Το Ισραήλ περιλαμβάνεται στους χάρτες και τις λίστες των χωρών με πυρηνικά (μαζί με ΗΠΑ, Ρωσία, Βρετανία, Γαλλία, Κίνα, Ινδία, Πακιστάν και Βόρεια Κορέα) αλλά δεν μιλάει γι' αυτό. | Shutterstock
Θέματα

Το Ισραήλ έχει πυρηνικά. Οι ΗΠΑ γιατί δεν το λένε;

Με άρθρο-παρέμβαση η Washington Post σημειώνει ότι το Τελ Αβίβ παραδέχτηκε εμμέσως αυτό που όλοι γνωρίζουν προσθέτοντας ότι είναι καιρός οι Ηνωμένες Πολιτείες να πουν όλη την αλήθεια για τα ισραηλινά πυρηνικά όπλα - Η προϊστορία και το πώς η σιωπή εκτιμάται ότι ευνοεί (μεταξύ άλλων) την Τουρκία να αναπτύξει ανάλογες φιλοδοξίες
Protagon Team

Με ένα άρθρο – παρέμβαση που φέρει βαριές υπογραφές η Washington Post υποστηρίζει ότι Ηνωμένες Πολιτείες θα πρέπει να σταματήσουν να κρύβονται πίσω από τα δάχτυλό τους για τα πυρηνικά όπλα του Ισραήλ και να πουν όλη την αλήθεια. Γιατί όμως δεν το έχουν κάνει μέχρι σήμερα; Η ιστορία έχει παρελθόν…

Το εν λόγω άρθρο συνυπογράφουν ο Γουίλιαμ Μπερ, ανώτερος αναλυτής στο Αρχείο Εθνικής Ασφάλειας του Πανεπιστημίου George Washington, ο Ρίτσαρντ Λόουλες, πρώην αξιωματούχος της CIA και πρώην βοηθός υπουργός Αμυνας για θέματα Ασίας και Ειρηνικού και ο Χένρι Σοκόλσκι, εκτελεστικός διευθυντής του Κέντρο Εκπαίδευσης για την Πολιτική μη Διάδοσης των Πυρηνικών Οπλων (NPEC).

Η αρχική τους παρατήρηση είναι ότι ο πόλεμος Ισραήλ-Χαμάς σφράγισε ένα ορόσημο από την πλευρά του Τελ Αβίβ. Ενας υπουργός της κυβέρνησης και ένα μέλος του κοινοβουλίου όχι απλώς αναφέρθηκαν δημόσια στην κατοχή πυρηνικών όπλων από το Ισραήλ αλλά πρότειναν και να πυροδοτηθούν πάνω από τη Γάζα:

—Στις αρχές Νοεμβρίου, ο ακροδεξιός υπουργός Ισραηλινής Κληρονομιάς Αμιτσάι Ελιγιάχου δήλωσε σε ραδιοφωνική του συνέντευξη ότι δεν ήταν απολύτως ικανοποιημένος με το εύρος των ισραηλινών αντιποίνων στη Γάζα, μετά την πολύνεκρη επίθεση της Χαμάς στο νότιο Ισραήλ στις 7 Οκτωβρίου. Κληθείς να απαντήσει εάν η λύση για τον ίδιο θα ήταν να ριφθεί «κάποιου είδους πυρηνική βόμβα σε όλη τη Λωρίδα της Γάζας, να την ισοπεδώσει και να σκοτώσει όλο τον κόσμο», ο υπουργός απάντησε: «είναι μία πιθανή επιλογή»…

Την δήλωση αυτή προσπάθησε να «μαζέψει» το γραφείο του ισραηλινού πρωθυπουργού Μπενιαμίν Νετανιάχου εκδίδοντας ανακοίνωση με την οποία έκανε λόγο για δηλώσεις που δεν έχουν «καμία σχέση με την πραγματικότητα». Και τον απέκλεισε μέχρι νεωτέρας από τις συνεδριάσεις του υπουργικού συμβουλίου. Στη συνέχεια, ο ίδιος ο Ελιγιάχου διευκρίνισε στην πλατφόρμα Χ (πρώην Twitter) ότι η δήλωσή του για τα πυρηνικά όπλα είχε «μεταφορική σημασία». Γιατί όμως αυτές οι (αυτο)διαψεύσεις για κάτι τόσο γνωστό; Διότι το Ισραήλ παρότι κατέχει πυρηνικά, επισήμως δεν το επιβεβαιώνει.

