Το συμπέρασμα που έβγαινε από τις γλαφυρές θαλάσσιες περιπέτειες που εξιστόρησε η Τζάσμιν Χάρισον στα 18 λεπτά της στη σκηνή του TEDxAthens και στο οποίο προέτρεψε το αθηναϊκό κοινό αρκετές φορές είναι «να ακολουθήσεις την καρδιά σου».
Είναι πολύ εύκολο να απορρίψει κανείς δίχως δεύτερη σκέψη την προτροπή αυτή, καθώς μπορεί να ηχεί αφελής. Κάποιοι επειδή νιώθουν πιο ασφαλείς στην κυνικότητα, άλλοι αμυνόμενοι στην πικρία: μπορεί να μην είχαν την τύχη να ακολουθήσουν την καρδιά τους ή να έπρεπε να υποχωρούν πάντα στα θέλω άλλων καρδιών· μπορεί να μην ήθελαν πραγματικά αυτό που ακολούθησαν ή να μην τους βγήκε σε καλό.
Αλλοι, πάλι, έχουν απλώς αναισθητοποιηθεί πλήρως σε τέτοια κελεύσματα, τα οποία καταλήγουν κενά περιεχομένου όταν γράφονται με την ίδια συχνότητα σε μπλουζάκια, κούπες, δελτία Τύπου εταιρειών και λεζάντες φωτογραφιών παλιών συμμαθητών τους στο Instagram, όλα προϊόντα μιας κοινωνίας που διέπεται από αυτό που ο φιλόσοφος Σλάβοϊ Ζίζεκ ονόμασε «νόμο της απόλαυσης»: στον 21ο αιώνα πρέπει να προσπαθείς διακαώς να ακολουθήσεις την καρδιά σου.
Αν όμως η καρδιά σου σε έχει πάει, από μια μικρή πόλη του βόρειου Γιορκσάιρ, στο σημείο να γίνεις στα 21 σου η νεότερη γυναίκα που κωπηλάτησε τα 4.828 χλμ. που χωρίζουν τα Κανάρια Νησιά από την Αντίγκουα, έναν χρόνο πριν γίνεις η πρώτη γυναίκα που κολύμπησε 900 χλμ. παράλληλα στη δυτική ακτογραμμή της Μεγάλης Βρετανίας, και όλα αυτά πριν κλείσεις τα 25, είναι αναμενόμενο να θέλεις να πεις σε όλους να κάνουν το ίδιο.
Στα 18 της, μια ηλικία κατά την οποία πολλοί από εμάς πηγαίνουμε σε ένα πανεπιστήμιο χωρίς να είμαστε σίγουροι για την επιλογή μας, η Τζάσμιν αποφάσισε, με τα χρήματα που είχε εξοικονομήσει, να μη σπουδάσει, αλλά να ταξιδέψει στην Καραϊβική, μην έχοντας ποτέ πριν φύγει από το Ηνωμένο Βασίλειο.
«Ξέρω ότι ενοχλήθηκαν λίγο στο σχολείο μου γιατί τους χάλαγα τα στατιστικά εισαγωγής στο πανεπιστήμιο, αλλά πέρα από αυτό, ό,τι και να μου έλεγαν, εγώ απαντούσα “Ναι, δεν θα πάω [στο πανεπιστήμιο]”» εξηγεί με αυτοπεποίθηση αναφορικά με το αν την επηρέασαν οι γνώμες των άλλων. «Δεν με απασχολούν οι απόψεις των άλλων, με όλο τον σεβασμό».
Οταν έφτασε στην Αντίγκουα είδε την τελική γραμμή του διαγωνισμού κωπηλασίας «Talisker Whisky Atlantic Challenge», τον οποίο θα ολοκλήρωνε και η ίδια περίπου δύο χρόνια αργότερα, μέσα σε 70 ημέρες. Εξομολογήθηκε ότι αυτό που ένιωσε όταν υπέβαλε τη συμμετοχή της ήταν μια μεγάλη ανακούφιση.
«Αυτό που κατάλαβα κάποια στιγμή είναι ότι ήξερα στο πίσω μέρος του μυαλού μου τι ήταν αυτό που ήθελα να κάνω, και έπρεπε να το εμπιστευτώ».
Στη διάρκεια της ομιλίας και της συζήτησης δεν αναφέρθηκε σε κανένα αόριστο μακρόπνοο πλάνο ή κάποια ανάγκη για δημιουργία ταυτότητας, του τύπου «θέλω να γίνω το τάδε». Η επιθυμία δεν λειτουργεί με πενταετή σχέδια, αλλά με συγκεκριμένες δοκιμασίες στις οποίες θέλει να αφοσιωθεί.
«Ακόμα και ως παιδί ήμουν πολύ δραστήρια και περιπετειώδης και δεν ήθελα να ποτέ να φαντάζομαι το μέλλον. Ούτε σήμερα έχω ιδέα τι μπορεί να κάνω σε λίγα χρόνια. Θα πάω όπως με πάει».
