Την Παρασκευή, την τελευταία (κανονικά) μέρα της σχολικής εβδομάδας, στο γυμνάσιο Hull-Daisetta, στη μικρή πόλη Ντεϊσέτα στο νοτιοανατολικό Τέξας, το γήπεδο του βόλεϊ σείεται από τα ποδοβολητά των παιδιών που προπονούνται για το βραδινό παιχνίδι. Γυμναστές, τσιρλίντερ, μαθητές είναι εκεί, την ώρα που κάποιοι άλλοι μαθητές τρώνε το φαγητό που μοιράζει η τοπική εκκλησία, ειδικά για αυτή τη μέρα. Μόνο που το πάρκινγκ του σχολείου είναι σχεδόν άδειο. Γιατί το σχολείο τις Παρασκευές δεν λειτουργεί. Και όσος κόσμος είναι εκεί, βρίσκεται με δική του πρωτοβουλία.
Το Hull-Daisetta είναι ένα από τα ολοένα και περισσότερα σχολεία των ΗΠΑ –τουλάχιστον 1.600 σε 24 αμερικανικές πολιτείες, σύμφωνα με μελέτη του 2021, από μόλις 257 το 1999– που έχουν περάσει σε τετραήμερο πρόγραμμα, δίνοντας σε μαθητές και δασκάλους ρεπό είτε την Παρασκευή είτε τη Δευτέρα, όπως παρατήρησε σε δημοσίευμά του ο βρετανικός Guardian.
Οι μαθητές σε ένα τετραήμερο πρόγραμμα έχουν αρκετές ημέρες για να αναπληρώσουν τον χρόνο που χάνεται σε μία καθημερινή μέρα που περιλαμβάνει και το σχολείο. Η μικρότερη σχολική εβδομάδα ανατρέπει την παραδοσιακή εκπαίδευση και η ιδέα της βασίζεται κυρίως στην εξοικονόμηση πόρων. Αν και πολλοί ισχυρίζονται ότι το 4ήμερο σχολείο μπορεί ακόμη και να βελτιώσει την απόδοση των μαθητών, αυτό δεν είναι κάτι που έχει αποδειχτεί, ούτε επιστημονικά, αλλά ούτε και στην πράξη.
Ορισμένες πολιτείες που επέτρεψαν το πρόγραμμα, συμπεριλαμβανομένης της Μινεσότα, του Νέου Μεξικού και της Οκλαχόμα, τελικά το περιόρισαν, ενώ άλλες αποφάσισαν να το επεκτείνουν.
Και δεν είναι η πρώτη φορά που τα σχολεία των ΗΠΑ πειραματίζονται με την τετραήμερη σχολική εβδομάδα. Τη δεκαετία του 1930 τα παιδιά έμεναν στο σπίτι τρεις μέρες και τη δεκαετία του 1970, όταν οι τιμές των καυσίμων εκτινάχθηκαν στα ύψη, η κυβέρνηση προσπάθησε με το 4ήμερο να εξοικονομήσει το κόστος των λεωφορείων και της ενέργειας. Στον απόηχο της οικονομικής κρίσης του 2008, κι άλλα εκπαιδευτικά ιδρύματα πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης υιοθέτησαν αυτό το μοντέλο εκπαίδευσης προκειμένου να μειώσουν τα έξοδα.
Το πιο πρόσφατο στην ιστορία, είναι η πανδημία του κορονοϊού που άλλαξε περιστασιακά μεν, για μεγάλο χρονικό διάστημα δε, τα δεδομένα, κάνοντας την εκπαίδευση εξ αποστάσεως ένα πολύ γερό crash test για την οικονομία, τον τρόπο της διδασκαλίας, αλλά και τα νεύρα των μαθητών και των δασκάλων. Κι αυτό, όχι μόνο στις ΗΠΑ αλλά σε ολόκληρο τον κόσμο, συμπεριλαμβανομένης βεβαίως και της Ελλάδας.
Τα διαδικτυακά μαθήματα έφεραν άγχος σε εκπαιδευτικούς και ολόκληρες οικογένειες που ήρθαν αντιμέτωποι με πολλές μεγάλες ή μικρές προκλήσεις: από το πώς να συνδέεσαι ηλεκτρονικά από το σπίτι με το σχολείο, πώς να χειρίζεσαι έναν υπολογιστή, το αν έχεις υπολογιστή (βασική προϋπόθεση που δεν πληρούσαν πολλά νοικοκυριά) και πώς να τον αποκτήσεις, μέχρι το ποιος θα έμενε με τα παιδιά στο σπίτι για να πάνε οι γονείς τους στη δουλειά και ποιος θα τον πληρώσει – αν δεν ίσχυε ο παράγων της τύχης να υπάρχουν γιαγιάδες και παππούδες με υγεία και δύναμη ώστε να αναλάβουν τα ανήλικα μέλη.
