Για τους Ρεπουμπλικανούς το φάσμα μιας υποστήριξης της υποψηφιότητας του Τζο Μπάιντεν από την Τέιλορ Σουίφτ, όπως συνέβη ήδη το 2020, κατέστη ακόμη πιο απειλητικό το βράδυ της Κυριακής (ξημερώματα Δευτέρας, ώρας Ελλάδας) στο Λας Βέγκας, μετά την κατάκτηση του Super Bowl από τους Kansas City Chiefs, για δεύτερη συναπτή χρονιά, με τη φανέλα των οποίων αγωνίζεται και ο Τράβις Κελς: το φινάλε ήταν πραγματικά χολιγουντιανό, με την Τέιλορ Σουίφτ να φιλάει παθιασμένα τον πρωταθλητή σύντροφό της μετά το τέλος του αγώνα, περιτριγυρισμένη από σωματοφύλακες, οπαδούς της ομάδας και, φυσικά, κάμερες και φωτογράφους που απαθανάτισαν τη σκηνή που σχεδόν επισκίασε το αθλητικό σκέλος του δημοφιλέστερου τηλεοπτικού θεάματος της χρονιάς στις ΗΠΑ.
Σχολιάζοντας το γεγονός και τις αντιδράσεις που προκάλεσε μεταξύ των Ρεπουμπλικανών, ορισμένοι εκ των οποίων έκαναν λόγο όχι μόνο για «στημένη» σχέση αλλά και για «στημένο» ματς, ο Μάσιμο Γκάτζι, ανταποκριτής της ιταλικής Corriere della Sera, γράφει ότι θα επιστρέψουν οι προειδοποιήσεις τύπου «πρόσεξε, θα χάσεις τους μισούς θαυμαστές σου» ή «ασχολήσου με τη μουσική σου και μην μπλέκεις με την πολιτική», όπως προέτρεψε πρόσφατα την υπερδημοφιλή τραγουδίστρια η Τζανίν Πίρο, πρώην δικαστής και εισαγγελέας στην πολιτεία της Νέας Υόρκης και νυν σταρ του Fox News αλλά και ο ίδιος ο Ντόναλντ Τραμπ.
Το ότι η Τέιλορ Σουίφτ σκέφτεται, όντως, να μη χάσει πολλούς από τους πάμπολλους θαυμαστές της (αρέσει στο σχεδόν 60% των Αμερικανών, αναφέρει ο ιταλός δημοσιογράφος) υποστηρίζοντας ανοιχτά την επανεκλογή του Τζον Μπάιντεν, το καταδεικνύει το γεγονός ότι επίσημα δεν έχει πάρει ακόμη θέση. «Αλλά δεν της είναι εύκολο ούτε να απέχει», γράφει ο Μάσιμο Γκάτζι.
Οταν το 2016 επέλεξε να μην εμπλακεί στην προεκλογική εκστρατεία, κατάληξη της οποίας ήταν, τελικά, η εκλογή του Ντόναλντ Τραμπ, επικρίθηκε έντονα από μερίδα Δημοκρατικών οι οποίοι την κατηγόρησαν για δειλία, επειδή δεν ύψωσε τη φωνή της εναντίον του τέως προέδρου των ΗΠΑ.
Ενόψει, όμως, των προεδρικών εκλογών του 2020, υποστήριξε, τελικά, ανοιχτά τον Τζον Μπάιντεν. Και στην παρούσα φάση, για να προσφέρει εκ νέου μια χείρα βοηθείας στον αμερικανό πρόεδρο που διεκδικεί την επανεκλογή του, η Τέιλορ Σουίφτ δεν χρειάζεται απαραίτητα να ανέβει στη σκηνή στις συγκεντρώσεις του και να τραγουδήσει, όπως έκαναν ο Μπρους Σπρίνγκστιν και ο Στίβι Γουόντερ με τον Μπαράκ Ομπάμα.
Μπορεί επίσης να βοηθήσει με έναν άλλο τρόπο: «Θέτοντας στη διάθεση της προεδρικής εκστρατείας τον τεράστιο θησαυρό της δεδομένων, δηλαδή τα προφίλ όλων όσοι την ακολουθούν», γράφει ο ιταλός ανταποκριτής, εξηγώντας ότι αυτόν τον τεράστιο όγκο δεδομένων, οι ειδικοί της προεκλογικής εκστρατείας του Τζο Μπάιντεν μπορούν να τον αξιοποιήσουν «μέσω των τεχνικών του microtargeting, που χρησιμοποιούνται για τον εντοπισμό των ενδιαφερόντων, των φόβων, των παθών και των τρωτών σημείων πολλών καταναλωτών, ακόμη και ψηφοφόρων».
Σε αυτό το πεδίο η Τέιλορ Σουίφτ είναι «υπερδύναμη», όπως αναφέρει χαρακτηριστικά ο Μάσιμο Γκάτζι: «Διαθέτει δεδομένα των 279 εκατομμύρια ακολούθων της στο Instagram, γνωρίζει ποιοι είναι και πόσα ξόδεψαν τα 4,3 εκατομμύρια Αμερικανοί που αγόρασαν εισιτήρια για τις συναυλίες της το 2023 και όσοι έχουν ήδη ξοδέψει 1 δισ. δολάρια για την προγραμματισμένη για φέτος περιοδεία της. Επιπλέον υπάρχουν τα στοιχεία για τις λήψεις μουσικών κομματιών της και τα δεδομένα για merchandising (ποιοι αγόρασαν μπλουζάκια και φούτερ, ακόμη και τα νούμερα)», συνοψίζει ο δημοσιογράφος της Corriere.
Οσον αφορά το κοινό της Τέιλορ Σουίφτ, έρευνες το περιγράφουν ήδη ως διαγενεακό (22% στην ηλικιακή ομάδα 18-29, 39% στους από 30 έως 49 ετών, επίσης 22% μεταξύ των 50 έως και 64 ετών και 16% μεταξύ των μεγαλύτερης ηλικίας). Το κοινό της Τέιλορ Σουίφτ είναι επίσης λαϊκό, καθώς το 46% έχει εισόδημα κάτω των 50.000 δολαρίων τον χρόνο. Μεταξύ των φανατικών θαυμαστών της τραγουδίστριας επικρατούν οι γυναίκες (61,5%) ενώ όσον αφορά τις πολιτικές προτιμήσεις τους, μοιράζονται λίγο πολύ εξίσου μεταξύ Δημοκρατικών και Ρεπουμπλικανών.