Για να καταφέρει την πρώτη δοκιμασία που επέλεξε, να διασχίσει τον Ατλαντικό κωπηλατώντας, χρειάστηκε μεγάλη προετοιμασία: πολλές πιστοποιήσεις, ώρες στο γυμναστήριο, στα κουπία, στην αναζήτηση χρηματοδότη.
Οταν ξεκίνησε το ταξίδι της, ένα από τα πιο τρομακτικά πράγματα που είδε στον ωκεανό ήταν ένα τάνκερ περίπου 250 μέτρων να έρχεται καταπάνω στη βάρκα της, την «Αργκο», μέσα στη μέση της νύχτας.
«Δεν φαντάστηκα καμία στιγμή ότι θα πεθάνω. Απλά σκεφτόμουν ότι αυτό μπορεί να πάει πολύ στραβά και το τι έπρεπε να κάνω. Το μυαλό σου μπαίνει στον αυτόματο και δεν έχεις αίσθηση του τι κάνεις. Από την αδρεναλίνη δεν μπορείς να ανακαλέσεις τι έκανες μετά».
Ενα ακόμα τρομακτικό πράγμα που συνάντησε στον ωκεανό η Τζάσμιν ήταν τα σκουπίδια, κάτι που την ευαισθητοποίησε για την υγεία των θαλασσών.
«Προσπαθώ να κάνω τους ανθρώπους να συνειδητοποιήσουν τι γίνεται και συγκεντρώνω ποσά για περιβαλλοντικές οργανώσεις. Μιλάω για αυτά που είδα στη θάλασσα: είδα σκουπίδια μέσα στη μέση του Ατλαντικού. Πώς έφτασαν εκεί; Οι περισσότεροι άνθρωποι μπορούν να το αγνοήσουν γιατί δεν θα το δουν ποτέ, αλλά εγώ γυρίζω πίσω με αποδείξεις».
Ολες τις δυσκολίες που έζησε στο πρώτο της ταξίδι, από τρομερές καταιγίδες μέχρι ότι χτύπησε τον αγκώνα της και αναγκάστηκε να κωπηλατεί με ένα μόνο χέρι προς το τέλος του ταξιδιού της, τις τοποθετεί στο θετικό κομμάτι της εμπειρίας της.
Η υπέρβαση τέτοιων δυσκολιών έρχεται να προστεθεί στο δέος που νιώθεις όταν βλέπεις ένα ηλιοβασίλεμα ολομόναχη από μια μικρή βάρκα καταμεσής ενός ήρεμου ωκεανού ή να συναντάς μια παρέα φιλικά δελφίνια – στιγμές που η συντριπτική πλειονότητα των ανθρώπων δεν θα ζήσει ποτέ.
Οι κακουχίες την κάνουν να αισθάνεται μεγαλύτερη αυτοπεποίθηση και για τις άλλες μεγάλες δυσκολίες της ζωής. «Σκέφτομαι πως, αν μπορώ να κάνω όλα αυτά, ίσως η ζωή να μου φανεί πιο εύκολη».
Κι όμως, το δυσκολότερο κομμάτι των εξαντλητικών ταξιδιών της είναι αυτό που συνδέεται αμεσότερα με την «πραγματική ζωή»: η οργάνωσή τους. «Τα κάνω όλα μόνη μου, οπότε είναι πολύ δύσκολο» εξηγεί. «Και παίρνει πολύ χρόνο η “γραμματειακή” δουλειά. Ακόμα δεν έχω ηρεμήσει από “το κολύμπι”. Εχω ακόμα πράγματα που πρέπει να ξεφορτωθώ και χαρτιά να υπογράψω – και το ξεκίνησα δέκα μήνες πριν».
«Το κολύμπι» είναι το δεύτερο παγκόσμιο ρεκόρ που κατέρριψε η Τζάσμιν, όταν έγινε η πρώτη γυναίκα που κολύμπησε κατά μήκος της δυτικής ακτογραμμής της Μεγάλης Βρετανίας.
Μετά από πολύμηνη προετοιμασία και κυνήγι χρηματοδότησης, ξεκίνησε από το νοτιοδυτικότερο σημείο του νησιού, το ακρωτήρι Λαντς Εντ στην Αγγλία, φθάνοντας ως το βορειοανατολικότερο σημείο, το Τζον Ο’Γκρόουτς, στη Σκωτία. Για να το καταφέρει αυτό αγόρασε ένα μικρό σκάφος, το οποίο επάνδρωσε, και την ακολουθούσε στο ταξίδι της. Εκεί κοιμόταν για έξι ώρες και μετά έπεφτε στο νερό, μέρα-νύχτα, κατά μέσο όρο για έξι ώρες.
