Ο εβραϊκής και ουκρανικής καταγωγής Βασίλι Γκρόσμαν πολέμησε στο Στάλινγκραντ | CreativeProtagon
Θέματα

Το βιβλίο που ενόχλησε την KGB: «Ζωή και Πεπρωμένο» του Βασίλι Γκρόσμαν

Δημοσιεύθηκε για πρώτη φορά στα ρωσικά τη δεκαετία του 1980, ενώ προηγουμένως είχε κυκλοφορήσει στο εξωτερικό, καθώς φίλοι του συγγραφέα είχαν καταφέρει να βγάλουν αντίγραφό του κρυφά από τη χώρα καθώς τo πρωτότυπο είχε ήδη κατασχεθεί από τη μυστική υπηρεσία το 1961. Τότε αποκαλύφθηκε ότι πρόκειται για ένα πραγματικό αριστούργημα
Protagon Team

«Από τα γερμανικά στρατόπεδα εξόντωσης στα σοβιετικά στρατόπεδα εργασίας και από τα φλεγόμενα ερείπια του Στάλινγκραντ στα ανακριτικά γραφεία της μεταπολεμικής Μόσχας, τα μέλη και οι φίλοι της οικογένειας Σαπόσνικοβ προσπαθούν να ξεφύγουν από τα νύχια του πιο απάνθρωπου πολέμου που γνώρισε η ανθρωπότητα. Πολεμούν, ερωτεύονται, ελπίζουν, απογοητεύονται, καταρρέουν, αρπάζονται από τα πιστεύω τους και συνεχίζουν, ενώ γύρω τους στενεύει ο κλοιός του ολοκληρωτισμού», γράφει στην περίληψή του το «απαγορευμένο» βιβλίο «Ζωή και Πεπρωμένο», του Βασίλι Γκρόσμαν, που είναι τώρα πιο επίκαιρο από ποτέ.

Σύμφωνα με άρθρο του Νίκολας Μπάρετ στο BBC, τα κείμενα του Γκρόσμαν κατασχέθηκαν το 1961 από την τότε KGB, καθώς σύμφωνα με τον ηγέτη της αποσταλινοποίησης, Νικίτα Χρουστσόφ, «τα χειρόγραφα του Γκρόσμαν δεν ήταν παρά άλλη μία πυρηνική κεφαλή στραμμένη κατά της Σοβιετικής Ενωσης». Ετσι, η έκδοση του βιβλίου δεν επιτράπηκε από το σοβιετικό καθεστώς, αφού θεωρήθηκε αντισοβιετικό.

Τελικά, το βιβλίο δημοσιεύθηκε για πρώτη φορά στα ρωσικά τη δεκαετία του 1980, ενώ προηγουμένως είχε κυκλοφορήσει η ελεύθερη έκδοσή του στο εξωτερικό, καθώς φίλοι του συγγραφέα είχαν καταφέρει να βγάλουν αντίγραφό του κρυφά από τη χώρα. Τότε αποκαλύφθηκε πως πρόκειται για ένα πραγματικό αριστούργημα, το οποίο μόνο με το “Πόλεμος και Ειρήνη” του Τολστόι θα μπορούσε να συγκριθεί σε ρεαλισμό και τρυφερότητα, πίστη και ανθρωπιά.

Ποιος ήταν ο Βασίλι Γκρόσμαν

Ο Γκρόσμαν γεννήθηκε το 1905 στην Ουκρανία, στη μεγαλύτερη εβραϊκή κοινότητα της Ανατολικής Ευρώπης. Σπούδασε Χημεία και δούλεψε σε ορυχεία ως σχεδιαστής μέτρων εργατικής ασφάλειας στο Περιφερειακό Ινστιτούτο Παθολογίας της Ουκρανίας και στο Τμήμα Χημείας της Ιατρικής Σχολής «Στάλιν». Τα πρώτα του έργα ήταν διηγήματα για τον εμφύλιο πόλεμο και τη ζωή των ανθρακωρύχων. Το 1933 γνωρίστηκε με τον Μαξίμ Γκόρκι και τον Μιχαήλ Μπουλγκάκοφ, οι οποίοι τον βοήθησαν να εκδώσει το πρώτο του μυθιστόρημα. Στις εκκαθαρίσεις του 1937 χάθηκαν πολλοί φίλοι του και άλλοι τόσοι συγγενείς του.

Κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, ο εβραϊκής και ουκρανικής καταγωγής, συγγραφέας έζησε από κοντά τις μάχες της Μόσχας, του Στάλινγκραντ, του Κουρσκ και του Βερολίνου, ως πολεμικός ανταποκριτής της εφημερίδας του Κόκκινου Στρατού «Ερυθρός Αστέρας». Μάλιστα, πολέμησε στο Στάλινγκραντ μέχρι την τελευταία ημέρα. Παρασημοφορήθηκε και προβιβάστηκε σε αντισυνταγματάρχη.

