Μία νύχτα του Οκτωβρίου του 2018, ο Τζον Κατσιματίδης, ο ελληνικής καταγωγής δισεκατομμυριούχος επιχειρηματίας, δειπνούσε στο Cipriani, το πολυτελές ιταλικό εστιατόριο στο Μανχάταν, όταν τυχαία εμφανίστηκε εκεί η κόρη του, Aντρεα. Ο κ. Κατσιματίδης δεν γνώριζε τον άντρα που τη συνόδευε. Η Aντρεα και ο φίλος της κάθισαν σε άλλο τραπέζι και ο πατέρας ζήτησε από έναν σερβιτόρο να τους τραβήξει μία φωτογραφία.
Σύμφωνα με ρεπορτάζ των New York Times, αφού ο σερβιτόρος έδωσε τη φωτογραφία του ζεύγους στον κ. Κατσιματίδη, ο επιχειρηματίας την έβαλε σε μία εφαρμογή αναγνώρισης προσώπων, το Clearview AI, μέσω του κινητού του. Η εταιρεία που έχει αναπτύξει το συγκεκριμένο πρόγραμμα υποστηρίζει ότι διαθέτει μία βάση δεδομένων με τρία δισεκατομμύρια φωτογραφίες που έχει αντλήσει από ιστοσελίδες και μέσα κοινωνικής και επαγγελματικής δικτύωσης, όπως το Facebook, το Twitter και το LinkedIn. Μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα ο κ. Κατσιματίδης έβλεπε μια συλλογή από φωτογραφίες του συνοδού, μαζί με τις διευθύνσεις στο Ιντερνετ, όπου αυτές εμφανίζονταν. Το ραντεβού της κόρης του ήταν ένας επιχειρηματίας από το Σαν Φρανσίσκο που δραστηριοποιούνταν στα επενδυτικά κεφάλαια.
«Ηθελα να βεβαιωθώ ότι δεν ήταν τσαρλατάνος», ανέφερε στην εφημερίδα ο κ. Κατσιματίδης σχετικά με τη χρήση της συγκεκριμένης εφαρμογής. Μέσα σε λίγη ώρα από τη στιγμή που εντόπισε την ταυτότητα του συνοδού, έστειλε το βιογραφικό του στην κόρη του.
Η Αντρεα Κατσιματίδη ανέφερε ότι η ίδια και ο συνοδός της δεν είχαν ιδέα πώς ο πατέρας της τον είχε εντοπίσει τόσο γρήγορα. «Ο πατέρας μου να είναι σε θέση να κάνει τρελά πράγματα. Είναι πολύ ενημερωμένος σε τεχνολογικά θέματα», δήλωσε η Αντρεα. «Ο συνοδός μου εξεπλάγη».
Το πρόγραμμα Clearview ΑΙ ήταν άγνωστο στο ευρύ κοινό μέχρι τον Ιανουάριο, όταν οι New York Times ανέφεραν ότι η μυστικοπαθής εταιρεία που το είχε αναπτύξει βρισκόταν πίσω από ένα επαναστατικό σύστημα αναγνώρισης προσώπου το οποίο χρησιμοποιούσαν εκατοντάδες υπηρεσίες επιβολής του νόμου. Aμεσα υπήρξαν αντιδράσεις: η Facebook, η Google και άλλοι τεχνολογικοί κολοσσοί έλαβαν ασφαλιστικά μέτρα κατά της εταιρείας, ενώ υποβλήθηκαν και αγωγές στα δικαστήρια του Ιλινόι και της Βιρτζίνια. Στην Πολιτεία του Νιου Τζέρσεϊ ο γενικός εισαγγελέας εξέδωσε προσωρινή απόφαση απαγόρευσης χρήσης του προγράμματος.
Από την πλευρά της, η Clearview δημοσίευσε έναν «κώδικα δεοντολογίας», ανακοινώνοντας ότι η τεχνολογία της ήταν «διαθέσιμη μόνο για τις υπηρεσίες επιβολής του νόμου και επιλεγμένους επαγγελματίες από τον χώρο της ασφάλειας για χρήση της ως εργαλείο διερεύνησης». Επιπλέον η εταιρεία ανέφερε ότι αναγνωρίζει πως τα ισχυρά εργαλεία –όπως το λογισμικό αναγνώρισης προσώπου που είχε αναπτύξει- μπορεί να γίνουν εργαλεία κατάχρησης και ότι λαμβάνει πολύ σοβαρά υπόψη της το συγκεκριμένο ενδεχόμενο. «Η εφαρμογή Clearview ενσωματώνει δικλίδες ασφαλείας ώστε οι εκπαιδευμένοι επαγγελματίες να τη χρησιμοποιούν μόνο για τον επιδιωκόμενο σκοπό: τον εντοπισμό των δραστών και των θυμάτων εγκλημάτων».
