| CreativeProtagon
Θέματα

Το «άλλο» μήνυμα από τη φωτογραφία της Κέιτ Μίντλετον

Το Παλάτι, αναμφίβολα, τα έκανε σαλάτα με την «πειραγμένη» φωτογραφία της Κέιτ Μίντλετον. Αλλά παράλληλα έδειξε και κάτι πιο τρομακτικό: πλέον έχουμε περάσει και επίσημα στην εποχή που δεν μπορείς να πιστέψεις τίποτε. Μικρή σημασία έχει αν λες ψέματα ή όχι, σημασία έχει ότι μπορείς να πεις αληθοφανή ψέματα, άρα κανείς δεν σε πιστεύει
Protagon Team

Η «πειραγμένη» φωτογραφία που ανέβασε στα social media η πριγκίπισσα της Ουαλίας πριν από λίγες ημέρες θα είχε περάσει απαρατήρητη από τους περισσότερους, εάν τα έμπειρα μάτια κάποιων ειδικών δεν είχαν εντοπίσει το πρόβλημα: είχε εμφανή σημάδια παρέμβασης από κάποιο πρόγραμμα επεξεργασίας εικόνων, πιθανότατα Photoshop.

Και τα δύο παραπάνω στοιχεία είναι εξόχως προβληματικά: τόσο το γεγονός ότι πολλοί θα πίστευαν μια ψεύτικη εικόνα που λίγοι παρατήρησαν λεπτομερώς, εκθέτοντας τη βασιλική οικογένεια της Βρετανίας, όσο και ο αντίκτυπος από τη δημοσίευση της φωτογραφίας.

Διότι η βασιλική οικογένεια της Βρετανίας δεν είναι ένας «ερασιτέχνης φωτογράφος που κάποιες φορές τού αρέσει να πειραματίζεται και να επεξεργάζεται τις φωτογραφίες του», όπως ανέφερε την επόμενη ημέρα μια ανακοίνωση από το Παλάτι, την οποία υποτίθεται ότι υπέγραψε η ίδια η Κέιτ Μίντλετον. Η βασιλική οικογένεια της Βρετανίας είναι θεσμός. Και έδωσε η ίδια τη φωτογραφία στη δημοσιότητα, δεν την πείραξε κάποιος άσχετος, όπως είχε γίνει παλιότερα με τις φωτογραφίες του Πάπα, στις οποίες εμφανιζόταν να φοράει ένα υπερμέγεθες και πολύ μοδάτο παλτό.

Η συγκεκριμένη φωτογραφία, της Κέιτ με τα παιδιά της έγινε αντικείμενο σχολίων, αστείων και σάτιρας, κυρίως για το πόσο άτσαλες και πρόχειρες ήταν οι παρεμβάσεις σε αυτήν. Και έχει πράγματι μια αστεία πλευρά: Κανείς μέσα σε ολόκληρο Μπάκιγχαμ δεν τσεκάρισε τη φωτογραφία πριν βγει στη δημοσιότητα; Ειδικά αυτήν τη φωτογραφία, που υποτίθεται ότι είχε στόχο να κλείσει τα στόματα ύστερα από τρεις μήνες κατά τους οποίους άπαντες αναρωτιούνται πού είναι η εξαφανισμένη Κέιτ;

Το Παλάτι, αναμφίβολα, τα έκανε σαλάτα. Αλλά με έναν πολύ βαθύτερο και τρομακτικό τρόπο από αυτόν που φαίνεται σε πρώτη ανάλυση. Διότι μας έδειξε ότι πλέον έχουμε περάσει και επίσημα στην εποχή που δεν μπορείς να πιστέψεις τίποτε. Στην εποχή που «η αληθοφάνεια και η συνωμοσιολογία συγκρούονται μετωπικά», όπως γράφει στο Atlantic ο Τσάρλι Γουόρζελ.

Η ιστορία με τη φωτογραφία αντί τελικά να κάνει τις φήμες να κοπάσουν, τις φούντωσε. Λογικό. Οταν κάποιος αισθάνεται την ανάγκη να «δηλώσει παρουσία» με μια ψεύτικη φωτογραφία, αυτό σημαίνει ότι κάτι έχει να κρύψει. Γενικά όταν κάποιος λέει ψέματα και τον πιάνουμε, αυτό σημαίνει ότι έχει κάτι να κρύψει. Κι αυτός είναι ένας συνειρμός που κάνουν και οι πλέον αποστασιοποιημένοι από τη συνωμοσιολογία άνθρωποι.

Το χειρότερο όμως είναι ότι η δυστοπία, για την οποία προειδοποιούσαν εδώ και χρόνια οι ερευνητές, είναι ήδη εδώ: Η Τεχνητή Νοημοσύνη και τα deepfakes καταστρέφουν κάθε ρανίδα πραγματικότητας. Δεν πιστεύουμε τίποτε πια, αν δεν το δούμε με τα ίδια μας τα μάτια. Γινόμαστε όλοι συνωμοσιολόγοι και δεν φταίμε. Το σύμπαν της μετα-αλήθειας στο οποίο ζούμε μας κάνει δύσπιστους και μας αποπροσανατολίζει. Και δεν χρειάζεται καν κάποια προηγμένη ΤΝ για να το κάνει αυτό. Οπως έδειξε και η βασιλική φωτογραφία, ένα άτσαλο Photoshop αρκεί.