Μπορεί το κολύμπι να της ήταν πιο οικείο –η ίδια ασχολείται με την κολύμβηση από τεσσάρων ετών–, αλλά παρέμενε αρκετά τρομακτικό για εκείνη να βουτάει μέσα στο πυκνό, παγωμένο σκοτάδι των θαλασσών που χωρίζουν τη Βρετανία από την Ιρλανδία τις χειμωνιάτικες νύχτες. Γινόταν ακόμα πιο τρομακτικό όταν περνούσαν φάλαινες στα βαθιά ή έπεφτε πάνω σε κοπάδια από τσούχτρες.
Επιμένοντας για 109 μέρες, κατάφερε να ολοκληρώσει τον στόχο της και τώρα να βρίσκεται στην Αθήνα, ώστε να μοιραστεί την ιστορία της και τα όσα της δίδαξαν αυτές οι υδάτινες διαδρομές προς την επιτυχία με το κατά κύριο λόγο εταιρικό κοινό του event, το οποίο είχε συγκεντρωθεί για να διευρύνει τους ορίζοντές του και να εμπνευστεί.
Τελειώνοντας την ομιλία της, νομίζω ότι είχαν μείνει με την ίδια απορία: Και μετά τι; «Τώρα προσπαθώ να βρω χρηματοδότες για να κάνω τον γύρο του κόσμου με ιστιοπλοϊκό» εξηγεί. «Μόλις αγόρασα το σκάφος».
Για να το καταφέρει, θα χρειαστεί εξίσου σκληρή προετοιμασία και περίπου 14 μήνες εν πλω, με τακτικές στάσεις για ανεφοδιασμούς, σε ένα σκάφος 5,8 μέτρων. Το εγχείρημα, παρά το γεγονός ότι δεν θα της χαρίσει κάποιο παγκόσμιο ρεκόρ, φαίνεται ακόμα μεγαλύτερο και πιο εξαντλητικό. Για τη Τζάσμιν όμως, δεν έχει να κάνει με το μέγεθος.
«Οταν καταλαβαίνω ότι θέλω να κάνω κάτι πολύ, το κάνω. Αυτό είναι όλο. Τώρα, με ρωτούσαν ποιο παγκόσμιο ρεκόρ θα κατακτήσω. Απαντώ “κανένα”. Δεν είχε να κάνει ποτέ με τα ρεκόρ, είναι απλά κάτι που θέλω να κάνω. Για παράδειγμα, τον Ιανουάριο πήγα για σκι γιατί δεν είχα ξανακάνει ποτέ. Για εμένα ήταν μεγάλη δοκιμασία, μια περιπέτεια. Αλλά ο κόσμος δεν το βλέπει έτσι».
Εμείς, ο κόσμος που περνάει οκτώ ώρες την ημέρα σε μια στριφογυριστή καρέκλα και όχι στη μέση του ωκεανού, ψάχνουμε, άλλοτε με προσδοκία, άλλοτε με πικρία και άλλοτε με απλή περιέργεια, να δούμε τι κρύβεται πίσω από τις ζωές ανθρώπων όπως η Τζάσμιν.
Ποια είναι η μαγική συνταγή που στέλνει κάποιους ανθρώπους σε έναν αντισυμβατικό τρόπο ζωής, στο να κατορθώνουν προηγουμένως ακατόρθωτα πράγματα, ενώ άλλους στο να σχολιάζουν τον καιρό το Σαββατοκύριακου με τους συναδέλφους τους μέχρι να συνταξιοδοτηθούν; Προλαβαίνουμε μήπως και εμείς να χωρέσουμε στην κατηγορία των ηρώων των κινουμένων σχεδίων που βλέπαμε μικροί; Και είναι μια κατηγορία καλύτερη από την άλλη;
Η Τζάσμιν πιστεύει ότι όλοι έχουν κάτι που πραγματικά θέλουν να κάνουν και κάπου, σχεδόν απρόσιτα βαθιά, μέσα τους το ξέρουν. Αυτό που δεν τους αφήνει να το παραδεχτούν στον εαυτό τους και στους άλλους ή να κάνουν το παραμικρό βήμα προς αυτή την κατεύθυνση, είναι ο συνήθης ύποπτος.
«Είναι πάντα θέμα φόβου. Αυτό που σε σταματάει και δεν το καταλαβαίνεις είναι ότι απλώς φοβάσαι. Ολοι ξέρουν τι θέλουν, πραγματικά. Απλώς… πρέπει να το πάρεις απόφαση. Και να εμπιστευτείς ότι στο τέλος πάντα αξίζει τον κόπο. Μπορεί να μην είσαι σίγουρος στην αρχή γιατί θες να το κάνεις, αλλά στο τέλος θα ξέρεις».
Αρα, πρέπει όλοι να βρούμε και να κάνουμε το δικό μας υπερατλαντικό κουπί, ό,τι κι αν σημαίνει για τη δική μας ζωή; Μετά να κολυμπήσουμε το μήκος της δικής μας Βρετανίας; Θα αισθανθούμε πιο ολοκληρωμένοι από το να τσεκάρουμε ότι κάναμε όλους CC σε ένα email;
Την απάντηση, για την Τζάσμιν θα μπορέσουν να τη δώσουν μόνο οι πιο τολμηροί.