Ο Χάρι Εβανς έλεγε: «Τα πράγματα δεν είναι πάντα ό,τι βλέπεις. Πρέπει να σκαλίσεις βαθιά για να τα δεις καθαρά». | CreativeProtagon / Reuters
Θέματα

Τι είναι δημοσιογραφία; Το ήξερε καλά ο μέγας Χάρολντ Εβανς

Ο πρώην διευθυντής των Sunday Times του Λονδίνου απεβίωσε την περασμένη Τετάρτη σε ηλικία 92 ετών. Δεν έμεινε μεγάλο και σοβαρό μέσο ενημέρωσης που να μην τον μνημονεύσει ως έναν από τους τελευταίους, σπουδαίους «εφημεριδάδες» στον αγγλοσαξονικό (και όχι μόνο) Τύπο. Ιδού γιατί
Χρήστος Μιχαηλίδης

Όταν επέστρεψα στην Ελλάδα από την Αγγλία, στις αρχές της δεκαετίας του ’90, γεμάτος από συναρπαστικές δημοσιογραφικές εμπειρίες, αλλά και μία δίψα και βιασύνη (μαζί πάνε αυτά, ιδίως όταν έχεις τα φτερά της νιότης) να τα κάνω πράξη και εδώ, επισκέφθηκα τον Κίτσο Τεγόπουλο, αείμνηστο εκδότη της «Ελευθεροτυπίας», της οποίας ήμουν ως τότε ανταποκριτής στο Λονδίνο, και του άπλωσα στο τραπέζι το πιο μεγάλο όνειρό μου: «Να φτιάξουμε μια σπουδαία ομάδα ερευνητικής δημοσιογραφίας, σαν την Insight των Sunday Times».

«Συνέχισε», μου είπε, και πήρα φόρα. Του μίλησα, κατ’ αρχάς για τον πρώην διευθυντή της εφημερίδας, Χάρολντ Μάθιου Εβανς, που απεβίωσε την περασμένη Τετάρτη σε ηλικία 92 ετών, στο σπίτι του στη Νέα Υόρκη, και που δεν έμεινε μεγάλο και σοβαρό μέσο ενημέρωσης που να μην τον μνημονεύσει ως έναν από τους τελευταίους, μεγάλους, σπουδαίους «εφημεριδάδες».

Ήταν ο δημιουργός της ομάδας η οποία, από το 1967 ως το 1981, οπότε τον εξανάγκασε σε παραίτηση ο πολυεκατομμυριούχος αυστραλός επιχειρηματίας Ρούπερτ Μέρντοκ, λίγους μήνες αφότου αγόρασε τον όμιλο των Times από τον καναδό εκδότη Ρέι Τόμσον, δεν άφηνε ποτέ κανέναν κατεργάρη σε χλωρό κλαρί.

«Μ’ αρέσει αυτό», είπε χαμογελώντας πονηρά ο Τεγόπουλος, που θεωρούσε ότι και η δική του εφημερίδα έκανε το ίδιο εναντίον κάθε αρχής ή και προσώπου που καταχράτο εξουσία. «Συνέχισε», έκανε πάλι, και προχώρησα εξηγώντας του ότι η ομάδα αυτή (που στα ελληνικά μεταφράζεται σε κάτι σαν «Ενδοσκόπηση» ή «Βαθύτερη Ματιά») είχε μόνο αυτήν την ταυτότητα, μόνο αυτή την υπογραφή. Οι δημοσιογράφοι-συντάκτες της δεν προέβαλαν τα ονόματά τους, όχι επειδή φοβόντουσαν μήπως τους κάνει κάποιος κακό για τις αποκαλύψεις τους, αλλά επειδή ο Έβανς ήθελε να τους προστατέψει από το σταριλίκι.

Ο Εβανς, ως συντονιστής μιας συζήτησης σε εκπομπή του Reuters Newsmaker με τον βρετανό πρώην πρωθυπουργό Τόνι Μπλερ στη Νέα Υόρκη, τον Σεπτέμβριο του 2016. (REUTERS/Bria Webb/File Photo)

Όλοι οι ρεπόρτερ της εφημερίδας υπηρετούσαν τον στρατό του, όπως έλεγαν. Οι του Insight όμως ήταν «οι ειδικές  δυνάμεις του». Και η δουλειά τους παρέσυρε προς τα πάνω και τους υπόλοιπους. «Μη μου φέρετε ποτέ στόρι που θα απορρίψω με την πρώτη», ήταν από τις στάνταρ κουβέντες του.