Οι πύραυλοι Jericho και η ιστορία τους

—«Εκτός γραμμής» και σε πολύ επιθετικούς τόνους βρέθηκε κι ένα μέλος της Κνεσέτ, του ισραηλινού κοινοβουλίου. Η βουλευτής του κόμματος Λικούντ (του Νετανιάχου), Ρεβιτάλ «Τάλι» Γκότλιβ, ζήτησε μέσω του X (πρώην Twitter) τη χρήση πυρηνικών πυραύλων πριν από τη χερσαία εισβολή του Ισραήλ στη Γάζα.

Η ισραηλινή βουλευτής Τάλι Γκότλιβ ανέφερε και τον τύπο των πυραύλων που επιθυμούσε να χρησιμοποιηθούν (Credit: knesset.gov.il)

«Πύραυλος Jericho! Πύραυλος Jericho! Στρατηγικός συναγερμός. Πριν εξετάσετε την αποστολή δυνάμεων, όπλο της Ημέρας της Κρίσεως! Αυτή είναι η γνώμη μου» έγραψε σε ανάρτησή της. «Σας προτρέπω να κάνετε τα πάντα και να χρησιμοποιήσετε τα όπλα της Ημέρας της Κρίσεως (doomsday) άφοβα εναντίον των εχθρών μας» σημείωσε σε άλλη ανάρτηση, προσθέτοντας ότι το Ισραήλ «πρέπει να χρησιμοποιήσει ό,τι έχει στο οπλοστάσιό του». 

Σύμφωνα με το Newsweek, η Γκότλιβ αναφέρθηκε συγκεκριμένα στους πυραύλους Jericho, το αρχικό πρόγραμμα βαλλιστικών πυραύλων του Ισραήλ που αναπτύχθηκε τη δεκαετία του 1960 και πήρε το όνομά του από την πόλη της Βίβλου. Παρότι το πρόγραμμα διαμορφώθηκε μαζί με τη γαλλική αεροδιαστημική εταιρεία Dassault, η Γαλλία αποσύρθηκε το 1969. Το Ισραήλ διατήρησε το σύστημα και είχε έτοιμο το μοντέλο Jericho-1, στερεών καυσίμων, το 1973 κατά τη διάρκεια του πολέμου του Γιομ Κιπούρ.

Σήμερα, ο πύραυλος Jericho-3 φέρεται να είναι εξοπλισμένος με πυρηνική κεφαλή βάρους 750 κιλών και να έχει βεληνεκές 4.800 έως 6.500 χιλιομέτρων.

Στην Ουάσιγκτον, σημειώνουν οι τρεις ειδικοί στην Washington Post, παρότι έχουμε πια ημι-επίσημες παραδοχές την κατοχής πυρηνικών από ισραηλινούς αξιωματούχους, ένα παλιό και μυστικό εκτελεστικό διάταγμα του προέδρου των ΗΠΑ απαγορεύει ακόμη στους αμερικανούς αξιωματούχους να αναγνωρίσουν ότι το Ισραήλ διαθέτει πυρηνικά όπλα.

«Δεδομένων των αυξανόμενων κινδύνων διάδοσης των πυρηνικών όπλων -και ακόμη χειρότερα, της χρήσης τους- η συνέχιση αυτής της αυτολογοκρισίας σχετικά με το πυρηνικό οπλοστάσιο του Ισραήλ δεν είναι απλώς παράξενη, είναι επιβλαβής», τονίζουν οι συνυπογράφοντες το κείμενο.

«Ενας από εμάς (σ.σ.: ο Γουίλιαμ Μπερ) διευθύνει ένα ερευνητικό κέντρο εθνικής ασφάλειας που τον περασμένο μήνα διεξήγαγε ένα μη διαβαθμισμένο πυρηνικό πολεμικό σενάριο σύγκρουσης Ισραήλ-Ιράν» συνεχίζουν, και παρουσιάζουν όσα προέκυψαν από αυτή τη θεωρητική άσκηση:

—Το Ισραήλ εκτόξευσε πυρηνικά όπλα εναντίον του Ιράν (σ.σ.: που προετοιμάζει αλλά φέρεται να μην διαθέτει ακόμη πυρηνικά) δύο φορές, χρησιμοποιώντας συνολικά 51 όπλα. Το Ιράν απάντησε σύμφωνα με το σενάριο της ανάφλεξης με ένα δικό του πυρηνικό χτύπημα. Παραδόξως, οι στρατηγικές αβεβαιότητες που ακολούθησαν την ανταλλαγή πυρηνικών χτυπημάτων ήταν μεγαλύτερες από εκείνες που προηγήθηκαν, τονίζουν οι αναλυτές.

