| CreativeProtagon / Shutterstock
Θέματα

Τι έχουν κάνει 30 χρόνια διεθνών διασκέψεων για το Κλίμα;

Από τη μια η ραγδαία άνοδος των τιμών των καυσίμων και ο πόλεμος στην Ουκρανία, μας θυμίζουν την ενεργειακή κρίση του 1973 και από την άλλη, η διαπίστωση ότι ελάχιστα πράγματα έγιναν στα 30 χρόνια που ακολούθησαν τη Συνδιάσκεψη του Ρίο. Η εξέταση των αιτίων αυτής της αναποτελεσματικότητας είναι καθοριστική για το μέλλον του πλανήτη
Κωνσταντίνος Καραλής

Οπως οι έχοντες σχέση με τους Μόντι Πάιθονς καταλάβατε, ο τίτλος αποτελεί παραλλαγή του περίφημου «Και τι έχουν κάνει οι Ρωμαίοι για μας;» από το «Life of Brian». Εκεί, σε κάποια συγκέντρωση μιας ομάδας για την «απελευθέρωση της Παλαιστίνης από τους Ρωμαίους, λέει ο αρχηγός τους (παίζει ο Τζον Κλιζ), για να τονώσει τα αντιρωμαϊκά αισθήματα, «και τι έχουν κάνει ποτέ οι Ρωμαίοι για μας;», οπότε προς μεγάλη του έκπληξη, αρχίζουν διάφορα μέλη της ομάδας να απαριθμούν υδραγωγείο, αποχετευτικό σύστημα, δρόμους, εκπαίδευση, ιατρική περίθαλψη, δημόσια τάξη και επίσης το κρασί!

Ομως, αν αντί για την απελευθέρωση της Παλαιστίνης από τους Ρωμαίους, ο Κλιζ έκανε την ερώτηση «και τι έχουν κάνει 30 χρόνια διεθνών διασκέψεων για το Κλίμα;» δεν θα τον περίμενε καμία έκπληξη, καθώς η γενική αίσθηση που συνοδεύει την επέτειο από τη συμπλήρωση 30 χρόνων από τη «Συνάντηση Κορυφής για τη Γη» που οργάνωσε ο ΟΗΕ τον Ιούνιο του 1992 ,στο Ρίο ντε Τζανέιρο, είναι «όχι και πολλά…».

Πράγματι, πολλές προσδοκίες συνόδευσαν τη συνάντηση αυτή, που ξεκίνησε στις 13 Ιουνίου του 1992, και προβλήθηκε ως γεγονός παγκόσμιας σημασίας, καθώς συμμετείχαν πρωθυπουργοί, υπουργοί και άλλα υψηλόβαθμα κυβερνητικά στελέχη από 172 χώρες, όπως και πολλοί εκπρόσωποι μη κυβερνητικών οργανώσεων, μεταξύ των οποίων ο πρόεδρος των ΗΠΑ Τζορτζ Μπους, ο γάλλος πρόεδρος Φρανσουά Μιτεράν, ο γερμανός καγκελάριος Χέλμουτ Κολ και ο Γενικός Γραμματέας του ΟΗΕ Μπούτρος Μπούτρος Γκάλι. Ομως, σήμερα, έπειτα από τόσες διασκέψεις που ακολούθησαν, τα αποτελέσματα, τουλάχιστον σύμφωνα με το μέγεθος του προβλήματος και τις κατά καιρούς διακηρύξεις, είναι πενιχρά.

Λίγη Ιστορία – από τη Λέσχη της Ρώμης στη Διάσκεψη Κορυφής του Ρίο

Στο «USA Union», δίσκο που ηχογράφησε το 1970 στις ΗΠΑ ο Τζον Μάγιαλ, ένας από τους σημαντικότερους εκπροσώπους της βρετανικής μπλουζ – ροκ σκηνής (που μεταξύ των άλλων ανέδειξε και τον Τζίμι Χέντριξ), το πρώτο τραγούδι έχει θέμα την καταστροφή του περιβάλλοντος. «Η φύση εξαφανίζεται» τραγουδά ο Μάγιαλ… «αύριο μπορεί να είναι πολύ αργά – τώρα είναι η ώρα που πρέπει να συνειδητοποιηθείς –η φύση εξαφανίζεται– ο θάνατος από τη ρύπανση έρχεται…».