Στη μακρινή ήπειρο της Αμερικής η τετραήμερη εβδομάδα εξακολουθεί να περιορίζεται κυρίως σε μικρά σχολεία αγροτικών περιοχών, όπου οι αποστάσεις είναι μεγάλες και η πρόσληψη εκπαιδευτικών είναι δύσκολη. Σε κάποιες Πολιτείες των ΗΠΑ δεν είναι εύκολο να βρεις δασκάλους και καθηγητές. Και τις περισσότερες φορές, όχι μόνο λόγω των αποστάσεων, αλλά γιατί δεν υπάρχει η οικονομική δυνατότητα. Εκεί, δεν ισχύει το δικό μας σύστημα, σε πολλές περιπτώσεις η χρηματοδότηση της λειτουργίας των σχολείων γίνεται από τους δήμους, τις κοινότητες και την περιφέρεια και όχι από έναν κεντρικό φορέα της κυβέρνησης.
Σε έρευνες που έγιναν φάνηκε ότι οι μαθητές λατρεύουν το σύστημα των 4 ημερών και ότι και οι δάσκαλοι φαίνεται να έχουν περισσότερο κέφι να διδάξουν. Εχουν δηλώσει, μάλιστα, ότι η παράταση του σχολικού ωραρίου τούς βγαίνει σε καλό. «Τα 90 λεπτά παραπάνω δεν είναι σπουδαίο, μπροστά στο να έχουμε μια ολόκληρη μέρα άδεια».
Αλλά και οι γονείς βολεύονται με το νέο μοντέλο. Είναι πολύ μεγάλο πράγμα το να έχει κανείς μια ελεύθερη μέρα για να κάνει τις δουλειές του και να κλείνει διάφορα ραντεβού.
Στην Ελλάδα είναι σίγουρο ότι οι μαθητές θα ήθελαν να μην πηγαίνουν μία μέρα της εβδομάδας στο σχολείο. Ούτε θα είχαν αντίρρηση να έμεναν μιάμιση ώρα παραπάνω στο σχολείο. Τα ζητήματα προκύπτουν στα πρακτικά, όπως φάνηκε και στις καραντίνες. Στην εποχή μετά τον κορονοϊό (αν μπορούμε να την ονομάσουμε έτσι), αν το κράτος ήταν διατεθειμένο να επεκτείνει, εκτός από το ωράριο και τους μισθούς των εκπαιδευτικών, η υποδομή είναι έτοιμη: στο δημοτικό σχολείο, για παράδειγμα, ο θεσμός του ολοήμερου ισχύει ήδη και στα γυμνάσια και τα λύκεια θα μπορούσε, επίσης, να εφαρμοστεί. Τέσσερις μέρες πρόγραμμα στο φουλ και οι τρεις τελευταίες της εβδομάδας όπως τις προγραμματίζει η οικογένεια.
Το εξαήμερο σχολείο, άλλωστε, ίσχυε στην Ελλάδα μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του 1980. Και τότε προέκυψαν πρακτικά θέματα σχετικά με το ποιος θα αναλάμβανε τα παιδιά το Σάββατο, αλλά λύθηκαν όλα. Βέβαια, τότε δεν «μάχονταν» οι περισσότερες μαμάδες στον εργασιακό στίβο, ήταν, κυρίως, οι μπαμπάδες που εργάζονταν και οι γυναίκες που έπαιρναν επ’ ώμου τις υποχρεώσεις των μαθητών.
Για το πώς θα μπορούσε να δουλέψει, λοιπόν, ένα νέο μοντέλο, η καραντίνα ήταν ένα ανέλπιστα καθοριστικό «πείραμα».
Σε καιρούς που η εργασία εξ αποστάσεως και η εκπαίδευση από το σπίτι δοκιμάστηκαν κάτω από συνθήκες εξαιρετικής πίεσης, ενώ η αλλαγή του τρόπου ζωής λόγω της ενεργειακής κρίσης έχει «ανοίξει» πολλές συζητήσεις σε όλο τον πλανήτη, θα ήταν καλό να ληφθούν αποφάσεις που θα βελτιώσουν την απόδοση των μαθητών, αλλά και θα διευκολύνουν τη ζωή των ενηλίκων.