«Σερβία, επαρχία της Αμερικής. Ακριβώς αυτή η χώρα, όπου κανείς δεν έχει ξεχάσει ποιος ηγήθηκε του βομβαρδισμού του Βελιγραδίου το 1999 (οι Ηνωμένες Πολιτείες) και ποιος, αντίθετα, αρνήθηκε να εκτοξεύσει πυραύλους στα κτίρια του καθεστώτος Μιλόσεβιτς (η Ρωσία), είναι η σκηνή της πρώτης ευρωπαϊκής σφαγής μαθητών από έναν ένοπλο συμμαθητή τους. Ακριβώς όπως στο Κολουμπάιν, στο Ουβάλντε, στο Μπλακσμπέργκ, σε εκείνα τα τόσο αμερικανικά μέρη που αποτυπώθηκαν στη συλλογική μνήμη για τις φρικτές μαζικές δολοφονίες αλά videogame», έγραφε στην ανταπόκρισή του από το Βελιγράδι ο Φάμπιο Τονάτσι της La Repubblica το βράδυ της Πέμπτης, πριν, δηλαδή, σημειωθεί ένα δεύτερο αιματοκύλισμα, λίγες ώρες μετά, με τουλάχιστον οκτώ νεκρούς σε τρία χωριά νότια της σερβικής πρωτεύουσας και δράστη έναν σεσημασμένο άνδρα ηλικίας 21 ετών.
Ηδη πριν από αυτό το δεύτερο μεγάλο φονικό (πόσο μάλλον τώρα) έχοντας κηρύξει η κυβέρνησή τους τριήμερο πένθος για το φριχτό μακελειό σε σχολείο του Βελιγραδίου (όπου δολοφονήθηκαν εννέα μαθητές και ένας φύλακας), οι Σέρβοι είχαν αρχίσει να διερωτώνται τι συμβαίνει στη χώρα τους, εστιάζοντας καταρχάς στη σχέση τους με τα όπλα.
Γράφοντας πως η Σερβία «σκέφτεται τη Δύση αλλά η κυβέρνησή της κοιτάζει τη Ρωσία», ο ιταλός απεσταλμένος αναφέρει στην ανταπόκρισή του πως το εφιαλτικό συμβάν στο σχολείο κατέστη αμέσως πολιτικό ζήτημα, καθώς ο υπουργός Παιδείας Μπράνκο Ρούζιτς επέλεξε να το ερμηνεύσει στο πλαίσιο μιας σύγκρουσης αξιών, μεταξύ μιας ενάρετης Ανατολής και μιας διεφθαρμένης Δύσης.
«Οπως γνωρίζετε, η Σερβία βρίσκεται δυστυχώς σε εκείνο το μέρος του κόσμου όπου τέτοιου είδους περιστατικά συμβαίνουν όλο και πιο συχνά. Η καταστροφική, νοσηρή, επίδραση του Διαδικτύου, των βιντεοπαιχνιδιών και των λεγόμενων δυτικών αξιών είναι προφανής και είναι σαφές σε όλους μας ότι πρέπει να αλλάξουμε πορεία, να λάβουμε πιο αυστηρά μέτρα», είπε ο σέρβος υπουργός, μιλώντας στην τηλεόραση.
Λαμβάνοντας υπόψη τις αντιδράσεις και τις απόψεις των ανθρώπων στο δρόμο και εκείνες των διανοουμένων και των ειδικών στη Σερβία, όσον αφορά το συγκεκριμένο ζήτημα, καθώς επίσης τον πόλεμο στην Ουκρανία αλλά και την είσοδο της Σερβίας στην ΕΕ, ο Φάμπιο Τονάτσι γράφει πως η κοινή γνώμη εμφανίζεται διχασμένη.
«Αυτό που συνέβη στο σχολείο είναι το αποτέλεσμα μιας συνεπίδρασης ατομικών, κοινωνικών και οικογενειακών συνθηκών. Αλλά είναι σημαντικό να κατανοήσουμε ότι η λατρεία των όπλων στη Σερβία είναι τόσο ισχυρή όσο στην Αμερική και είναι κοινωνικά αποδεκτή, σκεφτείτε μόνο τους πυροβολισμούς στον αέρα κατά τη διάρκεια γάμων. Η σφαγή ήταν ένα τραύμα για όλους, γιατί ο δράστης και τα θύματα είναι παιδιά. Νομίζαμε ότι αυτά συνέβαιναν μόνο στη μακρινή Αμερική, αλλά η Αμερική, όπως ανακαλύπτουμε, δεν είναι τόσο μακριά, τα πιστόλια και τα τουφέκια κυκλοφορούν πολύ εύκολα στη Σερβία, οπότε δεν εκπλήσσομαι που η πρώτη μαζική δολοφονία μαθητών συνέβη εδώ, και δεν αισθάνομαι ότι μπορώ να αποκλείσω ότι μπορεί να συμβεί ξανά, εδώ ή στην υπόλοιπη Ευρώπη: υιοθετούμε όλες τις αμερικανικές αξίες, γιατί είναι ο καπιταλισμός που μας τις έδωσε», υποστήριξε, συνομιλώντας με τον ιταλό δημοσιογράφο, ο Βλαντίμιρ Βούλετιτς, ένας από του πιο επιφανείς κοινωνιολόγους της Σερβίας.
Ο Ντάρκο Τριφούνοβιτς, αναλυτής του Ινστιτούτου Ευρωπαϊκών και Αμερικανικών Σπουδών, εστίασε στην κατάσταση που επικρατεί στα σχολεία της Σερβίας. «Υπάρχουν γκράφιτι εγκληματιών πολέμου στους τοίχους και τα παιδιά έχουν χάσει τον μπούσουλα. Επίσης, νομίζω ότι η υποστήριξη της κυβέρνησης στη Ρωσία είναι πολύ ξεκάθαρη ενώ επιτρέπει και σε εκπροσώπους της Βάγκνερ να προσεγγίζουν τα παιδιά μας. Πριν από ένα μήνα, για παράδειγμα, οι απεσταλμένοι ενός ρωσικού υπουργείου πήγαν να μιλήσουν για πόλεμο σε ένα σχολείο στο Βράνιε (πόλη στα σύνορα με το Κοσσυφοπέδιο) χωρίς την άδεια του δικού μας υπουργού Παιδείας. Η σφαγή στο σχολείο δεν έχει καμία σχέση με τις δυτικές αξίες, τέτοια πράγματα συμβαίνουν και στη Ρωσία», είπε.
«Είναι περίεργο που αυτό το είδος σφαγής έλαβε χώρα στη Σερβία, αλλά δεν πρέπει να ξεχνάμε τον συνεχιζόμενο πόλεμο, την αύξηση των περιστατικών ενδοοικογενειακής βίας και των επεισοδίων εκφοβισμού, παράγοντες που επηρεάζουν τις νεότερες γενιές», σημείωσε από την πλευρά του ο πολιτικός σχολιαστής Αλεξάντερ Αποστολόφκσι.