Ο Τραμπ πέτυχε ήδη μια νίκη, ακόμα και αν δεν κερδίσει την αναμέτρηση της 5ης Νοεμβρίου, αφού επέβαλε την πολιτική ατζέντα του στην Κάμαλα Χάρις και στο Δημοκρατικό Κόμμα. Ο Economist, στο τελευταίο τεύχος του έγραψε περί «τραμποποίησης» της αμερικανικής πολιτικής, παρατήρησε το γυναικείο δίδυμο της Corriere della Sera, οι Φραντσέσκα Μπάσο και Βιβιάνα Μάτσα. Ο λόγος για τη μετανάστευση.
Η Χάρις έχει αγκαλιάσει την πιο σκληρή πρόταση, η οποία εμποδίζει τα αιτήματα για πολιτικό άσυλο όταν η εισροή μεταναστών είναι μεγάλη. Στο Λας Βέγκας, την περασμένη εβδομάδα, σε μια συνάντησή της με το ισπανόφωνο εκλογικό σώμα, η Χάρις έδειξε ότι το μήνυμά της για τα σύνορα με το Μεξικό επικεντρώνεται στην ασφάλεια. Και τα γκάλοπ δείχνουν ότι η πλειοψηφία των ισπανόφωνων αμερικανών ψηφοφόρων επισημαίνει την αύξηση του αριθμού μεταναστών από τα μεξικανικά σύνορα ως μείζον πρόβλημα.
Η «τραμποποίηση» επεκτείνεται και στην εμπορική πολιτική της Χάρις, η οποία περιλαμβάνει μεγάλο μέρος των δασμών που επέβαλε ο Τραμπ στην πρώτη θητεία του. Οσον αφορά τους φόρους, η νυν αντιπρόεδρος λέει ότι θα διατηρήσει τις περισσότερες από τις περικοπές που θέσπισε ο Τραμπ το 2017, αυξάνοντας τους φόρους μόνο για όσους κερδίζουν περισσότερα από 400.000 δολάρια ετησίως. Στην ενέργεια και στα ορυκτά καύσιμα η Χάρις ανέτρεψε την αντίθεσή της στο fracking και επί ημερών της στην αντιπροεδρία αυξήθηκαν οι εξορύξεις πετρελαίου και φυσικού αερίου.
Από την άλλη πλευρά, ο Τραμπ έκανε κάποια βήματα σε Δημοκρατικό έδαφος, προσπαθώντας να κερδίσει τους συνδικαλιστές. Ακύρωσε σχέδια των Ρεπουμπλικανών για περιορισμό των δημοσίων δαπανών στις συντάξεις και στην υγειονομική περίθαλψη. Τι παρέμεινε να διαφοροποιεί τις δύο υποψηφιότητες; Ο πόλεμος στην Ουκρανία. Σε αυτό το θέμα οι στάσεις των δύο μονομάχων απέχουν πολύ.
Ομως δεν συμβαίνει μόνο στις ΗΠΑ η «τραμποποίηση», έγραψαν οι ιταλίδες δημοσιογράφοι. Στην Ευρώπη, τα θέματα που υποστηρίζονται από τη λαϊκιστική και εθνικιστική Ακροδεξιά έχουν απορροφηθεί, αν όχι από την Κεντροαριστερά, τουλάχιστον από την Κεντροδεξιά: σκληρότερη καταπολέμηση της μετανάστευση, αναθεώρηση της Πράσινης Συμφωνίας, επανεξέταση της αγροτικής πολιτικής. Το μόνο σημείο στο οποίο οι φιλοευρωπαϊκές δυνάμεις δεν έχουν αλλάξει την αφήγησή τους είναι η υποστήριξη προς την Ουκρανία.
Στο μεταναστευτικό, ωστόσο, επικρατεί το μοντέλο «Ευρώπη φρούριο», με ισχυρά μηνύματα για την προστασία των εξωτερικών συνόρων. «Εμείς αποφασίζουμε ποιος πρέπει να μπει στην Ευρώπη, σίγουρα όχι οι διακινητές» επαναλαμβάνει η πρόεδρος της Κομισιόν Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος (ΕΛΚ). Στο εκλογικό του πρόγραμμα, την περασμένη άνοιξη, το ΕΛΚ υποστήριξε την εξωτερική ανάθεση της διαχείρισης της μετανάστευσης κατά το μοντέλο της Ρουάντα και υπό την προϋπόθεση του σεβασμού του διεθνούς δικαίου.