Σε ένα τέτοιο περιβάλλον, δεν είναι απαραίτητο να σου λέει κάποιος ψέματα για να μην τον πιστεύεις. Η φωτογραφία που έχεις απέναντί σου μπορεί να είναι 100% αληθινή. Το γεγονός και μόνο, όμως, ότι υπάρχουν τα εργαλεία και η πιθανότητα να είναι ψεύτικη, σε κάνουν να την αμφισβητείς. Και βέβαια, η a priori αμφισβήτηση της αλήθειας είναι εξίσου προβληματική με το να πιστεύεις τα ψέματα.

Δεν είμαστε όλοι ειδικοί ούτε εκπαιδευμένοι να εξετάζουμε κάθε φωτογραφία ή ένα βίντεο για να βρούμε τα μικρά σημάδια που προδίδουν αν είναι αληθινή ή ψεύτικη. Και ως τώρα, τα λογισμικά που δημιουργούν τις ψεύτικες φωτογραφίες, όπως το Midjourney, έχουν κάποια χαρακτηριστικά που σε κάνουν να ξεχωρίζεις τα προϊόντα τους.

Η ΤΝ μαθαίνει, όμως, και μαθαίνει πολύ γρήγορα. Γι’ αυτό και δεν προσθέτει πλέον έκτο δάχτυλο στα χέρια των ανθρώπων, όπως έκανε στην αρχή. Πολύ σύντομα δεν θα μπορούν ούτε οι ειδικοί να ξεχωρίσουν τις ψεύτικες από τις αληθινές φωτογραφίες.

Η περίπτωση της Κέιτ δείχνει και κάτι άλλο: Οι άνθρωποι είναι λογικό να είναι πολύ πιο δύσπιστοι απέναντι σε ένα «ντοκουμέντο» που προέρχεται από έναν ήδη απαξιωμένο θεσμό. Η βασιλική οικογένεια της Βρετανίας έχει αμφισβητηθεί με πολλούς τρόπους προσφάτως, ενώ η διαχρονική  μυστικοπάθειά της δεν βοηθάει καθόλου. Εάν η συγκεκριμένη φωτογραφία δημοσιευόταν σε μια περίοδο που η Κέιτ συμμετείχε στη δημόσια ζωή, έβγαινε από το παλάτι και περπατούσε ανάμεσα στον κόσμο, η ζημιά θα ήταν πολύ μικρότερη και διαχειρίσιμη και πιθανώς το συμβάν θα περνούσε απαρατήρητο.

Τώρα, ήρθε να προστεθεί σε μια ήδη φορτισμένη με φήμες και θεωρίες περίοδο, «αποδεικνύοντας» στο μυαλό πολλών ότι όλες αυτές οι φήμες και οι θεωρίες είναι πραγματικές.

Μπορεί οι «βυζαντινού» τύπου θεσμοί, όπως η μοναρχία, να είναι πιο ευάλωτοι σε όλα αυτά, αλλά και οι θεσμοί που δρουν υπό απόλυτη –υποτίθεται– διαφάνεια, δεν είναι άτρωτοι. Η πανδημία και η διακυβέρνηση του Ντόναλντ Τραμπ κατέδειξαν ότι και η Δημοκρατία είναι πολύ εύκολο να πέσει θύμα τόσο των ψεμάτων όσο και της δυσπιστίας. Ο κόσμος δεν πιστεύει τίποτε πλέον και εμπιστεύεται όλο και λιγότερο τον Τύπο και τις κυβερνήσεις. Εμπιστεύεται όμως με αξιοσημείωτη ευκολία ανθρώπους που δημιουργούν θεωρίες συνωμοσίας επειδή εκμεταλλεύονται αυτήν ακριβώς τη δυσπιστία.

Η ΤΝ είναι ένα εργαλείο, μια τεχνολογική επανάσταση, η οποία όμως οδήγησε ταχύτατα σε μια κοινωνική στροφή προς τη γενική δυσπιστία· μικρή σημασία έχει πλέον αν λες ψέματα ή όχι, σημασία έχει ότι μπορείς να πεις αληθοφανή ψέματα, άρα κανείς δεν σε πιστεύει.

«Τίποτε δεν είναι αλήθεια και όλα είναι πιθανά», ήταν ο τίτλος ενός βιβλίου, στο οποίο ο δημοσιογράφος Πέτερ Πομεράντσεφ περιέγραφε τη μετακομμουνιστική Ρωσία: Ενα κοινωνικό και πολιτικό περιβάλλον προπαγάνδας, τοξικότητας και δυσπιστίας. Είναι ένα περιβάλλον που μας τρόμαζε έως πρόσφατα, αλλά, όπως επισημαίνει ο αρθρογράφος του Atlantic, ίσως τελικά περιγράφει και το δικό μας κόσμο στα χρόνια που έρχονται.