Ο ένας και μοναδικός Χένρι Κίσινγκερ, η «γριά αλεπού» της αμερικανικής διπλωματίας, ανέσυρε από το προσωπικό του συνταγολόγιο γεωπολιτικών επιτυχιών την κατάλληλη συνταγή για να θεραπεύσει τη σημερινή «πάθηση» της εξωτερικής πολιτικής των ΗΠΑ, δηλαδή την έφεσή τους να δημιουργούν εχθρούς οι οποίοι τυγχάνουν μεγαθήρια – είτε στρατιωτικά και πλούσια σε πλουτοπαραγωγικές πηγές, όπως είναι η Ρωσία, είτε εμπορικά και παραγωγικοδυναμικά, όπως είναι η Κίνα.
Ο Κίσινγκερ επικοινώνησε διαδικτυακώς με το ρεπουμπλικανικό σεμινάριο «The Grand Strategy Summit» του Ιδρύματος Ρίτσαρντ Νίξον. Οσοι περίμεναν υπομονετικά να τον απολαύσουν, τον άκουσαν να δοξολογεί την περίοδο της διακυβέρνησης Νίξον, προτού μπει στο ψητό. Υπενθύμισε με σημασία τρεις πολιτικοδιπλωματικές έννοιες που αναπτύχθηκαν τη δεκαετία του ’70 και, σύμφωνα με τον ίδιο, ισχύουν και σήμερα.
α) Η στρατιωτική δύναμη είναι απαραίτητη προϋπόθεση για τη σύναψη «καλών και διαρκών συμφωνιών ειρήνης, όπως αυτή που συνήφθη το 1972 στο Βιετνάμ» είπε ο Κίσινγκερ. Και με τη σειρά τους όλοι θυμήθηκαν ότι το 1973, ως υπουργός Εξωτερικών, ο Κίσινγκερ είχε τιμηθεί με το Νόμπελ Ειρήνης μαζί με τον Βορειοβιετναμέζο ομόλογό του Λε Ντουκ Θο για τη συμφωνία τερματισμού του Πολέμου του Βιετνάμ.
β) Το μυστικό για τη σταθεροποίηση των σχέσεων με τις αντίπαλες δυνάμεις είναι να κάνεις την καθεμία από αυτές να αισθάνεται ασφαλής, ότι δεν απειλείται από τις άλλες. Τα τελευταία χρόνια, ωστόσο, οι ΗΠΑ απέτυχαν να καθησυχάσουν τους αντιπάλους τους, ιδιαίτερα τους Ρώσους, αλλά και τους Κινέζους, πρωτίστως για το ζήτημα της Ταϊβάν.
γ) Χρειαζόμαστε ανοιχτή, σίγουρη προσέγγιση, αν και μπορεί να είναι επικίνδυνο βήμα. Στη δεκαετία του ’70, πάντως, οι ΗΠΑ ήταν πιο κοντά στη Σοβιετική Ενωση και την Κίνα από όσο ήταν μεταξύ τους αυτές οι δύο κομμουνιστικές χώρες (οι οποίες, πέρα από την ιδεολογική διαμάχη για τα κομμουνιστικά πρωτεία, είχαν και μερικές αψιμαχίες στα σύνορά τους). Σήμερα συμβαίνει το αντίθετο: η Ρωσία και η Κίνα έχουν σχηματίσει άξονα και είναι και οι δύο πολύ πολύ μακριά από τις ΗΠΑ.