Ηταν ένας από τους πρώτους ανταποκριτές που μπήκαν στα στρατόπεδα εξόντωσης του Μαϊντάνεκ και της Τρεμπλίνκα. Στο κείμενό του «Η Κόλαση της Τρεμπλίνκα» έδωσε μια πρώτη μαρτυρία σχετικά με αυτό το στρατόπεδο συγκέντρωσης, ενώ οι συνεντεύξεις που πήρε από πρώην κρατουμένους χρησιμοποιήθηκαν στη Δίκη της Νυρεμβέργης. Ακόμη και όταν δεν βρισκόταν στην πρώτη γραμμή της μάχης, ως πολεμικός ανταποκριτής επισκεπτόταν τους στρατιώτες στα χαρακώματα για να τους ακούσει και να καταγράψει όσα του έλεγαν: τον πόνο, τις αγωνίες, τις εμπειρίες τους, τη φρίκη του πολέμου, το πόσο τους έλειπαν οι οικογένειές τους…

Γερμανικό πυροβολικό στο Στάλινγκραντ το 1942. Ο Κόκκινος Στρατός αντεπιτέθηκε με την «Επιχείρηση Ουρανός», τον Νοέμβριο του 1942, περικυκλώνοντας τελικά τη Ναζιστική 6η Στρατιά που παραδόθηκε στις 2 Φεβρουαρίου 1943 | Shutterstock

Η σύγκρουση με το καθεστώς και το έργο

Πριν από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, ο Γκρόσμαν είχε καταφέρει να μην έρθει σε ευθεία σύγκρουση με το καθεστώς. Μάλιστα, είχε κερδίσει τη συμπάθεια των κομματικών παραγόντων, καθώς ήταν ήρωας της Σοβιετικής Ενωσης και σε γενικές γραμμές δεν απέρριπτε την ιδέα της κομμουνιστικής οργάνωσης της κοινωνίας. Μετά τον πόλεμο, όμως, η πίστη του στο σοβιετικό κράτος είχε κλονιστεί ανεπανόρθωτα.

Ο πόλεμος, που δεν θα μπορούσε να διεξαχθεί χωρίς την τόνωση του πατριωτισμού και της πειθαρχίας για το θυμικό των στρατιωτών, είχε ανοίξει τον δρόμο σε κοινωνικές δυνάμεις με έντονα εθνικιστικές απόψεις και η Σοβιετική Ενωση είχε μετατραπεί πια, από σκληρή εργατική δικτατορία, σε ανατολίτικη δεσποτική αυτοκρατορία. Ο Γκρόσμαν το είδε από νωρίς αυτό και είχε προβληματιστεί έντονα.

Κάποια στιγμή αποφάσισε να ενώσει τα δημοσιογραφικά του κείμενα και να συνθέσει το επικό μυθιστόρημα «Ζωή και Πεπρωμένο», το οποίο τελικά ολοκληρώθηκε το 1960. Το ιστορικό του πλαίσιο ορίζεται από την εισβολή των Γερμανών στη Σοβιετική Ένωση, την πολιορκία του Στάλινγκραντ, την παράδοση των πολιορκητών στον Κόκκινο Στρατό και την επιστροφή των κατοίκων στη μαρτυρική πόλη.

Μάχη του Στάλινγκραντ, Νοέμβριος 1942. Ανδρες του Κόκκινου Στρατού επιτίθενται | Sovfoto/Universal Images Group via Getty Images

Ο Γκρόσναν επικεντρώνεται στη μοίρα της οικογένειας Σαπόσνικοφ και των ανθρώπων με τους οποίους σχετίζονται τα μέλη της. Το πολιορκημένο Στάλινγκραντ, ένα γερμανικό στρατόπεδο εξόντωσης, ένα σοβιετικό στρατόπεδο συγκέντρωσης και πλήθος αναδρομών σε αυτά και άλλα μέρη συνέθεσαν ένα τεράστιο σκηνικό. Ωστόσο, το ουσιαστικό θέμα του βιβλίου είναι ο πόλεμος και οι επιπτώσεις του στην ανθρώπινη συνείδηση. Ο Γκρόσμαν, με χειρουργική λεπτότητα, διερευνά τόσο τα ατομικά συναισθήματα όσο και τις κοινωνικές αντιδράσεις, χωρίς να στέκεται σε στερεότυπα, ιδεολογικές σχηματοποιήσεις και δαιμονοποιήσεις.