H αναφορά στη ρύπανση του περιβάλλοντος δεν ήταν τυχαία, ούτε ευκαιριακή: Από το τέλος της δεκαετίας του ’60, το φαινόμενο είναι αισθητό σε όλες τις αναπτυγμένες βιομηχανικά χώρες της «Δύσης», με χαρακτηριστικά παραδείγματα το νέφος σε πολλές μεγαλουπόλεις, όπως στο Λονδίνο, και σε πολλές αμερικανικές πόλεις (χαρακτηριστικό ήταν το νέφος του Λος Αντζελες) και τα νεκρά ποταμόψαρα στον μολυσμένο Ρήνο, χωρίς να ξεχάσουμε και το νέφος της Αθήνας. Ηταν τότε που είχε πει ο Γούντι Αλεν: «Δεν εμπιστεύομαι τον αέρα μιας πόλης αν δεν τον βλέπω!».

Παράλληλα, τo 1972 (ακριβώς 50 χρόνια πριν) κυκλοφόρησε η περίφημη πρώτη έκθεση της Λέσχης της Ρώμης για τα «Ορια της Ανάπτυξης» (The limits to Growth) που προειδοποιούσε ότι δεν μπορεί να συνεχιστεί απρόσκοπτα η ανάπτυξη (που είχε αρχίσει μετά τη λήξη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου) λόγω της επερχόμενης εξάντλησης του πετρελαίου και άλλων σημαντικών φυσικών πόρων, αν τα πράγματα συνεχίσουν με τον ίδιο ρυθμό. Από την άλλη πλευρά, η εμφάνιση του κινήματος των χίπις και της ροκ κουλτούρας, με ορόσημο το καλοκαίρι του έρωτα το 1967, συνοδεύτηκε από μία έντονη κριτική του καταναλωτικού τρόπου ζωής, στάση που επέτρεψε την ανάδειξη του περιβαλλοντικού προβλήματος, πριν ακόμη την εμφάνιση του οικολογικού κινήματος.

Ακολούθησαν οι δύο μεγάλες αυξήσεις στην τιμή του πετρελαίου, το 1973 (με τον σύντομο αραβοϊσραηλινό πόλεμο) και το 1978-79 με τον πόλεμο Ιράκ – Ιράν (τότε που ο Σαντάμ ήταν σύμμαχος των ΗΠΑ). Ετσι, στο τέλος της δεκαετίας του ’70 βγήκε η αναφορά προς τον πρόεδρο των ΗΠΑ για την ενέργεια, που την παρουσίασε ο τότε πρόεδρος Τζίμι Κάρτερ απευθυνόμενος προς το αμερικανικό έθνος το 1979. Η αναφορά ξεκινούσε με την παρατήρηση ότι «το ενεργειακό πρόβλημα του έθνους μας είναι πολύ σοβαρό – και τα πράγματα γίνονται χειρότερα. Σπαταλάμε πολύ μεγάλα ποσά ενέργειας, αγοράζουμε υπερβολικά πολύ πετρέλαιο από ξένες χώρες και δεν παράγουμε αρκετό πετρέλαιο, φυσικό αέριο και άνθρακα στις ΗΠΑ. Και οι τιμές της ενέργειας είναι υψηλές και θα συνεχίσουν να ανεβαίνουν ό,τι κι αν κάνουμε» (κάτι θυμίζει αυτό και σήμερα!). Μάλιστα στη συνέχεια έκανε αναφορά και στο πρόσφατο τότε ατύχημα στο εργοστάσιο παραγωγής πυρηνικής ενέργειας Three Miles Island, για να τονίσει πως ούτε η πυρηνική ενέργεια μπορεί να δώσει την οριστική λύση στο ενεργειακό πρόβλημα.

