Και λέω εκ του μακρόθεν γιατί δεν είναι και τόσο συχνές οι φορές που μπορεί να συναντήσεις μία Chiron στη ζωή σου. Πόσο μάλλον στους ελληνικούς δρόμους. Επίσης πόσο μάλλον την «ανοιχτή» εκδοχή της, τη νέα Mistral που μόλις παρουσιάστηκε. Πήρε το όνομά της από τον ομώνυμο άνεμο που φυσά στον ποταμό Ρον, στη Γαλλία. Για την ακρίβεια, ο μεγαλοπρεπής αυτός «κύριος» περνά και από Ελβετία μεριά, ανεβαίνει στις Άλπεις και εκτονώνεται στη Λίμνη της Γενεύης και τη νοτιοανατολική Γαλλία πριν ρίξει όλα τα υγρά του στη Μεσόγειο. Μιστράλ, αν θυμάμαι καλά, λέγανε και κάτι αγωνιστικά ποδήλατα που ζαχαρώναμε μικροί. Το βαφτιστικό, προφανώς, υπονοούσε το ίδιο: πηγαίνεις γρήγορα, σαν τον άνεμο.
Και πώς, δηλαδή, να μην πηγαίνεις fucking fast με τη Mistral που αποδίδει 1.600 ίππους; Όπως λέει και ο τίτλος, αυτό είναι το ταχύτερο roadster στον πλανήτη. Δύσκολα θα μπορούσε να κλείσει διαφορετικά την καριέρα του αυτός ο φαραωνικός κινητήρας της Bugatti. Σε μια εποχή που υμνεί το downsizing, τη συρρίκνωση των κυβικών εκατοστών, και, γενικώς, το μάζεμα (που λέει και ο Μακρόν), δεκαέξι κύλινδροι -ναι, τόσους διαθέτει ο W16- είναι μία ωδή στο ατελείωτο. Κάποια 8.000 κυβικά, 4 τούρμπο, επιδόσεις που τη θέτουν σε άλλο επίπεδο και άπειρο χρήμα κρύβονται πίσω από κάθε Μistral.
Θυμάμαι ακόμα όταν πρωτοείδα την πρώτη Bugatti, τη Veyron, σε μια γκαλερί στο Βερολίνο. Ο κόσμος χάζευε αυτό το σχήμα αεροδυναμικής μπουρμπουλίθρας. Πίσω από τους επιβάτες ήταν διαφανής ένας κινητήρας που μέτραγε κυλίνδρους σα στραγάλια. Ήταν σα να ‘χε κατέβει από το διάστημα. Το ίδιο πάτερν ακολούθησε η Bugatti και με τη Chiron. Το ίδιο, ίσως ακόμα πιο εντυπωσιακά, συντηρεί με τη Mistral. Όσοι είχαν την τύχη να την οδηγήσουν -και δεν ανήκω σ’ αυτήν την κάστα- μιλούν για μια ανεξάντλητη παροχή μίξη αέρα και καυσίμου που σε σπρώχνει πιο γρήγορα απ΄οτιδήποτε άλλο στο φράγμα ακατάληπτων χιλιομέτρων. Για να ‘μαι ακριβής, η «κλειστή» εκδοχή της, η Chiron, έχει αγκαζέ, εδώ και μερικά χρόνια, το 2019, σε μια πίστα στην Κάτω Σαξονία της Γερμανίας, τον τίτλο του πρώτου υπεραυτοκινήτου που έπιασε -κρατηθείτε- τα 490,484 χλμ/ώ. Το νούμερο είναι τρελό. Και πού να το πιάσεις, δηλαδή; Και με σώας τας φρένας; Ρητορικό το ερώτημα.
Άλλωστε, όπως είχε πει ο τότε πρόεδρος της εταιρείας, Στέφαν Βίνκελμαν, αυτός ο τύπος που μοιάζει περισσότερο με εκλεπτυσμένο ζεν πρεμιέ (στα ψιλογεράματα), «έχουμε αποδείξει πολλές φορές πως κατασκευάζουμε τα ταχύτερα αυτοκίνητα στον πλανήτη. Πλέον, θα αποσυρθούμε από τον ανταγωνισμό τού ποιος φτιάχνει τα γρηγορότερα και θα ασχοληθούμε με άλλους τομείς».
Αυτή, λοιπόν, είναι η παρακαταθήκη της Mistral και του W16. Βέβαια, η αλήθεια είναι πως ο ηγεμονικός κινητήρας δεν έχει αποκτήσει την άμεση ταύτιση ενός V12 με μια Ferrari ή ενός flat-six μιας Porsche. Kαι επίσης αλήθεια είναι πως έχει φορεθεί και από τη Bentley. Άλλωστε, και οι δύο αφρόκρεμες του ομίλου, τόσο η Bugatti όσο και η Bentley, ανήκουν στην ίδια «μαμά» εταιρεία που δεν είναι άλλη από τη Volkswagen – για την οποία θέλω να γράψω μερικές αράδες κάποια στιγμή, επί του γενικότερου και όχι με αφορμή κάποιο μοντέλο.
Μ’ αυτά και με εκείνα, τότε, γύρω στο 2005, στο Βερολίνο λεγόταν και γραφόταν πως η VW δεν έβγαζε φράγκο από τη Veyron. Μέσα έμπαινε. Ήταν τόσο ακριβό το πρότζεκτ, τόσο εξωτικά τα υλικά, τόσο κοστοβόρα η έρευνα και εξέλιξή της που ακόμα και το ταμπελάκι με το 1,1 εκατομμύριο δολάρια που κόστιζε τότε δεν έφτανε για να βάλει χρήμα στο ταμείο. Τι ήταν, τότε; Μία εξωφρενική κίνηση ισχύος, κύρους και ευρωπαϊκής παντοδυναμίας. «Τη φτιάχνουμε γιατί μπορούμε», ίσως να ‘ταν η τελική ατάκα στα κεντρικά της εταιρείας. Τι σκόπιμη ειρωνία… Αυτό που ξεκίνησε ως «αυτοκίνητο του λαού», κυριολεκτικά το volks-wagen, να μπορεί να φτιάχνει το αυτοκίνητο που ελάχιστοι στον πλανήτη μπορούν να αγοράσουν. Πόσο μάλλον να δουν από κοντά στην κατακαημένη ελληνική άσφαλτο.