—Οι ερωτήσεις που τέθηκαν ήταν:

Κανένας από τους συμμετέχοντες στην άσκηση δεν ήταν σίγουρος ότι θα μπορούσε να απαντήσει σε οποιοδήποτε από αυτά τα ερωτήματα. Ετσι, στο άρθρο της Washington Post σημειώνεται πως «ένας από τους καλύτερους τρόπους για να αποσαφηνιστούν αυτά τα ζητήματα είναι οι αμερικανοί και ισραηλινοί εμπειρογνώμονες και αξιωματούχοι να “κρυφοκοιτάξουν” στο μέλλον ξετυλίγοντας τα διάφορα σενάρια πυρηνικού πολέμου». Να προσπαθήσουν, δηλαδή, να προβλέψουν τι θα μπορούσε να συμβεί.

Ωστόσο εδώ υπάρχει ένα πρόβλημα. Η πολιτική των ΗΠΑ απαγορεύει στην πράξη κάτι τέτοιο. Η αιτία είναι μια γραμμή στρατηγικής που υιοθετήθηκε πριν από μισό αιώνα και η οποία απαγορεύει ακόμη και στους υπαλλήλους των ΗΠΑ που έχουν την άδεια για την πρόσβαση σε διαβαθμισμένες πληροφορίες να παραδεχτούν ανοιχτά ότι το Ισραήλ διαθέτει πυρηνικά όπλα.

«Στα τέλη της δεκαετίας του 1960 και τη δεκαετία του 1970, αυτό μπορεί να είχε νόημα: Το τελευταίο πράγμα που ήθελαν η Ουάσινγκτον ή το Τελ Αβίβ ήταν να παρακινήσουν τους Σοβιετικούς να μοιραστούν πυρηνικά όπλα ή τεχνολογία με την Αίγυπτο ή τη Συρία για να “εξισορροπήσουν” τα όποια πυρηνικά όπλα διέθετε το Ισραήλ», σχολιάζουν οι τρεις ειδικοί στην Washington Post.

Στη συνέχεια, μετά την κατάρρευση της Σοβιετικής Ενωσης και την πτώση του Τείχους του Βερολίνου, αντί να αλλάξει αυτή τη γραμμή, η Ουάσινγκτον επέτεινε τη στάση του «δεν είδα τίποτα, δεν άκουσα τίποτα», εν μέρει, λένε οι αρθρογράφοι, λόγω της ισραηλινής πίεσης.

Το Ισραήλ απαίτησε από τον πρόεδρο Μπιλ Κλίντον αλλά και κάθε επόμενο αμερικανό πρόεδρο να δεσμευτούν σε μια μυστική συμφωνία που έλεγε ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν θα πιέσουν το εβραϊκό κράτος να εγκαταλείψει τα πυρηνικά του όπλα όσο συνεχίζει να αντιμετωπίζει υπαρξιακές απειλές.

Οταν εγκαινιάστηκε αυτή η πρακτική, σημειώνεται στο δημοσίευμα της Washington Post, ο Λευκός Οίκος εξέδωσε έναν κανονισμό ο οποίος απειλεί τους νυν αλλά και τους πρώην κυβερνητικούς υπαλλήλους με πειθαρχικά μέτρα, συμπεριλαμβανομένης της απόλυσης, εάν αναγνωρίσουν δημοσίως ότι το Ισραήλ διαθέτει πυρηνικά. Μέχρι στιγμής, ο κανονισμός αυτός δεν έχει δημοσιοποιηθεί.