Παράλληλα, από τα τέλη της δεκαετίας του ’70 εμφανίστηκαν στην Ευρώπη, ως πολιτικός πλέον σχηματισμός, τα Πράσινα Κόμματα, με αυτό του Βελγίου να σημειώνει τις πρώτες πολιτικές επιτυχίες, ακολουθούμενο από τους Γερμανούς Πράσινους, που σταδιακά έγιναν το ισχυρότερο Πράσινο Ευρωπαϊκό Κόμμα.

Σε διεθνές επίπεδο κορυφής, όλα ξεκίνησαν το 1972 με τη Συνδιάσκεψη της Στοκχόλμης, κατά την οποία διατυπώθηκαν οι θεμελιώδεις αρχές του διεθνούς περιβαλλοντικού δικαίου και ξεκίνησε το πρόγραμμα του ΟΗΕ για το περιβάλλον (UNEP)

Το 1983 ιδρύθηκε από τον ΟΗΕ η Παγκόσμια Επιτροπή για το Περιβάλλον και την Ανάπτυξη (World Commission on Environment and Development (WCED) με έδρα τη Γενεύη, σημαντικό έργο της οποίας ήταν η έκθεση Brundtland του ΟΗΕ για τη βιώσιμη ανάπτυξη το 1987, με τίτλο «το κοινό μας μέλλον»

Στην έκθεση αυτή, που συντάχθηκε υπό την προεδρία της (και) πρωθυπουργού της Νορβηγίας Gro Harlem Brundtland, μπήκαν οι κατευθυντήριες γραμμές για την (προφανή σήμερα) βιώσιμη ανάπτυξη με σκοπό τον συνδυασμό της ανάπτυξης με την προστασία του περιβάλλοντος, ώστε η κάλυψη των αναγκών του παρόντος να μην υπονομεύει τη δυνατότητα των επερχόμενων γενεών να καλύπτουν τις δικές τους.

Η Συνδιάσκεψη του Ρίο ντε Τζανέιρο

Οι συνεχείς αλλαγές στο κλίμα σε παγκόσμια κλίμακα (όπως η σταδιακή αύξηση της μέσης θερμοκρασίας) έπειτα από πολύχρονες αντιρρήσεις από την πλευρά της επιστημονικής κοινότητας, αποδόθηκαν πλέον κατά κοινή παραδοχή στο φαινόμενο του θερμοκηπίου, για το οποίο υπεύθυνες θεωρούνται οι εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα κατά την καύση των στερεών, υγρών και αερίων καυσίμων (εκτός του υδρογόνου). H αυξανόμενη συνειδητοποίηση του προβλήματος σε συνδυασμό με το γεγονός ότι μόνο σε διεθνές επίπεδο είναι δυνατή η αντιμετώπισή του, οδήγησε στην παγκόσμια Συνάντηση Κορυφής για τη Γη του Ρίο ντε Τζανέιρο.

Ηταν η μεγαλύτερη μέχρι τότε παγκόσμια συνδιάσκεψη με τεράστια δημοσιότητα που έκρουε τον κώδωνα του κινδύνου για το περιβάλλον. Ως αποτέλεσμα της Συνδιάσκεψης αυτής, είχαμε τη Σύμβαση για τη βιοποικιλότητα, τη σύμβαση πλαίσιο για την κλιματική αλλαγή (United Nations Framework Convention on Climate Change – UNFCCC) με στόχο τη σταθεροποίηση των συγκεντρώσεων των αερίων του θερμοκηπίου (κυρίως του διοξειδίου του άνθρακα), τη διακήρυξη του Ρίο για το Περιβάλλον και την Ανάπτυξη, την Agenda 21, που ήταν ένα πρόγραμμα για την αειφορία του 21ου αιώνα και ένα κείμενο αρχών για τη διαχείριση των δασών του πλανήτη.

