένο πρόγραμμα επαναπατρισμού γενικών γιατρών και παθολόγων από την Κύπρο και τη Μεγάλη Βρετανία με ισχυρά για τα ελληνικά δεδομένα οικονομικά κίνητρα.

Οι νοσοκομειακοί γιατροί, κατά πληροφορίες, ήδη σχεδιάζουν τα περαιτέρω βήματα τους διαμαρτυρόμενοι για τις δρομολογούμενες αλλαγές και  επιμένοντας μεταξύ άλλων πως η ΠΦΥ δεν μπορεί να στηριχτεί σε άπειρους γιατρούς, οι οποίοι δεν έχουν «τριφτεί» στο πεδίο της καθημερινής ιατρικής, αναλαμβάνοντας συνεπώς ένα δυσανάλογο ρόλο.

Ο αντίλογος από πηγές της οδού Αριστοτέλους εδράζεται, από την άλλη, στο γεγονός ότι οι αγροτικοί γιατροί ούτως ή άλλως πέφτουν στα… βαθιά, καθώς αναγκάζονται να χειρίζονται δύσκολα περιστατικά στα ιατρεία υπαίθρου. Επιπλέον, λόγω της έλλειψης παθολόγων στη χώρα μας κάθε άλλο παρά σπάνια καλούνται να κάνουν εφημερίες στα νοσοκομεία και τα Κέντρα Υγείας, συνεπώς η ένταξη τους στα σχέδια για την ενίσχυση του θεσμού του προσωπικού γιατρού δεν αποτελεί αντίφαση αλλά βελτίωση, όπως υποστηρίζουν, των συνθηκών εργασίας.

Ισως όμως, η πιο αιχμηρή γωνία στο σχέδιο που ανακοινώθηκε από την αναπληρώτρια υπουργό Υγείας είναι τα οικονομικά κίνητρα σε νέους γιατρούς ώστε να ακολουθήσουν δύο ειδικότητες αιχμής – δηλαδή, την Παθολογία και τη Γενική Ιατρική –, οι οποίες εντούτοις βρίσκονται στα… αζήτητα στη χώρα μας, με αποτέλεσμα να καταρρέουν οι παθολογικές κλινικές στα δημόσια νοσοκομεία.  Είναι ενδεικτικό ότι εντός των συνόρων, μόλις το 6% επιλέγουν Γενική Ιατρική ή Παθολογία, όταν το ποσοστό στην Ευρώπη αγγίζει το 26%. 

Πιο συγκεκριμένα, η ίδια μεταρρύθμιση προβλέπει καθαρές απολαβές ύψους 30.000 ευρώ (45.000 μικτές) σε νέους επιστήμονες εφόσον μετά την υποχρεωτική τους θητεία (12μηνη) ως προσωπικοί ιατροί θα επιλέξουν να ακολουθήσουν τις συγκεκριμένες ειδικότητες. Με τον τρόπο αυτό, η ηγεσία στην οδό Αριστοτέλους προσβλέπει παράλληλα στη συρρίκνωση του brain drain, που τα τελευταία χρόνια λειτουργεί ως εθνική αιμορραγία.

Οι νοσοκομειακοί γιατροί εντούτοις, κάνουν λόγο για μία ακόμη «αδικία» καθώς η αμοιβή αυτή θα είναι αντίστοιχη με έναν Συντονιστή Διευθυντή του ΕΣΥ, που μετρά δεκαετίες υπηρεσίας στο σύστημα.

Και παρότι, όπως όλα δείχνουν, αναμένεται να ενεργοποιηθούν οι ΚΥΑ  για την απασχόληση των ιατρών του ΕΣΥ στον ιδιωτικό τομέα, δίνοντας τους τη δυνατότητα να αποκτήσουν επιπλέον εισόδημα, μια τέτοια κίνηση αναμένεται να πυροδοτήσει νέο κύκλο αντιδράσεων καθώς δεν συμφωνούν όλοι οι δημόσιοι λειτουργοί του Ιπποκράτη με αυτήν την κίνηση.

Επιπλέον, οι εκπρόσωποι των νοσοκομειακών γιατρών επιμένουν πως η αύξηση 10% στις αμοιβές τους και τα επιδόματα (π.χ. επίδομα ΜΕΘ ύψους 400 ευρώ και πλήρωσης κενών θέσεων στα νησιά ύψους 1.800 ευρώ για συγκεκριμένο χρόνο), δεν μπορούν να κλείσουν τη χαοτική απόσταση του μισθού που λαμβάνουν συγκριτικά με τους ευρωπαίους συναδέλφους τους.