Οι Μπερ, Λόουλες και Σοκόλσκι υποστηρίζουν ωστόσο ότι μετά τις πρόσφατες και δημόσιες ρητορικές εξάρσεις των ισραηλινών αξιωματούχων για τη χρήση πυρηνικών όπλων στη Γάζα, το όποιο πιθανό όφελος θα μπορούσε να έχει η πολιτική της διάψευσης έχει εξανεμιστεί. «Η διατήρησή της θα κάνει τα πράγματα μόνο χειρότερα», λένε.

Λογοκρισία σε πρώην αξιωματούχο της CIA 

«Ενας από εμάς (σ.σ.: ο Ρίτσαρντ Λόουλες) υπήρξε αξιωματούχος της CIA ο οποίος συνέβαλε στο να σταματήσει η Νότια Κορέα την πορεία της για να αποκτήσει πυρηνικά όπλα και μόλις δημοσίευσε ένα βιβλίο, με τίτλο «Hunting Nukes», στο οποίο περιγράφει λεπτομερώς αυτή και άλλες προσπάθειες μη διάδοσης των πυρηνικών. Αφού όμως η επιτροπή αξιολόγησης της CIA ενέκρινε τη δημοσίευση του βιβλίου, το Πεντάγωνο απαίτησε να διαγραφούν οι αναφορές στο πυρηνικό πρόγραμμα του Ισραήλ» σημειώνεται με έμφαση στο άρθρο.

Παράλληλα, οι συνυπογράφοντες το κείμενο στην WP σημειώνουν ότι μέσα από τη μελέτη αρχειακών εγγράφων σχετικά με το πρόγραμμα πυρηνικών όπλων του Ισραήλ παρατηρήθηκε το εξής: Το Πεντάγωνο διέγραψε πρόσφατα όλες τις αναφορές στο πυρηνικό πρόγραμμα του Ισραήλ από ένα υπόμνημα που είχαν συντάξει προ 60 ετών αμερικανοί διπλωμάτες για την ανάγκη περιφερειακών συνομιλιών αποπυρηνικοποίησης της Μέσης Ανατολής, πριν ακόμη το Ισραήλ κατασκευάσει ένα όπλο αυτού του ειδους.

«Διευκολύνουμε και την Τουρκία»

«Τι προστατεύει το Πεντάγωνο;» διερωτώνται οι τρεις ειδικοί. «Πιστεύει πραγματικά ότι η διατήρηση ως απορρήτου του πυρηνικού προγράμματος του Ισραήλ είναι προς το συμφέρον της εθνικής μας ασφάλειας;» προσθέτουν. Και εκθέτουν κάποια συμπεράσματα με τη μορφή ερωτημάτων:

Οι αρθρογράφοι αναδεικνύουν επίσης την προφανή αντίφαση που προκύπτει όταν, για διπλωματικούς λόγους, οι αμερικανοί αξιωματούχοι δηλώνουν πεισματικά ότι δεν θα αποδεχθούν ποτέ την Πιονγκγιάνγκ ως πυρηνική δύναμη, παρά τις επανειλημμένες πυρηνικές δοκιμές και το αυξανόμενο οπλοστάσιό της Βόρειας Κορέας.

«Επίσης, με τις αυξανόμενες προοπτικές απόκτησης πυρηνικών όπλων από το Ιράν και τον κίνδυνο επιθέσεων μεταξύ Ισραήλ και Ιράν, τι όφελος υπάρχει από την αποτροπή μιας ανοιχτής, επίσημης συζήτησης για το τι μπορεί να συμβεί; Δεν θα έπρεπε αντ’ αυτού η κυβέρνησή μας να ενθαρρύνει τις συζητήσεις για το πώς θα προωθηθεί η αυξημένη πυρηνική αυτοσυγκράτηση από τα δύο μέρη αλλά και ευρύτερα στη Μέση Ανατολή;», θέτουν επίμονα το ερώτημα οι Μπερ, Λόουλες και Σοκόλσκι.

Τελικά, για τους τρεις ειδικούς που συνυπογράφουν την εν λόγω παρέμβαση στην Washington Post «όλα αυτά τα ερωτήματα είναι ρητορικά». Για αυτό και κλείνουν με μια κάπως κοφτή διατύπωση το κοινό τους άρθρο: «Ουσιαστικά, το Ισραήλ δεν σιωπά πλέον για το πυρηνικό του πρόγραμμα. Η αναγκαστική σιωπή της κυβέρνησής μας θα πρέπει επίσης να σταματήσει».