Δραματική αύξηση των ποσοτήτων skunk, της ινδικής κάνναβης υδροπονικής καλλιέργειας που θεωρείται πολύ πιο ισχυρή σε επίδραση απ’ ό,τι αυτή που καλλιεργείται σε εκτάσεις, καταγράφεται από την ανάλυση στοιχείων για κατασχέσεις του συγκεκριμένου ναρκωτικού την τελευταία δεκαετία.
Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός ότι ολόκληρο το 2014 κατασχέθηκαν περίπου 1.800 δενδρύλλια από υδροπονικές καλλιέργειες, ενώ σε μία και μόνο επιχείρηση της αστυνομίας το 2018 εντοπίστηκαν πάνω από 2.900. Πριν από λίγες ημέρες, εξαρθρώθηκε κύκλωμα με σύγχρονα «εργαστήρια» σε Διόνυσο, Παλλήνη και Κορωπί, τα μέλη του οποίου είχαν μοιράσει τους ρόλους σε τεχνικούς για τον απαραίτητο εξοπλισμό, υπεύθυνους χώρων και καλλιέργειας και, φυσικά, διακινητές. Και πριν από αυτό, τον Δεκέμβριο του 2019, το ΣΔΟΕ εντόπισε σε βιομηχανική εγκατάσταση 600 τετραγωνικών μέτρων στον Κουβαρά, «επαγγελματικές» εγκαταστάσεις υδροπονικής καλλιέργειας με 587 φυτά.
Την ίδια ώρα, ιστοσελίδες στο ελληνικό Διαδίκτυο προσφέρουν σπόρους για καλλιέργεια σε εσωτερικούς χώρους, όπως ακριβώς συμβαίνει και με την υδροπονική ινδική κάνναβη. Σύμφωνα με όσα αναγράφονται στα συγκεκριμένα sites, οι σπόροι πωλούνται για συλλεκτική χρήση καθώς η φύτευση και καλλιέργεια ινδικής κάνναβης στην Ελλάδα απαγορεύεται, όμως η εμπορία των σπόρων όχι. Κάποιοι επιδίδονται σε χιούμορ, αναφέροντας ότι αφού η καλλιέργεια είναι παράνομη, πουλάνε τους σπόρους ως σουβενίρ για να χρησιμοποιηθούν ως διακόσμηση στο τζάκι…
Ομως σε αρκετά από αυτά τα sites υπάρχουν πληροφορίες σχετικά με το πόσο «δυνατή» ινδική κάνναβη προκύπτει από τον κάθε σπόρο – βάσει της περιεκτικότητάς της στην παραισθησιογόνο ουσία τετραϋδροκανναβινόλη. Επιπλέον, δίνονται πληροφορίες για το ποιοι σπόροι είναι κατάλληλοι για εσωτερική καλλιέργεια, όπως είναι η υδροπονική, αλλά και πόση απόδοση έχει ο κάθε σπόρος, δηλαδή πόση ινδική κάνναβη θα προκύψει από την καλλιέργειά του.
Αυτές οι πληροφορίες βέβαια είναι αμφίβολο κατά πόσο μπορούν να χρησιμεύουν σε συλλέκτες ή και διακοσμητές… Σύμφωνα με τα συγκεκριμένα sites πάντως διατίθενται όχι για καλλιέργεια αλλά για «τη διατήρηση της βιοποικιλότητας» – άσχετα με το αν κάποιοι από αυτούς τους σπόρους είναι γενετικά τροποποιημένοι για να έχουν καλύτερες αποδόσεις. Τo Protagon εντόπισε στον ελληνικό ιστοχώρο τουλάχιστον πέντε τέτοια sites που, πέρα από τις πληροφορίες που προσφέρουν περί περιεκτικότητας σε δραστική παραισθησιογόνο ουσία, κάνουν διανομές σε όλη την Ελλάδα με τους σπόρους σε διακριτική συσκευασία.
Μερικά από αυτά ξεκίνησαν τη λειτουργία τους το 2016, τη χρονιά που κατέστη δυνατή στη χώρα μας μετά από κοινή υπουργική απόφαση η καλλιέργεια κλωστικής-βιομηχανικής κάνναβης, υπό τον όρο ότι οι ποικιλίες που θα χρησιμοποιούνται θα έχουν περιεκτικότητα έως 0,2% σε τετραϋδροκανναβινόλη (THC). Ομως οι σπόροι που πλέον πωλούνται, σύμφωνα με τα ίδια τα στοιχεία των sites που τους προσφέρουν, εάν καλλιεργηθούν δίνουν σε περιεκτικότητα έως και 25-30% σε THC, ιδίως όταν ακολουθείται η υδροπονική μέθοδος. Το οποίο θεωρείται εντελώς παράνομο.