Και ενώ η εταιρεία πιέζεται νομικά στις ΗΠΑ, πριν από μερικές ημέρες αποκαλύφθηκε ότι έχει ή σκοπεύει να επεκταθεί σε τουλάχιστον 22 ακόμη χώρες, στις οποίες περιλαμβάνεται και η Ελλάδα. Σύμφωνα με έγγραφα που απόκτησε το Buzzfeed, μέσω αιτήματος αποδέσμευσης πληροφοριών στην πολιτεία του Μαϊάμι, φαίνεται ότι τον Νοέμβριο του 2019 η Clearview, σε παρουσίαση στις αστυνομικές αρχές του Βορείου Μαϊάμι, εμφάνισε στοιχεία για την «εξάπλωσή» της σε τέσσερις ηπείρους. Πέρα από την Ελλάδα, ανάμεσα στα κράτη που αναφέρονταν ήταν: Αυστραλία, Καναδάς, Νιγηρία, Κολομβία, Βραζιλία, Ηνωμένο Βασίλειο, Νορβηγία, Σουηδία, Ιταλία, Βέλγιο, Ολλανδία, Ουκρανία και Ρουμανία. Ιδιαίτερο προβληματισμό προκαλούν μάλιστα τα σχέδια της εταιρείας να δραστηριοποιηθεί σε χώρες όπου διαπράττονται παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων, όπως τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, όπου ιστορικά επικρατεί εχθρική αντιμετώπιση πολιτικών αντιφρονούντων, αλλά και στο Κατάρ και τη Δημοκρατία της Σιγκαπούρης, όπου έχει ποινικοποιηθεί η ομοφυλοφυλία.
Οι πληροφορίες ότι η Ελλάδα περιλαμβάνεται στα σχέδια της Clearview προκάλεσαν την αντίδραση της Homo Digitalis, μιας ελληνικής μη κυβερνητικής οργάνωσης στην οποία συμμετέχουν νομικοί και ειδικοί πληροφορικής. Η εν λόγω ΜΚΟ απηύθυνε στις 25 Φεβρουαρίου ανοικτή επιστολή στον υπουργό Προστασίας του Πολίτη Μιχάλη Χρυσοχοΐδη και στον πρόεδρο της Αρχής Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων Κωνσταντίνο Μενουδάκο:
«Η πιθανή εν λόγω χρήση της εφαρμογής αυτής από την ΕΛ.ΑΣ. ή άλλες εθνικές αρχές επιβολής του νόμου θα αποτελούσε σοβαρότατη παρέμβαση και περιορισμό των δικαιωμάτων της προστασίας των προσωπικών δεδομένων και του σεβασμού στην ιδιωτική ζωή, όπως αυτά αναγνωρίζονται στο Σύνταγμα της Ελλάδας, στον Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της ΕΕ και στην Ευρωπαϊκή Σύμβαση για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου. Επομένως, με την παρούσα επιστολή, η Homo Digitalis θα επιθυμούσε να ενημερωθεί εάν διαψεύδετε ή επιβεβαιώνετε τα εν λόγω δημοσιεύματα αναφορικά με την εμπλοκή των αρχών επιβολής του νόμου της Ελληνικής Δημοκρατίας σε συνεργασίες ή/και συζητήσεις για μελλοντικές συνεργασίες με την εταιρεία που αναπτύσσει την εφαρμογή Clearview», αναφερόταν στην επιστολή.
Προς το παρόν η Homo Digitalis δεν έχει λάβει κάποια απάντηση. Λίγο μετά την ανοικτή επιστολή της Homo Digitalis η Clearview παραδέχθηκε ότι υπήρξε διαρροή δεδομένων όσον αφορά τη λίστα πελατών της, γεγονός το οποίο δείχνει ότι υπήρχαν κενά ασφάλειας στο σύστημά της, παρότι διαχειρίζεται προσωπικά δεδομένα.
Στις ΗΠΑ, η νομική συζήτηση γύρω από τις δραστηριότητες της εταιρείας εστιάζεται στο κατά πόσο οι πληροφορίες που εμπορεύεται δίνονται χωρίς τη συγκατάθεση των κατόχων των δεδομένων, δηλαδή των ίδιων των προσώπων που απεικονίζονται στις φωτογραφίες. Δικηγόροι που εκπροσωπούν άτομα που έχουν καταθέσει μηνύσεις κατά της Clearview σημειώνουν ότι το μείζον ζήτημα που εγείρεται είναι αν μια ιδιωτική εταιρεία μπορεί να συγκεντρώνει αρχεία με σκοπό την εκτέλεση βιομετρικών σαρώσεων και την πώληση αυτών των δεδομένων σε κυβερνήσεις.
Ωστόσο, οι New York Times έχουν εντοπίσει πολλά άτομα με ενεργή πρόσβαση στην τεχνολογία της Clearview, τα οποία δεν προέρχονται από αρχές επιβολής του νόμου. Και για περισσότερο από έναν χρόνο, η εφαρμογή χρησιμοποιούνταν ελεύθερα από τους επενδυτές, πελάτες και φίλους της εταιρείας.
Για παράδειγμα, ο Τζον Κατσιματίδης είχε μάθει για την Clearview από τον φίλο του Ρίτσαρντ Σβαρτς, ιδρυτή της εταιρείας, ο οποίος συνεργαζόταν με τον Ρούντολφ Τζουλιάνι επί δημαρχίας του στη Νέα Υόρκη. Το περασμένο καλοκαίρι ο κ. Κατσιματίδης πραγματοποίησε πιλοτική δοκιμή του Clearview σε αλυσίδα καταστημάτων του – χρησιμοποιούσε το λογισμικό για να εντοπίσει γνωστούς «κλέφτες ή ληστές άλλων καταστημάτων», είπε στους New York Times o ελληνικής καταγωγής δισεκατομμυριούχος. «Eκλεβαν τα παγωτά μας. Hταν μεγάλο πρόβλημα», ανέφερε, και περιέγραψε το Clearview ως ένα «καλό σύστημα» που βοήθησε το προσωπικό ασφαλείας να εντοπίσει τους προβληματικούς «πελάτες».
Το BuzzFeed, σε πρόσφατο δημοσίευμά του, ανέφερε ότι το λογισμικό της Clearview έχει χρησιμοποιηθεί από εταιρείες όπως η Macy’s, η Kohl’s, ακόμα και από το NBA!