| CreativeProtagon
Θέματα

Το λένε και οι ξένοι: Το μοντέλο «Μύκονος» δεν αρέσει πια

Ο ξένος Τύπος άρχισε να καταγράφει αυτό που οι Ελληνες ήδη συζητούμε: το εμβληματικό νησί των Κυκλάδων και η συνταγή του απειλείται με απαξίωση. Ο αριθμός των επισκεπτών μειώθηκε κατά το ένα τρίτο, εν μέσω καταγγελιών για εξευτελιστικά ακριβές τιμές και παρανομίες, και ο κίνδυνος της παρακμής ελλοχεύει.
Κική Τριανταφύλλη

Ο αείμνηστος Γιώργος Χατζηγιαννάκης, ίσως ο πιο επιδραστικός Ελληνας στον τομέα της εστίασης και του τουρισμού, ο οποίος έκανε τις ιδέες του πράξη στο εστιατόριό του «Σελήνη» στη Σαντορίνη, δεν έχανε την ευκαιρία να επαναλαμβάνει μια προειδοποίηση: ότι αυτό που μπορεί να έχει πετύχει κάποιος τόπος, για παράδειγμα η Σαντορίνη, η οποία έφτασε να γίνει κορυφαίος τουριστικός προορισμός, μπορεί πολύ εύκολα να γυρίσει ανάποδα και να καταστραφεί.

Πράγματι εδώ και χρόνια, η Μύκονος και η Σαντορίνη κατέχουν μια ξεχωριστή θέση στον παγκόσμιο χάρτη του τουρισμού, κάποιοι, μάλιστα, δεν ξέρουν καν ότι είναι ελληνικά νησιά· τα γνωρίζουν απλώς ως κορυφαίους προορισμούς του διεθνούς τζετ σετ κάπου στη Μεσόγειο. Φαίνεται, όμως, ότι η ώρα της παρακμής, την οποία ο Χατζηγιαννάκης προφήτευσε πολύ καιρό πριν, πλησιάζει, αν δεν είναι ήδη εδώ. Δεν υπάρχουν μόνο ελληνικά δημοσιεύματα που λένε ότι «το Νησί των Ανέμων έχει πουληθεί στον πλούτο και στη χαμηλή αισθητική… Στη Μύκονο αυτή τη στιγμή γίνονται πράγματα που τα βλέπεις σε μαφιόζικη ταινία».

Πουθενά αλλού η Ελλάδα δεν είναι τόσο exclusive (και ακριβή) όσο η Μύκονος, όπου τα τακούνια επώνυμων οίκων χτυπούν σε λιθόστρωτα σοκάκια και η ελάχιστη κατανάλωση σε κοκτέιλ μπαρ, που στεγάζονται σε λιτά ασβεστωμένα κτίρια, αγγίζει τετραψήφια νούμερα, επισημαίνει στην Telegraph η ταξιδιωτική δημοσιογράφος Εμα Μπομόντ. Και εξηγεί γιατί και πώς «τελείωσε ο έρωτάς μας για τη Μύκονο» .

Το κυκλαδίτικο νησί με τους ανεμόμυλους σήμα κατατεθέν του αποτελεί εδώ και καιρό (μαζί με το Σεν Τροπέ και το Μονακό) «χρυσό» προορισμό των πλουσίων και των όμορφων που διασχίζουν τα καλοκαίρια τη Μεσόγειο με τις θαλαμηγούς τους. Ανυπομονώντας να εξυπηρετήσουν αυτό το πλήθος που σβήνει τη δίψα του με σαμπάνια, ξενοδοχειακά συγκροτήματα πέντε αστέρων χρεώνουν πολύ πάνω από 1.000 ευρώ τη βραδιά και, παρά το μικρό μέγεθος του νησιού, δεν λείπουν από αυτό οι μπράντες φιλοξενίας που προσελκύουν διασημότητες· το «Soho House», το «Nobu» και το «Buddha Bar» είναι όλα παρόντα και σωστά, επισημαίνει η Telegraph.