Τα χειρόγραφα, τα δακτυλογραφημένα αντίγραφα, ακόμα και η μελανοταινία της γραφομηχανής του κατασχέθηκαν από την τότε KGB, στις 14 Φεβρουαρίου του 1961. Ολες οι προσπάθειές του να πάρει πίσω το έργο του, έπεφταν στο κενό. Από το κόμμα, του έλεγαν ότι «το βιβλίο του δεν θα μπορούσε να κυκλοφορήσει προτού περάσουν διακόσια ή ακόμα και τριακόσια χρόνια». Ο Χρουστσόφ ποτέ δεν απαντούσε στις επιστολές με τις οποίες ο Γκρόσμαν απαιτούσε να παραδοθεί το αντίγραφο του έργου του, ενώ το επιχείρημα μελών του κόμματος, που συζητούσαν το θέμα, ήταν πάντα ότι «δεν θα έπρεπε να εκδοθεί ένα βιβλίο που να θέτει σε δημόσιο διάλογο την αναγκαιότητα ύπαρξης της Σοβιετικής Ενωσης».

Το καθεστώς τον είχε θέσει πια στο περιθώριο, τον είχε «απαγορεύσει», διότι, μαζί με τις ναζιστικές θηριωδίες, στα χειρόγραφά του στηλίτευε και τη σταλινική καταπίεση, θεωρώντας ότι, όπως κάποτε η Γερμανία αντιμετώπισε το ναζιστικό παρελθόν της, έτσι όφειλε και η Σοβιετική Ενωση να μιλήσει για το αίσχος του σταλινισμού. Η αλήθεια είναι ότι στο έργο του ο Γκρόσμαν δεν κατέγραφε απλώς τον όλεθρο ενός παγκοσμίου πολέμου, τη φρίκη του εβραϊκού Ολοκαυτώματος, τον εφιάλτη του σταλινισμού, αλλά γινόταν και ο ίδιος μια αφηγηματική συνείδηση, η οποία χωρίς σύνορα κατόρθωνε κάθε φορά να περικλείει τις συνειδήσεις πολλών ανθρώπων.

Είναι χαρακτηριστική μια από τις τελευταίες αποστολές του στα απελευθερωμένα στρατόπεδα εξόντωσης, όπου ο Γκρόσμαν αποφασίζει ουσιαστικά να αποτυπώσει ό,τι είχε γράψει μέσα του η σκιά της μοίρας της μητέρας του, για την οποία ο ίδιος αγνοούσε τι είχε απογίνει – αν και τελικά είχε βάσιμες υποψίες για το φρικτό της τέλος. Η ηλικιωμένη γυναίκα (η οποία ήταν άτομο με ειδική αναπηρία, καθώς είχε γεννηθεί με δυσπλασία στον γοφό) είχε απομείνει μόνη της σε μια κατεξοχήν εβραϊκή πόλη – το Μπερντιτσίβ – την οποία οι Γερμανοί ξεκλήρισαν αμέσως μετά την εισβολή. Το γεγονός αυτό, αλλά και οι τύψεις που ένιωθε ο συγγραφέας επειδή δεν κατάφερε να κινήσει τις διαδικασίες για να διώξει τη μητέρα του από το πολιορκημένο Μπερντιτσίβ, τον «στοίχειωναν» για όλη την υπόλοιπη ζωή του.

Σε ένα από τα γράμματα που της έγραψε μετά τον θάνατό της, αναφέρει: «Εφθασα στο Μπερντιτσίβ, μπήκα στο σπίτι όπου ζούσες… Κατάλαβα ότι δεν είσαι πια ανάμεσα στους ζωντανούς. Δεν ήξερα πόσο φρικτό τέλος είχες. Το έμαθα αφού ρώτησα για τη σφαγή της 15ης Σεπτεμβρίου 1941. Εχω προσπαθήσει δεκάδες, ίσως εκατοντάδες φορές, να φανταστώ πώς πέθανες, πώς περπάτησες ως τον θάνατό σου. Εχω προσπαθήσει να φανταστώ τον άνθρωπο που σε σκότωσε. Ηταν το τελευταίο πρόσωπο που σε είδε… Για μένα είσαι ζωντανή όπως και όταν σε είδα την τελευταία φορά, τόσο ζωντανή όπως και όταν ήμουν μικρός και μου διάβαζες δυνατά. Και ο πόνος μου είναι ακόμα ο ίδιος, όπως όταν ένας από τους γείτονές μας στην οδό Ουτσιλίτσναγια μου είπε ότι είχες χαθεί και πως δεν είχα καμία ελπίδα πλέον να σε βρω ξανά ανάμεσα στους ζωντανούς».

Στις 14 Σεπτεμβρίου 1964 ο Βασίλι Γκρόσμαν άφησε την τελευταία του πνοή στη Μόσχα, χτυπημένος από τον καρκίνο. Εζησε τα τελευταία χρόνια της ζωής του με τον καημό ότι το έργο του δεν ήταν πια στα χέρια του και ποτέ όσο ζούσε δεν είχε καταφέρει να το εκδώσει και να το δει να κυκλοφορεί. Για πολλά χρόνια, τα κείμενά του θεωρούνταν χαμένα, ώσπου αναδύθηκαν χάρη σε πιστούς φίλους του στη Δύση, το 1980.