Ομως, τα προβλήματα άρχισαν αμέσως μετά, όταν τέθηκε το ζήτημα της λήψης συγκεκριμένων μέτρων για την επίτευξη των φιλόδοξων στόχων του Ρίο. Κι αυτό επειδή η συμφωνία πάνω σε συγκεκριμένα μέτρα ανέδειξε τις μεγάλες αντιθέσεις τις οποίες προκαλεί μία προσπάθεια ουσιαστικής αντιμετώπισης ενός προβλήματος που αφορά το περιβάλλον και, μάλιστα, παρά το γεγονός πως υπήρχε ήδη συμφωνία για τη μεγάλη του σημασία μεταξύ των διαφόρων μερών. Ετσι, παρά την πληθώρα λόγων και διακηρύξεων, τα αποτελέσματα ήταν πενιχρά.

Αντιθέσεις επί αντιθέσεων

Η αυξανόμενη ένταση του προβλήματος σε συνδυασμό με την αδράνεια στην αντιμετώπισή του, οδήγησε στην τρίτη διάσκεψη του ΟΗΕ για το κλίμα στο Τόκιο, τον Δεκέμβριο του 1997. Παρά τις πολλές διαφορές απόψεων (και συμφερόντων), αλλά και υπό την πίεση να ληφθούν επιτέλους κάποια μέτρα, η διάσκεψη κατέληξε στη σύνταξη ενός πρωτοκόλλου για την υποχρεωτική μείωση των εκπομπών των «αερίων του θερμοκηπίου» (Πρωτόκολλο του Κιότο). Το πρωτόκολλο όμως αυτό δεν υπέγραψαν οι ΗΠΑ και πολλές άλλες χώρες, ενώ παρουσιάσθηκαν επίσης πολλά άλλα εμπόδια στην εφαρμογή του.

Στη συμφωνία για τη μείωση των εκπομπών των αερίων του θερμοκηπίου αντιδρούσε κατ’ αρχήν η τεράστια βιομηχανία ορυκτών καυσίμων. Αντιδρούσαν επίσης οι ΗΠΑ υποστηρίζοντας ότι αυτοί οι περιορισμοί θα ρίξουν το βιοτικό επίπεδο των Αμερικανών και επιπλέον θα αυξήσουν την ανεργία (σε μία συγκεκριμένη μορφή της αντίθεσης μεταξύ οικολογίας και οικονομίας). Οι ΗΠΑ συζητούσαν την υπογραφή του πρωτοκόλλου, υπό την προϋπόθεση ότι θα υποχρεωθούν σε μειώσεις των εκπομπών τους και οι αναπτυσσόμενες χώρες, με ιδιαίτερη έμφαση στην Κίνα και την Ινδία.

Οι (τότε!) αναπτυσσόμενες χώρες όμως αντιδρούσαν, με χαρακτηριστικές περιπτώσεις την Ινδία, την Κίνα και την Ινδονησία, με βάση το επιχείρημα ότι δεν πρέπει να τίθενται περιορισμοί στην εκπομπή αερίων ρύπων σε εκείνες τις χώρες, που δεν έχουν ακόμη καταφέρει να καλύψουν τις βασικές ανάγκες του πληθυσμού τους (προβάλλοντας άλλη μία αντίθεση μεταξύ οικολογίας και οικονομίας). Υποστήριζαν αντίθετα ότι οι αναπτυγμένες χώρες θα έπρεπε να καλύψουν το μεγαλύτερο μέρος της μείωσης αυτών των εκπομπών, καθώς (στο τέλος του 20ού αιώνα) στις ΗΠΑ αναλογούσαν 20 τόνοι εκπομπών CO2 κατά κεφαλήν, στην Ευρωπαϊκή Ενωση 8 τόνοι, στην Κίνα 2 τόνοι, και στις αναπτυσσόμενες χώρες λιγότερο από 1 τόνος (αναλογία που όμως μεταβάλλεται σημαντικά όταν χρησιμοποιηθούν συνολικά νούμερα).

Ετσι, εμφανίστηκε και το δικαίωμα στη ρύπανση, από το οποίο όμως προέκυψε η αγορά δικαιώματος ρύπων, σε μια προσπάθεια να μπει το ζήτημα της αντιμετώπισης της ρύπανσης με τη συμμετοχή της ελεύθερης αγοράς με τους μηχανισμούς της, ώστε να επιτευχθεί ο στόχος της μείωσης των εκπομπών των αερίων του θερμοκηπίου.