Το βασίλειο (και) των σκαφάτων

Διεθνείς ποδοσφαιριστές συρρέουν, επίσης, όλο και πιο συχνά στη Μύκονο για τις καλοκαιρινές  διακοπές τους. Ο Χάρι Μαγκουάιρ, μάλιστα (σσ: Αγγλος διεθνής ποδοσφαιριστής) πέρασε αξέχαστες στιγμές όταν συνελήφθη νυχτιάτικα έξω από ένα μπαρ επειδή έδειρε ακόμη και έναν αστυνομικό έπειτα από καβγά…

Η φιλοχρηματία έδιωξε το «value for money»

Ωστόσο, υπάρχουν ενδείξεις ότι το κοσμικό νησί που κάποτε αγαπούσε η Τζάκι Ωνάση χάνει τη λάμψη του, γράφει η Εμα Μπομόντ, σημειώνοντας –αναφερόμενη σε δημοσιεύματα του in.gr και τοπικών μέσων– ότι η επισκεψιμότητα σε Μύκονο και Σαντορίνη έχει πέσει, με τις αφίξεις να έχουν μειωθεί φέτος κατά 29% και 22% αντίστοιχα σε σύγκριση με το 2019. Αυτή η πτώση έρχεται σε πλήρη αντίθεση με άλλους ελληνικούς προορισμούς όπως η Ρόδος και η Θεσσαλονίκη, όπου σημειώνεται συνεχής αύξηση του αριθμού των επισκεπτών, λέει.

Τα νέα δεν εκπλήσσουν τη Χάιντι Φούλερ-Λαβ, επίσης δημοσιογράφο της Telegraph Travel, που ειδικεύεται στην Ελλάδα: «Η Μύκονος μπορεί να ήταν μαγική πριν από αρκετές δεκαετίες», λέει, «αλλά αυτές τις ημέρες πολλοί Ελληνες (και συνεχώς όλο και περισσότεροι ξένοι ταξιδιώτες) την αντιλαμβάνονται σαν μια σκοτεινή παγίδα για το χρήμα».

Η Φούλερ-Λαβ επισημαίνει το πολυσυζητημένο εστιατόριο «DK Oyster», όπου οι πελάτες παραπονιούνται συστηματικά για τις εξωφρενικές τιμές. Πέρυσι το καλοκαίρι, δύο τουρίστες ισχυρίστηκαν ότι χρεώθηκαν 600 ευρώ για δύο smoothies και μια αστακομακαρονάδα, ενώ άλλοι είπαν ότι έπρεπε να πληρώσουν 200 ευρώ για ένα πιάτο πατατάκια. Λέγεται, μάλιστα, ότι οι ντόπιοι οδηγοί ταξί προειδοποιούν τους επισκέπτες να αποφεύγουν αυτό το πολυτελές εστιατόριο στον Πλατύ Γιαλό, που αυτή τη στιγμή κατέχει τη θλιβερή βαθμολογία των δύο αστέρων στο Tripadvisor. Ο ιδιοκτήτης του Δημήτρης Καλαμαράς, εν τω μεταξύ, υπερασπίστηκε τις τιμές του, λέγοντας στην Telegraph ότι είναι απλώς «πέραν του προϋπολογισμού» ορισμένων επισκεπτών.

«Η Μύκονος πληρώνει τη φιλοχρηματία της», καταλήγει η Χάιντι Φούλερ-Λαβ, σημειώνοντας ότι «γειτονικά κυκλαδίτικα νησιά, όπως η Πάρος, έχουν πολλές επιλογές για νυχτερινή ζωή, με το μισό κόστος» (σσ: η οποία πάντως εμφανίζει τάσεις να κλείσει με τη Μύκονο την ψαλίδα της… ακρίβειας) .

Πρόσφατα, εξάλλου, το hotspot του Αιγαίου έγινε πρωτοσέλιδο για λάθος λόγους, προσθέτει στην Telegraph η Εμα Μπομόντ, αναφερόμενη στα ρεπορτάζ για κατασκευαστική φρενίτιδα και τις παράνομες οικοδομές που ξεφυτρώνουν παντού, καθώς οι εργολάβοι προσπαθούν να απαλλάξουν τους υπερπλούσιους από τα μετρητά τους· και αναφέρεται ειδικά στο «μαφιόζικο χτύπημα» όπως αποκάλεσε ο Σύλλογος Ελλήνων Αρχαιολόγων (ΣΕΑ) τον άγριο ξυλοδαρμό που υπέστη ο Μανώλης Ψαρρός, υπάλληλος της Εφορείας Αρχαιοτήτων Κυκλάδων, επιφορτισμένος με την έκδοση οικοδομικών αδειών στο νησί.