Επίσης, περιέγραψα στον τότε εκδότη μου μερικές από τις πολύ μεγάλες δημοσιογραφικές επιτυχίες που είχε η Insight, επί των ημερών του εμπνευσμένου διευθυντή των Sunday Times:

– Αποκάλυψε το «σκάνδαλο της θαλιδομίδης», ενός φαρμάκου που δινόταν σε γυναίκες για να αντιμετωπίζουν τις πρωινές αναγούλες της εγκυμοσύνης τους, και που αποδείχθηκε ότι «ευθυνόταν» για τον θάνατο χιλιάδων αγέννητων βρεφών, αλλά και για άλλα σοβαρά προβλήματα υγείας σε όσα κατάφερναν να επιζήσουν. Η έρευνα ήταν σημαντική και επειδή για πρώτη φορά άλλαξαν οι «κανόνες» της αποζημίωσης σε θύματα αμέτρητων υποθέσεων ιατρικών και επιστημονικών λαθών.

– Αποκάλυψε ότι ο βρετανός διπλωμάτης Κιμ Φίλμπι ήταν τελικά πράκτορας της Μόσχας.

– Κυνήγησε την αισχροκέρδεια, κυρίως σε είδη πρώτης ανάγκης. Την διαφθορά σε δημόσιες υπηρεσίες. Μη αξιόπιστες εξετάσεις για καρκίνο της τραχήλου της μήτρας. Και άλλες πολλά.

Ο Τεγόπουλος έδειξε να εντυπωσιάζεται. Υποσχέθηκε ότι θα μιλήσει στον Φυντανίδη (τον διευθυντή της «Ελευθεροτυπίας»), αλλά «την ομάδα ξέχνα την», μου είπε. «Θα κάνεις το Insight μόνος σου. Όπου λαλούν πολλοί κοκόροι αργεί να ξημερώσει, λέμε στην Ελλάδα. Όπου λαλούν πολλοί δημοσιογράφοι, δεν γίνεται τίποτα λέω εγώ».

«Η δημοσιογραφία είναι ομαδική δουλειά, ιδίως η ερευνητική. Χωρίς συνεργασία, ανταλλαγή απόψεων, διασταύρωση, και καλό συντονισμό, δεν βγαίνει θέμα», θα του απαντούσε ίσως ο Έβανς αν ήταν στη θέση μου. Αυτό έλεγε, σχεδόν κουραστικά, στην επίλεκτη ομάδα του.

Όπως όλες οι παλιές, καλές καραβάνες του βρετανικού Τύπου, ξεκίνησε την σταδιοδρομία του από τοπικό επίπεδο. Γέννημα-θρέμμα του Μάντσεστερ, έπιασε τη πρώτη του δουλειά σε μια συνοικιακή εφημερίδα στο Άστον∙ 16 μόλις χρονών. Περίπου 20 χρόνια μετά, στα 36 του, έγινε διευθυντής της μεγαλύτερης τοπικής εφημερίδας της περιοχής, της Northern Echo. Δεν πέρασαν καλά-καλά πέντε χρόνια εκεί και βρέθηκε στο Λονδίνο, διευθυντής των πανίσχυρων τότε Sunday Times.

Εκεί, έμεινε ως το 1981, έχοντας καθιερωθεί ως ένας από τους πιο σπουδαίους δημοσιογράφους που κουμαντάρισαν ποτέ μια τόσο μεγάλη εφημερίδα. Ήταν τυχερός που είχε στο πλευρό του έναν πάμπλουτο εκδότη, τον Καναδό Ρόι Τόμσον ο οποίος, όπως γράφει στον Guardian ο πρώην διευθυντής της Άλαν Ράσμπριτζερ, ούτε πολιτικές βλέψεις είχε, ούτε και κάποιο κόλλημα να επιβάλει τις δικές του απόψεις στην υφήλιο!

«Ο Τόμσον επένδυσε στην δημοσιογραφία, απολάμβανε τα κέρδη που είχε η εφημερίδα, και μετά χαράς άφηνε διευθυντές και αρχισυντάκτες να κάνουν τη δουλειά τους. Ο δε Έβανς, είχε πλήρη ανεξαρτησία και εμπιστοσύνη», σημειώνει ο Ράσμπριτζερ.

Οταν η εφημερίδα πουλήθηκε στον Μέρντοκ, ο Εβανς μετακινήθηκε για έναν χρόνο στη χωριστή καθημερινή εφημερίδα  των Times, όπου άντεξε λίγους μήνες και το οριστικό διαζύγιο ήρθε νομοτελειακά.