Ομως, οι εκπρόσωποι της Γενικής Ιατρικής στη χώρα μας, εκφράζουν αντίθετη άποψη, καθώς κρίνουν ως ιδιαίτερα ενθαρρυντικό το γεγονός πως η πολιτεία έχει αντιληφθεί τον κίνδυνο να μείνει χωρίς γενικούς οικογενειακούς ιατρούς και παθολόγους, που αποτελούν τη «ραχοκοκαλιά» κάθε συστήματος υγείας, προειδοποιώντας εντούτοις και για πιθανούς κινδύνους. «Στο πλαίσιο αυτό μόνο ως θετικά κρίνονται τα κίνητρα που δίνονται στους νέους γιατρούς για να επιλέξουν τις βασικές αυτές ειδικότητες. Βέβαια τον κρίσιμο ρόλο στην επιλογή ειδικότητας για έναν νέο γιατρό παίζει το πως προδιαγράφεται το μέλλον του ως ειδικευμένου γιατρού στη χώρα και εκεί πρέπει να δοθεί η μεγαλύτερη βαρύτητα. Προέχει συνεπώς να γίνουν επαρκώς ελκυστικές οι συνθήκες εργασίας, οικονομικές απολαβές και όχι μόνο, του ειδικευμένου γιατρού της ΠΦΥ. Σε αντίθετη περίπτωση, ακόμα και αν ο νέος γιατρός επιλέξει μια από αυτές τις ειδικότητες, τελειώνοντας την εκπαίδευσή του δυνατόν να αναζητήσει την τύχη του στο εξωτερικό, όπου οι προτάσεις εργασίας είναι ιδιαίτερα γενναιόδωρες», τονίζει μεταξύ άλλων σε δήλωση του ο  Γενικός Γραμματέας της Ελληνικής Ακαδημίας Γενικής/Οικογενειακής Ιατρικής και Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας (ΠΦΥ), Ευάγγελος Φραγκούλης.

«Μήλον της έριδος»  όμως, αποτελεί και το  πιλοτικό πρόγραμμα επαναπατρισμού  που αφορά σε έμπειρους γενικούς γιατρούς και παθολόγους από το εξωτερικό (συγκεκριμένα από την Κύπρο και τη Μεγάλη Βρετανία) για  τη στελέχωση των Πανεπιστημιακών Μονάδων ΠΦΥ και τη μεταφορά πολύτιμης τεχνογνωσίας.  Και σε αυτήν την περίπτωση, οι αντιδράσεις πυροδοτούνται εξαιτίας του οικονομικού δέλεαρ (100.000-150.000 ετησίως απολαβές με μειωμένη φορολόγηση) που προσφέρεται σε επιστήμονες του εξωτερικού, με συνέπεια η διελκυστίνδα των επιχειρημάτων και των αντεπιχειρημάτων να μην έχει τέλος.

Ενδεικτική η τοποθέτηση του κ. Φραγκούλη, που αναδεικνύει μία άλλη οπτική και προσέγγιση στο ίδιο θέμα που διχάζει.  Οπως επισημαίνει, «είναι θεμιτό να γίνουν προσπάθειες επαναπατρισμού συναδέλφων από το εξωτερικό. Στην περίπτωση αυτή θα μπορούσε να δοθεί ένα οικονομικό κίνητρο με τη μορφή “golden hello”, όπως εφαρμόζεται σε αρκετές χώρες- ένα πάγιο ποσό δεκάδων χιλιάδων ευρώ στην αρχή για την κάλυψη μιας θέσης που παραμένει κενή με την προϋπόθεση ελάχιστης χρονικής παραμονής σε αυτή». Προσθέτει όμως, με νόημα πως «σε καμιά περίπτωση δεν μπορεί να δικαιολογηθεί, ούτε να γίνει ανεκτή η διαφοροποίηση της αποζημίωσής τους σε σχέση με αυτή των υπολοίπων Προσωπικών Γιατρών και για το ίδιο έργο. Η αποζημίωση αυτή φυσικά θα πρέπει να ανέλθει σε επίπεδα ανταγωνιστικά αυτών που προσφέρονται στην υπόλοιπη Ευρώπη».

Από πλευράς υπουργείου πάντως διευκρινίζουν ότι το πιλοτικό πρόγραμμα επαναπατρισμού αφορά τη στελέχωση των Πανεπιστημιακών Μονάδων ΠΦΥ και στοχεύει να προσελκύσει ορισμένους μόνον επιστήμονες από το εξωτερικό σε αντικείμενα που σχετίζονται με την ΠΦΥ και τη Δημόσια Υγεία που δεν υπάρχουν στη χώρα. Σε καμία περίπτωση, υπογραμμίζεται, δεν επιδιώκει γενικώς να φέρει γιατρούς από το εξωτερικό για να εργαστούν στο ΕΣΥ. «Αν είχαμε τέτοια δυνατότητα, θα είχαμε δώσει πολλαπλάσιες αυξήσεις σε όλους», καταλήγουν.