Η παρακμή θα μπορούσε, βέβαια, να είναι απλώς οικονομικό ζήτημα. Καθώς η κρίση του κόστους ζωής συνεχίζεται, η ταξιδιωτική εταιρεία Thomas Cook παραδέχεται ότι παρατηρείται μειωμένο ενδιαφέρον για «διάσημους ακριβούς προορισμούς, συμπεριλαμβανομένης της Μυκόνου», με τις κρατήσεις σε φθηνότερα μέρη όπως το Λορέτ Ντε Μαρ στην Καταλονία να αυξάνονται. Η EasyJet έχει, επίσης, παρατηρήσει αυξημένη ζήτηση για προορισμούς όπως η Τυνησία και το Μαρόκο, όπου οι διακοπές all inclusive προσφέρονται συχνά στη μισή τιμή σε σχέση με άλλους κλασικούς προορισμούς στη Μεσόγειο.

Ακόμη, ο Θανάσης Μούγιος από την εταιρεία πολυτελών καταλυμάτων Kinglike Concierge, η οποία διαθέτει περισσότερα από 300 ακίνητα στη Μύκονο, παραδέχεται στην Telegraph ότι οι φετινές κρατήσεις για βίλες είναι μειωμένες σε σύγκριση με το 2022: «Σε ό,τι αφορά το πρακτορείο μου, η μέση τιμή κράτησης έχει αυξηθεί αλλά ο αριθμός των κρατήσεων έχει μειωθεί. Αυτό με κάνει να πιστεύω ότι μόνο οι ταξιδιώτες ανωτέρου επιπέδου μπορούν να αντέξουν οικονομικά το κόστος του νησιού, εν μέσω εξαιρετικά υψηλών ποσοστών πληθωρισμού», λέει.

Ωστόσο, εκτός από το «value for money», πέρα από τους διάσημους προορισμούς οι πολυταξιδεμένοι τουρίστες αναζητούν άλλα μέρη όχι τόσο γνωστά. Πάρτε ως παράδειγμα τη Σύρο (που είναι κοντά στη Μύκονο)· αφού αγνοήθηκε σε μεγάλο βαθμό από τους τουρίστες για δεκαετίες, πρόσφατα είδε αύξηση του αριθμού των επισκεπτών της. Το Intrepid Travel, που πραγματοποιεί εξαιρετικά δημοφιλή ιστιοπλοϊκά ταξίδια για μικρές ομάδες αποκαλεί τη Σύρο, «η πραγματική Ελλάδα».

Η Οάνα Αριστείδη, ιδιοκτήτρια μαζί με την αδελφή της, Τζάσμιν, του boutique hotel «Aristide», που άνοιξε πρόσφατα στη Σύρο, λέει στην Telegraph ότι οι πελάτες της «αναζητούν εμπειρίες που τους επιτρέπουν να συναντήσουν ντόπιους παραγωγούς και κατοίκους στο νησί, αντί να περιτριγυρίζονται από πάρα πολλούς τουρίστες». Γι’ αυτό, διοργανώνει κάθε εβδομάδα γεύματα πικνίκ στο λεμονοδάσος ενός κοντινού βιολογικού αγροκτήματος, όπου οι επισκέπτες μπορούν να «αναμειχθούν με τους ντόπιους και να απολαύσουν νόστιμο κυκλαδίτικο φαγητό». (Να σημειωθεί ότι η ιστορία του «Aristide», της Οάνα Αριστείδη και της οικογένειάς της –πρόσφυγες από τη Ρουμανία στη Σουηδία, με έλληνα παππού– δημοσιεύτηκε στους Financial Times λίγους μήνες μετά το άνοιγμα του ξενοδοχείου).