Εφυγε από το συγκρότημα του Μέρντοκ λόγω των συνεχών παρεμβάσεων του εκδότη στην δουλειά του, με τρόπο που, όπως έλεγε, «δεν μπορούσα πλέον να διαφυλάξω την δημοσιογραφική μου ακεραιότητα». Ο αυστραλός επιχειρηματίας, και μετέπειτα εκδότης , διαφωνούσε με την κριτική στάση των εφημερίδων του (Times και Sunday Times) κατά της κυβέρνησης Θάτσερ, κυρίως όσον αφορά το θέμα των πανίσχυρων, ως τότε, εργατικών συνδικάτων. Η Συντηρητική πρωθυπουργός ήταν αποφασισμένη να ενοχλήσει τα κεκτημένα τους, ένα από τα οποία ήταν και ο τρόπος που αποφασίζονταν οι απεργίες, με κίβδηλες πλειοψηφίες, επειδή μετρούσε η ψήφος μόνον όσων παρευρίσκονταν στη συνέλευση. Τα συνδικάτα του Τύπου ήταν από τα πρώτα που κινητοποιήθηκαν εναντίον της, και εκείνη έστειλε αστυνομικές δυνάμεις για να περιφρουρήσουν τις εγκαταστάσεις, κυρίως τα νεότευκτα πιεστήρια των Times, στο Wapping, και να προστατεύσουν όσους εργαζόμενους, παρά την απεργία, ήθελαν να συνεχίσουν να εργάζονται.

Ο Χάρολντ Εβανς ποζάρει στους φωτογράφους με τη σύζυγό του Τίνα Μπράουν στο Λονδίνο, τον Ιούνιο του 2007, στη διάρκεια δεξίωσης εγκαινίων για το βιβλίο της Μπράουν «The Diana Chronicles». (REUTERS/Paul Hackett/File Photo)

Ο Μέρντοκ λάτρεψε την Θάτσερ. Ο διευθυντής του, παρόλο που συμφώνησε ότι «τα συνδικάτα το παράκαναν», επιμένοντας να αντιδρούν στην τεχνολογική εξέλιξη του στησίματος και της εκτύπωσης μιας εφημερίδας, επέκρινε την πρωθυπουργό που, με την ρητορική της όλο εκείνο το διάστημα, έφερε διχόνοια στους εργασιακούς χώρους.

Έγραψε ένα καταπληκτικό βιβλίο για εκείνη τη περίοδο, με τον εύγλωττο τίτλο «Good Times, Bad Times». Στο πρώτο μέρος, στις «καλές εποχές», ήταν οι δημοσιογράφοι του και ο καναδός εκδότης του, που έμεινε στον χώρο ως ιδιοκτήτης του πρακτορείου ειδήσεων Reuters. Και στο δεύτερο, στις «κακές εποχές», ήταν ο Μέρντοκ, η συγκέντρωση των μίντια στα χέρια ολίγων, τα διαπλεκόμενα συμφέροντά τους, και η εκτροπή της ατόφιας ερευνητικής δημοσιογραφίας προς τον κιτρινισμό, τον λαϊκισμό, και την εντυπωσιοθηρία.

Εφυγε, και πήγε στην Αμερική, που την είχε ως απώτερο προορισμό ακόμα κι από τα φοιτητικά του χρόνια. Είχε σπουδάσει πολιτική και οικονομικά, και το 1962 έκανε μεταπτυχιακό στην εξωτερική πολιτική. Ανάμεσα στις δουλειές, βρήκε έναν χρόνο ελεύθερο για ακαδημαϊκό εμπλουτισμό και πήγε με υποτροφία στις Ηνωμένες Πολιτείες «που είναι ένα από τα λίγα μέρη στον κόσμο τα οποία ακόμα σου επιτρέπουν να ονειρεύεσαι».

Εχοντας πια κλείσει οριστικά το κεφάλαιο «εφημερίδες», έπιασε δουλειά στην Αμερική στον εκδοτικό οίκο Radom House, και συνέχισε παράλληλα να γράφει δικά του βιβλία. Ακόμα και τότε όμως, τον καθοδηγούσε ο δημοσιογραφικός του εαυτός. «Το μόνο που προσπάθησα να κάνω, το μόνο που ήλπιζα να κάνω, ήταν να φωτίσω λίγο ένα γεγονός. Και, αν αυτό το φωτάκι τύχαινε κάποτε να βγάλει ρίζες, προσπαθούσα τότε με την ομάδα μου να τις κόψουμε», είχε πει το 2010 στην εφημερίδα Independent.

Ακόμα και στα βιβλία που έγραψε ο ίδιος, αλλά και σε εκείνα που του έπεφτε λόγος στον εκδοτικό οίκο για να βγουν στην αγορά, «έβλεπες την δίψα του να κτυπά το κατεστημένο, όπου κι αν το πετύχαινε», λέει ο Πίτερ Πρίνγκλ, παλιός συνεργάτης του στους Sunday Times. Όπως έλεγε ο Έβανς όταν δημοσιογραφούσε, δεν έχει κανένα νόημα να δημοσιεύσεις κάτι αν δεν το πιστεύεις πραγματικά.