Οι διασκέψεις ακολούθησαν η μία την άλλη, με συχνές μεταβολές θέσεων, και συχνή αντίδραση από ΗΠΑ (όπου οι πρόεδροι που προέρχονταν από τους Ρεπουμπλικάνους αρνήθηκαν να συμφωνήσουν στους στόχους μείωσης των εκπομπών), Αυστραλία, Καναδά, Ρωσία, Κίνα, Ινδία και Βραζιλία, αλλά και ταυτόχρονη ισχυροποίηση των οικονομιών της Ινδίας και της Κίνας που ξεπέρασε τις ΗΠΑ στην παραγωγή αερίων του θερμοκηπίου. Παράλληλα, διάφορες σημαντικές περιβαλλοντικές καταστροφές συνέχισαν να υπενθυμίζουν το πρόβλημα, όπως οι καταστροφές που επέφερε στη Νέα Ορλεάνη ο τυφώνας Κατρίνα.

Ετσι φθάσαμε το 2009 στη Διάσκεψη της Κοπεγχάγης με κεντρικό ζήτημα την ανανέωση του Πρωτοκόλλου του Κιότο, η ισχύς του οποίου θα έληγε το 2012. Ομως και σε αυτή τη Διάσκεψη δεν σημειώθηκε σημαντική πρόοδος, παρά την αθρόα προσέλευση ηγετών από όλο τον κόσμο (περισσότεροι από 100), στην τελική φάση των συνομιλιών, μεταξύ των οποίων και ο πρόεδρος των ΗΠΑ Ομπάμα, ο πρωθυπουργός της Κίνας Ουέν Τζιαμπάο, ο πρόεδρος της Ρωσίας Μεντβέντεφ, ο πρόεδρος της Γαλλίας Σαρκοζί, ο πρωθυπουργός της Μεγάλης Βρετανίας Μπράουν, η καγκελάριος της Γερμανίας Μέρκελ και ο πρωθυπουργός της Ινδίας Μανμοχάν Σινγκ.

Ετσι, μόλις το 2015, στη Συνδιάσκεψη που έγινε στο Παρίσι, επιτεύχθηκε μία συμφωνία από όλες τις χώρες με στόχο η αύξηση της θερμοκρασίας του πλανήτη να μην ξεπεράσει τους 2 βαθμούς Κελσίου. Παρ’ όλα αυτά, τα μέτρα που συμφωνήθηκαν δεν απέδωσαν σημαντικά αποτελέσματα και μετά από πολλές προσπάθειες επαναδιατυπώθηκαν οι σχετικές συμφωνίες στη Συνδιάσκεψη της Γλασκώβης πέρσι.

Και σήμερα;

Από το ένα μέρος οι τελευταίες εξελίξεις με την απότομη άνοδο των τιμών των καυσίμων και τον πόλεμο στην Ουκρανία, που επανέφερε το ζήτημα της ενεργειακής ασφάλειας, μας φέρνουν σε κατάσταση που θυμίζει αυτήν της πρώτης ενεργειακής κρίσης του 1973. Από την άλλη, με βάση την παρατήρηση ότι στα 30 χρόνια που ακολούθησαν τη Συνδιάσκεψη του Ρίο είχαμε λίγα ουσιαστικά, αποτελέσματα, έχει νομίζω μεγάλη σημασία η εξέταση των αιτίων αυτής της τόσο χαμηλής αποτελεσματικότητας, γιατί χαρακτηρίζουν τα όρια μέσα στα οποία είναι δυνατή η λήψη δεσμευτικών αποφάσεων στη διεθνή κοινότητα. Και οι αντιθέσεις που περιγράψαμε συνοπτικά, νομίζω, αποτελούν πολύ ενδιαφέρον πεδίο σχετικής ανάλυσης, καθώς έχουν σίγουρα μεγαλύτερη ερμηνευτική ισχύ από το να θυμίσουμε (το ελληνικό αστείο περί καλής τύχης) ότι στη διάσκεψη του Ρίο συμμετείχε και ο Ελληνας Πρωθυπουργός Κωνσταντίνος Μητσοτάκης.