Σε διάφορες εκθέσεις του Συντονιστικού Οργάνου Δίωξης Ναρκωτικών περιγράφεται με λεπτομέρειες ο συγκεκριμένος τρόπος καλλιέργειας σε εσωτερικούς χώρους. Ανάμεσα σε άλλα αναφέρεται ότι τα βασικά θρεπτικά στοιχεία για την ανάπτυξη των φυτών παρέχονται με λιπάσματα και ότι ο φωτισμός του υδροπονικού φυτωρίου εξασφαλίζεται με λυχνίες φθορισμού, αλογόνου ή νατρίου, που τον «εξομοιώνουν με το χρωματικό φάσμα του φωτός κατά τις διάφορες εποχές του έτους».
Στον εξοπλισμό που θεωρείται απαραίτητος περιλαμβάνονται επίσης ιονιστές και αφυγραντήρες, ανεμιστήρες, συσκευές εξαερισμού, θερμόμετρα και υγρασιόμετρα. Οπως εύκολα μπορεί να καταλάβει κανείς, πρόκειται για «εργαστήρια». Και επειδή όλα αυτά ανεβάζουν το κόστος παραγωγής και το ρίσκο, καθώς οι καλλιέργειες βρίσκονται σε εσωτερικούς χώρους οι οποίοι ανήκουν σε κάποιους, η τιμή της υδροπονικής ινδικής κάνναβης στην αγορά είναι τουλάχιστον τρεις φορές υψηλότερη από αυτή της εξωτερικής καλλιέργειας.
Εως και το 2015 το skunk δεν άνθιζε όσο σήμερα σε εσωτερικούς χώρους στην Ελλάδα. Για παράδειγμα, το 2010 σημαντικά περιστατικά θεωρούνταν από τις αρχές οι κατασχέσεις 40 ή 70 δενδρυλλίων ινδικής κάνναβης από υδροπονική καλλιέργεια. Το 2013 την αστυνομία απασχόλησαν 23 τέτοιες υποθέσεις, ενώ τον επόμενο χρόνο 45. Σε έκθεση των αρχών για το 2015 αναφέρεται ότι ποσότητες ινδικής κάνναβης υδροπονικής καλλιέργειας εισάγονταν στην Ελλάδα από χώρες όπως η Ολλανδία και η Μεγάλη Βρετανία και η μεταφορά τους γινόταν είτε οδικώς, είτε σε αποσκευές επιβατών αεροπλάνων ή σε ταχυδρομικά δέματα.
Τη διετία 2017-2018 τα πράγματα αγρίεψαν: στα πέριξ της Αθήνας εξαρθρώθηκαν κυκλώματα παραγωγών skunk, τα οποία σύμφωνα με περιγραφές της αστυνομίας ήταν «οργανωμένες εγκληματικές ομάδες αποτελούμενες από υπηκόους του Βιετνάμ». Ενα από αυτά τα κυκλώματα χρησιμοποιούσε πολυτελείς οικίες για την υδροπονική καλλιέργεια ινδικής κάνναβης, ενώ άλλο είχε εντοπιστεί στην περιοχή της Ραφήνας και του Νέου Βουτζά. Στη δεύτερη περίπτωση είχαν κατασχεθεί περίπου 2.200 δενδρύλλια skunk από τρία πλήρως εξοπλισμένα «εργαστήρια» που διέθεταν ειδικές λάμπες, αφυγραντήρες και όλο τον υπόλοιπο παρελκόμενο εξοπλισμό.
Ταυτόχρονα, κρούσματα υδροπονικής καλλιέργειας της ινδικής κάνναβης καταγράφονταν σχεδόν σε όλη τη χώρα, όχι μόνο σε επίπεδο «εργαστηρίων» με δυναμικότητα 500-2000 δενδρυλλίων αλλά και σε πιο ερασιτεχνικές μορφές: από σπίτι στην Ικαρία με 10 φυτά, λάμπες και χρονοδιακόπτες ρεύματος, σε υπόγειο της Θεσσαλονίκης με 20 δενδρύλλια και θερμόμετρα, σε ντουλάπα υπνοδωματίου στα Ιωάννινα με δύο φυτά και ανεμιστήρα, σε εντός οικίας «θερμοκήπιο» με εννέα φυτά στην ευρύτερη περιοχή της Μαγνησίας, σε αποθηκούλα με τρία φυτά στη Μυτιλήνη. Ωστόσο, οι πλέον επαγγελματικές καταστάσεις έχουν εντοπιστεί γύρω από την Αθήνα, όπου φαίνεται να υπάρχει και η μεγαλύτερη κατά κεφαλήν «κατανάλωση».