Από τα πρώτα φοιτητικά του χρόνια, και δίχως διακοπή ως το τέλος του βίου του, διάβαζε το ένα βιβλίο μετά το άλλο, ενίοτε και 2-3 μαζί. Του ζήτησαν κάποτε να ξεχωρίσει μόνο ένα, και τους έδειξε τον Πελοποννησιακό Πόλεμο του Θουκυδίδη. «Αυτό, μου άνοιξε τη ματιά μου (my insight!), για τον πόλεμο, την ισχύ και την ελευθερία». Και μάλλον αυτός, ο Θουκυδίδης, ήταν ο… ανάδοχος της πιο επιτυχημένης, ίσως, ομάδας ερευνητικής δημοσιογραφίας στον βρετανικό Τύπο.

Ηταν ένας πραγματικός editor, ο σερ Χάρολντ (Χάρι) Έβανς. Και με αυτό δεν εννοούμε εκδότης ή και απλός διευθυντής. Ηταν δεινός επιμελητής κειμένων, αυστηρός στην ακρίβεια της γραφής, στην πρωτοτυπία της, και στην ορθότητα συντακτικού και γραμματικής. Είχε απίστευτη ικανότητα στο να φτιάχνει τίτλους, αλλά και στο να επιλέγει φωτογραφίες που ενίσχυαν και αναδείκνυαν το θέμα.

Στα πρώτα του χρόνια στους Sunday Times, στον τέταρτο αραβοϊσραηλινό «πόλεμο του Γιομ Κιπούρ», τον Οκτώβριο του 1973, με ενθουσιασμό του έστειλαν οι πολεμικοί ανταποκριτές του για να δημοσιεύσει τις πρώτες έγχρωμες φωτογραφίες μέσω τηλεφωνικής γραμμής. Εκείνος σκεπτόμενος ότι οι αναγνώστες ήταν ακόμη αμάθητοι στις έγχρωμες φωτογραφίες στην εφημερίδα, τις απέρριψε αμέσως, θεωρώντας ότι το χρώμα θα αποδυνάμωνε την φρίκη και την ωμότητα των πολεμικών εικόνων, που μόνο οι μαυρόασπρες φωτογραφίες τότε, μπορούσαν να απεικονίσουν. Είχε μια σφαιρική, δηλαδή, αντιμετώπιση των πραγμάτων, και έκρινε πάντοτε αναλόγως των περιστάσεων. Ελάχιστες φορές λάθεψε.

Οταν ρωτήθηκε κάποτε ποιος είναι για αυτόν ο ένας, αδιασάλευτος κανόνας της δημοσιογραφίας, απάντησε: «Τα πράγματα δεν είναι πάντα ό,τι βλέπεις. Πρέπει να σκαλίσεις βαθιά για να τα δεις καθαρά».

«Ηξερε την σημασία της ορθής πληροφορίας σε μια λειτουργική κοινωνία πολύ πριν προσγειωθούμε στο πληροφοριακό μας χάος που ζούμε σήμερα, όπου οι περισσότεροι άνθρωποι δεν ξέρουν τι είναι αληθινό και τι όχι. Σε μία εποχή με τεράστιους διαχωρισμούς, υπάρχει μια απολαυστική διέξοδος. Κι αυτή είναι να στρέψουμε το μυαλό μας πίσω στην απλή ασφάλεια της απόδειξης των πραγμάτων», γράφει στον Guardian ο Αλαν Ράσμπριτζερ.

Στην εποχή που όλα ερμηνεύονται με αριθμούς, συνεχίζει, ο Έβανς θα απεχθανόταν να έκανε επιμέλεια κειμένων. Τον διαόλιζε «η τυραννία των αριθμών», και πολλές φορές τον καθοδηγούσε, την κρίσιμη στιγμή μιας απόφασης, το δημοσιογραφικό του ένστικτο. Ήξερε τι πουλάει, αλλά και τι έχει σημασία. Ποτέ δεν τα ξεχώριζε αυτά τα δύο.

Την είδηση του θανάτου του ανακοίνωσε η επίσης δημοσιογράφος Τίνα Μπράουν, δεύτερη σύζυγος του επί μια τριακονταετία, με την λιτή ακρίβεια που εκείνος πάντα ζητούσε: Η αιτία, είπε, ήταν, «συμφορητική καρδιακή ανεπάρκεια».