Και όμως, λύσεις υπάρχουν

Πίσω στη Μύκονο, κάποιοι από τον τουριστικό κλάδο αναζητούν λύσεις. Σύμφωνα με τον Θανάση Μούγιο, υπάρχουν πολλά μέτρα που θα μπορούσε να εφαρμόσει το νησί για να κερδίσει ξανά τους παραθεριστές, κυρίως σε σχέση με τη βελτίωση των υποδομών: «Προβλήματα όπως η έλλειψη νερού και ηλεκτρικού ρεύματος, η αργή σύνδεση Wi-Fi, οι κακοσυντηρημένοι δρόμοι, η κυκλοφοριακή συμφόρηση, τα σκουπίδια και οι διαρρήξεις θα πρέπει να πάψουν να υπάρχουν», τονίζει στην Telegraph.

Προσθέτει επίσης ότι οι τοπικές επιχειρήσεις πρέπει να σταματήσουν να αυξάνουν τις τιμές: «Ιδανικά θα έπρεπε να τις μειώσουν. Οι ταξιδιώτες από όλο τον κόσμο διαμαρτύρονται συνεχώς ότι η Μύκονος είναι εξαιρετικά ακριβή, ειδικά το φαγητό και τα ποτά δίπλα στη θάλασσα. Και ταυτόχρονα, ό,τι προσφέρουν θα πρέπει να είναι τέλειο και τίποτα λιγότερο».

Η Τζάκι Κένεντι, όντας ήδη Πρώτη Κυρία των ΗΠΑ, επισκέφθηκε τη Μύκονο το 1961. Εδώ, ο τοπικός λιμενάρχης, της συστήνει τη μασκότ του νησιού, τον «Πέτρο» τον πελεκάνο (Photo by: SeM/Universal Images Group via Getty Images)

Αλλοι, πάλι, πιστεύουν ότι για να σταματήσει η πιθανή αιμορραγία του αριθμού των επισκεπτών απαιτείται ποικιλομορφία στις τιμές· σε τελική ανάλυση, δεν υπάρχουν τόσο πολλοί δισεκατομμυριούχοι που καπνίζουν πούρα και είναι πρόθυμοι να πληρώνουν όσο όσο.

Γεγονός είναι, πάντως, ότι υπάρχουν ήδη κάποια σημάδια αλλαγής. Ξενοδοχεία που εγκαινιάστηκαν πρόσφατα –αν και ως επί το πλείστον εξακολουθούν να είναι εξαιρετικά υψηλής ποιότητας–, είναι λιγότερο επιδεικτικά και επιθυμούν να τονίσουν μια πιο ρουστίκ πλευρά του νησιού. Το «Kalesma», για παράδειγμα, θυμίζει παραδοσιακό μυκονιάτικο χωριό και τα δωμάτιά του είναι επιπλωμένα με αντικείμενα από ντόπιους τεχνίτες. Το ξενοδοχείο έχει, μάλιστα, δεσμευτεί να στραφεί σε 100% βιώσιμες πηγές ενέργειας έως τον Οκτώβριο του 2024.

Βέβαια, όσοι πρόκειται να ταξιδέψουν στη Μύκονο αυτό το καλοκαίρι δεν πρέπει να περιμένουν να αντικρίσουν μια πόλη-φάντασμα, καταλήγει η Εμα Μπομόντ στο άρθρο της στην Telegraph. Τα κλαμπ και τα beach bars θα είναι γεμάτα, αλλά ίσως με λίγο περισσότερο χώρο για να ανασαίνει κανείς. Θα υπάρχουν πάντα αυτοί που θα ανοίγουν σαμπάνιες εφετζίδικα (κουνώντας τις προηγουμένως για να γίνει σωστά ο ψεκασμός…) και θα αγαπούν τις επώνυμες ετικέτες, η πολυτέλεια, όμως, ορίζεται όλο και περισσότερο με άλλους όρους, όπως exclusive εμπειρίες ή πρόσβαση σε ανέγγιχτη φύση· και υπάρχει μια αίσθηση ότι το νησί πρέπει να πάει προς αυτή την κατεύθυνση.

Ισως η μακροπρόθεσμη στρατηγική που χρειάζεται η Μύκονος, είναι να γυρίσει πίσω το ρολόι με όραμα τη διακριτική κομψότητα της Τζάκι Ωνάση και όχι την αυθάδη λάμψη των Καρντάσιαν, που επισκέπτονται συχνά πυκνά το νησί τα τελευταία χρόνια,  προειδοποιεί η βρετανική εφημερίδα η οποία, σημειωτέον, έχει ισχυρή επιρροή στο βρετανικό ταξιδιωτικό κοινό