Αυτήν την προσέγγιση παρακολουθεί με ενδιαφέρον, και ας τη θεωρεί δύσκολη λύση ακόμη και η Γερμανία του σοσιαλιστή Ολαφ Σολτς. Το περασμένο Σάββατο ο πολωνός πρωθυπουργός Ντόναλντ Τουσκ, του ΕΛΚ, δήλωσε ότι σκοπεύει να αναστείλει προσωρινά τη χορήγηση δικαιωμάτων ασύλου, ώστε να εμποδίσει τη ροή μεταναστών από τη Ρωσία και τη Λευκορωσία. Και το Βερολίνο ενεργοποίησε τους συνοριακούς ελέγχους.
Στο προσχέδιο συμπερασμάτων του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου διαβάζουμε ότι οι αρχηγοί κρατών και κυβερνήσεων της ΕΕ μάς καλούν «να εξετάσουμε νέους τρόπους πρόληψης και καταπολέμησης της παράτυπης μετανάστευσης, σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο». Ζητούν επίσης «αποφασιστική δράση σε όλα τα επίπεδα για την αύξηση και την επιτάχυνση των επιστροφών από την ΕΕ» και καλούν την Κομισιόν και το Συμβούλιο να προτείνουν «τάχιστα» μια «νέα κοινή προσέγγιση για τις επιστροφές». Επικράτησε, λοιπόν, το λαϊκιστικό αφήγημα, διαβάζουμε στην Corriere.
Πριν από πέντε χρόνια η Πράσινη Συμφωνία φαινόταν να είναι ο φάρος της ευρωπαϊκής πολιτικής. Την αμφισβήτησε μόνο η Ακροδεξιά. Αυτά μέχρι που άρχισαν οι αγροτικές διαδηλώσεις στις Βρυξέλλες, στη Γαλλία, στη Γερμανία, στην Ολλανδία, στην Ιταλία, στην Πολωνία και σε άλλες χώρες της ΕΕ. Τότε το ΕΛΚ αυτοανακηρύχθηκε κόμμα των αγροτών. Η ευρωπαϊκή βιομηχανία έχει επίσης αρχίσει να εγείρει αμφιβολίες, ενώ η Κεντροδεξιά ζητεί πλέον ευρωπαϊκή ανταγωνιστικότητα έναντι της Κίνας και των ΗΠΑ, μιλώντας περί στρατηγικής αυτονομίας, ακόμη και περί προστατευτισμού υπό συνθήκες.
Σε ό,τι αγορά την Ευρωβουλή, «τα ακροδεξιά κόμματα έγιναν η τρίτη πολιτική ομάδα, ενωμένη στους Πατριώτες για την Ευρώπη του ούγγρου πρωθυπουργού Ορμπαν». Οι δυο δημοσιογράφοι εκφράζουν την άποψη ότι η μίμηση της Ακροδεξιάς από τους συστημικούς κομματικούς σχηματισμούς δεν αποφέρει και σπουδαία αποτελέσματα στις κάλπες, διότι ο κόσμος προτιμά το πρωτότυπο από το ιμιτασιόν. «Το απέδειξαν οι εκλογές στη Θουριγγία και στη Σαξονία, όπου έκανε εκλογικό ρεκόρ η Εναλλακτική για τη Γερμανία. Και στην Αυστρία το νεοναζιστικό Κόμμα Ελευθερίας ήρθε πρώτο στις πρόσφατες εκλογές».
Κατακλείδα του σημειώματος στην Corriere η καταγγελία του Ορμπαν, επειδή είπε στην ομιλία του στο Στρασβούργο, απευθυνόμενος στους ευρωβουλευτές, ότι η μετανάστευση έχει τροφοδοτήσει τη βία κατά των γυναικών, τον αντισημιτισμό και την ομοφοβία. Aλλά και η διαπίστωση ότι η καθολική ασφάλεια (στην άμυνα, στα τρόφιμα, στη βιομηχανική αυτονομία, κ.λπ.) έχει καταστεί κεντρικό ζήτημα στην Ευρώπη: «Είναι, λοιπόν, φυσικό να αναρωτηθούμε αν η ΕΕ έχει καταστεί τόσο ανασφαλής».